ΘΛΙΒΕΡΕΣ,ΠΑΡΑΔΟΞΕΣ,ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Κυριακή 6 Ιούνη 2021

BE KIND ,ALWAYS,( Το σπλατερ τελος μιας ομορφης βολτας)

 

Ο κυρος Σωστης,είχε απολαύσει τη Κυριακάτικη βόλτα του.Ειχε κουραστεί,ειχε εφιδρωθεί,είχε καθαρίσει το μυαλό του.Βρήκε μια ισσοροπια σα να λεμε,και επέστρεφε αργα σπίτι του νιώθοντας μια πληρότητα,μια ηρεμία και μαλλόν μια αγάπη ,μια κατανόηση για όλα.
 
Ενιωθε ,-δε θα ταν υπερβολή να το πουμε αυτό-,μια συμπαντική γαλήνηνα τον κατακλύζει.Ολα είχαν αποκτήσει ένα κάποιο νόημα.Όλα σκεφτότανε ,ο Κος Σώστης,είχανε μια θέση ασχέτως αν αυτός δε τη κατανοούσε πλήρως.Ενα σκοπό.Κ ενιωθε πως κ αυτός
αποτελούσε μέρος αυτού του σκοπού.Ποσο καιρό είχε να νιώσει έτσι.Να τον λούζει αυτή η θέαση και η αισθηση μεσα του.Μια ευγένεια,μια αγάπη.Και τοτε το είδε.
 
Ενα συνθημα στον τοίχο απέναντι,εγραφε στα Αγγλικα " be kind always". Τι ομορφο σκεφτηκε.Τρεις λεξεις μεσα σ ενα βρώμικο τοίχο να λένε μια τόσο μεγάλη αλήθεια,
που ταιριαζε τόσο στη ψυχοσυνθεση μου μάλιστα ,εινη την ωρα.Σίγουρα κάποιο σημάδι εναι.Ας παω να το φωτογραφήσω,σκέφτηκε.
 
Κοίταξε να δει αν έρχεται κάποιο ΙΧ απο τον δρόμο προτού τον διασχίσει.Πράγματι ερχόταν ενα ΙΧ μ ένα ζευγάρι μέσα .Ο κος Σώστης ,υπολόγισε την απόσταση και την ταχύτητα
του ΙΧ και αποφάσισε πως τον έπαιρνε να διασχίσει τα λίγα μέτρα του δρόμου.Ετσι έκανε και είχε δίκιο.Το ιχ αργούσε ακόμα ,οχι πολυ ,αλλα αργούσε .Οταν εφτασε απέναντι,σηκωσε το κινητό του
και ηταν ετοιμος να φωτογραφήσει το σύνθημα,το ΙΧ ειχε φτασει δίπλα του και ο οδηγός αφου κόρναρε ,φώναξε..."ΡΕ ΜΑΛΑΚΑΑΑΑ ΜΕ ΤΟ ΚΙΝΗΤΟΟΟΟ.....ΑΣΕ ΤΟ ΚΙΝΗΤΟΟΟΟ ΖΩΟΟΟ"
Ενα πυρακτωμένο κύμα λάβας χτυπήσε ξαφνικά τον Κο Σωστη.Το ενιωσε καθως αυτό ανέβαινε απο το στομάχι στη καρδιά και απο κει στο μυαλό.
 
Γυρναει και φωνάζει στον οδηγο του ΙΧ που πλεον θα βρισκοτανε και δεκα μετρα πιο κάτω.ΤΟ ΜΟΥΝΙ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΣΟΥ ΡΕ....ΓΑΜΙΟΛΗ ΠΑΛΙΟΠΟΥΣΤΑ....και ριχνει το κινητο του μ οση δυναμη είχε.
Το κινητό βρηκε το πισω μερος του ΙΧ στο τζάμι και εκσφενδιστηκε κανοντας γκελ στο δρομο,οπου ενας διερχομενο φορτηγακι το κανε λιωμα.Ο οδηγος φρέναρε απότομα ,το φορτηγάκι επεσε πάνω του,
αλλα αυτός ανοιγει τη πόρτα και βγαινει εξω.,.ΤΙ ΕΙΠΕΣ ΡΕ ΓΑΜΗΜΕΝΕ ?ΤΙ ΕΙΠΕΣ ΡΕ ΚΑΡΙΟΛΗ ΘΑ ΣΕ ΓΑΜΗΣΩ ΡΕ....ΜΑΛΑΚΑ ΑΡΧΙΔΙ...ΚΑΡΙΟΛΗ...ΠΑΤΑΣ ΚΑΙ ΔΕ ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΤΑΣ...\ΘΑ ΦΩΝΑΞΩ ΤΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,,
ΘΑ ΣΕ ΚΛΕΙΣΩ ΜΕΣΑ ΜΟΥΝΙ....
..--.ΘΑ ΜΟΥ ΚΛΑΣΕΙΣ ΜΙΑ ΜΑΝΤΡΑ ΑΡΧΙΔΙΑ 
 
Παιρνει ο οδηγος ενα σιδερο ,βαραει τον Κο Σωστη στο κεφάλι,του σκιζει το αυτο πεφτει τ αυτι κάτω,ποταμι τα αίματα,ΤΟ ΑΥΤΙ ΜΟΥ ΡΕ ΠΟΥΤΑΝΑΣ ΓΕ...παιρνει ενα τενεκε απ τα σκουπιδια ο Κος Σωστηςαρχισε τον κοπαναγε οπου εβρισκε,τον πηρε στη κοιλα ολα τ αντερα εξω ,χαμος απο τους περιοικους,φωνες φασαρια,φωναχτε την αστυνομία ,σκοτώνονται....
Με τ αντερα στα χερια ο οδηγος καταφερνει αλλη μια με το σιδερο στον Κο Σωστη, του χωριζει το κεφαλι στα δυο,πεταμενα μυαλα παντου,κατεβηκαν κατι περιστερια τσιμπουλογουσαν μεζεδες...ηρθαν και κατι γατες,γελιφανε κατι νεφραμιες,πλακωσε η αστυνομια,ηρθανε τα ΜΑΤ ,ασθενοφορα,περασε και και διαδηλωση απο εκει για τα δικαιωματα των πιγκουινων,γενικευτηκε το κακο,οδοφραγματα 6 νεκροι συνολικα,μεσα σ αυτους ταβλα και οι δυο και ο Κος Σωστης και ο οδηγος.
 
Πως γαμηθηκε ετσι αυτη η βολτα δε καταλαβε κανεις.Τεσπα.ΚΑΛΟ ΕΙΝΑΙ παρ ολα αυτα να μαστε ευγενικοι .

 

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021

 

ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ,Ταινια

Αυτή ειναι η συντομη ιστορία της επικης ταινίας "χειμώνας στο βουνό"
Μια παρέα φίλων πηγε για ενα σκ εκδρομή στο βουνό και εμενε σε μια ξυλινη καλύβα με τζακι,η οποια ειχε κ ενα υπογειο και εκει βρηκανε απειρα μπουκαλια τσιπουρο και τρια σακια εσπρεσο..
Ομως λιγες ωρες πριν φυγουν μια χιονοθυελλα εβαλε 2 μετρα χιονι στη περιοχη και έτσι δε μπορουσαν να φυγουν.
Εκαναν λοιπον ενα τρομερο αγωνα για να βγουν στο δασος να βρουν ξυλα να κοψουν και να βρουν και καποιο αγριογουρουνο
για να φανε.εΥΤΥΧΩς ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ και ετσι βαζανε τη φωτια να καιει, ψηνανε μπριζολες πινανε τσιπουρα και λεγανε μαλακιες ενω ρευοταν συνεχως.
.ΚΑΠΟΙΕς ΚΑΙΡΙΚΕς ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ ομως
συνεβησαν και εχαν σα αποτελεσμα να χιονιζει διαρκως επι εβδομαδες και μηνες.Οι φιλοι καταφεραν να βρισκουν συνεχως ξυλα
και αγριογουρουνα ενω βρηκανε και ενα κοπαδι κοτες που ειχαν παρει χαπια και περιφεροτανε ασκοπα στο χιονι.Τις κοτες τις κανανε σουπα.
Ετσι περασε ολος ο χειμωνας και τον Ιουνιο που αρχισαν να λιωνουν τα χιονια αποφασιασανε να φυγουνε.Ο καθενας τους ειχε βαλει και 15 κιλα.
Αυτα,Ουτε τρομος,ουτε αιματα,ουτε ζομπια,ουτε δολοφονοι με τσεκουρια,ουτε μαγειες ,ουτε μυστηριο,ουτε και κανενα νοημα βαθυστοχαστο.
Η ταινια εχει διαρκεια 8 ωρες.


Τετάρτη, 19 Μαΐου 2021

Τα sneakers του Κου Πιτσφυτίλη και το άτυχο καθως και μάλλον άδοξο τέλος του


Ένα σμήνος βαριεστημένα χελιδόνια πίνουν μπύρες στα σύρματα .Όλα κάποιας ηλικίας. Τα νεώτερα βγάζουν κάτι στριγγλιές  και σκίζουν τον ουρανό .Ποιος χέστηκε. Περπάτησε ο ηρωάς μας με ντάλα ήλιο στις λεωφόρους φορώντας τετραπλή μάσκα και με όλα τα εμβόλια που ήταν διαθέσιμα( πέντε –έξι) καρφωμένα στα μπράτσα του. Το Κινέζικο το χε καρφωμένο στον κώλο. Φιλαράκι σου περισσεύει μια σύριγγα ,τον ρώτησαν στη Σίνα  , ‘Οχι απάντησε ,έχω μόνο δέκα ευρώ να δίνω στους ζητιάνους, καλά είναι κ αυτά ,του είπαν ,φέρτα, τα ’δωσε και βρέθηκε μερικά εκατοστά ακόμα πιο κοντά στον παράδεισο.

Κάποτε έφτασε στο μαγαζί υποδημάτων και ρώτησε  αν έχουν 3 νούμερα μεγαλύτερα και είχαν και τα πήρε ,διότι όταν βρέχει, τα sneakers  γίνονται μούσκεμα, οπότε  τρία νούμερα πιο μεγάλα εύκολα γίνονται βάρκα και επιπλέεις όσο οι άλλοι βουλιάζουνε στην ένδεια της φτώχειας ,την αρνητικότητα της εποχής , την τοξικότητα της φτώχειας και τον αφορισμό της Αριστεράς και του γενικόλογου ουμανισμού...Αφού η μόδα είναι εμβόλια και τρύπια παπούτσια, ο ηρωάς μας ,ο συμπαθής Κύριος Πιτσφυτίλης την ακολουθούσε .Έβαλε όμως και ένα ζευγάρι μάσκες στις τρυπίτσες  των παπουτσιών ,διότι  αυτός ο νέος ιός είναι πουτάνας γιος και τρυπώνει όπου βρει, σε κάθε τρύπα , όσο μικρή και αν είναι .Εδώ τρυπώνει στη μουσική ο καριόλης ,τι συζητάμε τώρα. Δεν θα έπαιζε ποτέ μ αυτά ο Κύριος Πιτσφυτιλης. Ποτέ όμως.

Τώρα ο θάνατος του ,ήταν ένα τυχαίο γεγονός μικρό κ ασήμαντο που δεν έχει μεγάλη σημασία. Είτε κάποιο από τα εμβόλια μάλλον, ήταν χαλασμένο και κάπως συνδυάστηκε με μια μπουγάτσα με τυρί τελεμέ που είχε φάει, είτε κάποια βελόνα σκούριασε διότι τις είχε καρφωμένες ένα μήνα και βάλε .Η ουσία είναι ότι  του προκλήθηκε  τάση εμέτου.

Ξέρναγε και ξαναξέρναγε.Παντού.Πανω στα sneakers. Πανω στις μασκες ,πάνω σ έναν security.Σώσε με του λεγε, δως μου αριθμό ταυτότητας του ΄λεγε ο security,δε μπορώ πεθαίνω ,έλεγε αυτός, αν θέλετε να πεθάνετε ,σας παρακαλώ πεθάνετε ένα τετράγωνο πιο μακριά, ούτε εγω ούτε η εταιρεία μας θέλουμε μπελάδες στο κεφάλι μας,ποια εταρεία είστε εσείς τον ρωτούσε ο Πιστςφυτίλης,’ « του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ ΑΕ» έλεγε ο security.Αηδίες πράγματα δλδ...Ξέρναγε και τελειωμό δεν είχε. Ξέρασε συκώτια, έντερα, χολές, στομάχια ,κοιλιές, όλα γύρω στο δρόμο..έτοιμα για πατσά

Ε, κάτι μπερδεμένα πράγματα μετά, μια γιαγιά  κάλεσε ένα ασθενοφόρο, ήρθε ένα ασθενοφόρο, αλλά δε πρόσεξε ,του πάτησε το κεφάλι, σκόρπισαν τα μυαλά παντού ,ε δε θέλει πολύ  ο άνθρωπος.

Κρίμα πάντως. Ήταν στενάχωρο όλο αυτό διότι ο Κος Πιτσφυτίλης , την επόμενη θα πήγαινε για δουλειά κ αυτό διότι ήθελε να πάει το χειμώνα να μαζέψει ελιές. Αυτά τα δυο συνδέονται να ξέρετε, με ένα κάποιο τρόπο ,μη με ρωτάτε πως. Αλλά συνδέονται. Στις μέρες μας ζητάς δουλειά για δύο λόγους. Ένα διότι θες εμπειρία, έτσι γενικά κ αόριστα.Και ένα δεύτερο ,επειδή το χειμώνα θα μαζέψεις ελιές. Χρήματα, ώρες εργασίας ,ρεπό, συνθήκες, όλα αδιάφορα. Τέσπα τι να λέμε όμως.Στ αρχίδια του Κου Πιστφυτιλη πλέον όλα αυτά.. Σκάει μύτη στον παράδεισο, Τετάρτη απόγευμα ,τέλη Μάη,με τα καινούργια sneakers και ποιος τον πιάνει.......

(αν έχω νέα του από τον παράδεισο, θα σας τα γράψω.)

*******************************************************************************

Παρασκευή, 19 Ιουνίου 2020

"Σχετικα συντομη ιστορια αναβαθμισης καψιματος με τιτλο ελευθερη νυχτα "

Έψαχνε λέει,για μια ελεύθερη νύχτα .Είχε απόλυτη ανάγκη μια ελεύθερη νύχτα.Όταν το άκουσα,δεν είπα κάτι.
Σκέφτηκα όμως μια λέξη .
'Έλεος".
Με τι είχα να κάνω εδώ?
Με ένα συμβολισμό?Μια μεταφορά? Μια δήλωση πρόλογο μιας μεγάλης συζήτησης,η οποία θα κατέληγε ,που?και πότε ??και πως?
Οπότε ξανασκέφτηκα : "έλεος".

Μετά τον λυπήθηκα.Θα χε ποντάρει πολλά σ αυτή την ατάκα.
Και ένοιωθα ότι περίμενε μια αντίδραση.Οπωσδήποτε περίμενε μια αντίδραση.Κ εγώ δεν αντιδρούσα.Σαδιστικά.Κ όχι μόνο αυτό.Ήθελα να τον τιμωρήσω κιόλας.Ναι η λύπη μου υπερκεράστηκε γρήγορα από το θυμό μου.Ο Θυμός μου αγαπούσε τον εσπρέσο.Πρέπει να έπινε μέχρι και πέντε διπλούς εσπρέσο την ημέρα.Ο θυμός μου δε κοιμόταν ποτέ.Απλά μισόκλεινε τα μάτια του,σαν κουρασμένο πληγωμένο ζώο,άλλα όχι,δε κοιμότανε ποτέ.

"Δεν υπάρχουν ελεύθερες νύχτες ",είπα.Η τελευταία ελεύθερη νύχτα ήταν εκείνη η νύχτα που όλοι γνωρίζουμε ,αλλά δε μιλάμε ποτέ γι αυτή."

Έμεινε να με κοιτάζει.Ένιωσα πως δε θα συνέχιζε τη κουβέντα.Η απάντηση μου,είχε πέσει πάνω του σαν μεγάλο όρνιο και τον ξέσκιζε με κάτι τεράστια γαμψά νύχια.

"Ας είναι,!" ακούστηκε να λέει μετά από πολύ ώρα .
"Ας είναι"...,επανάλαβε.Δε με πειράζει". Με μια πολύ γρήγορη κίνηση ,έβαλε το χέρι στη τσέπη,τράβηξε ένα περίστροφο και αυτοπυροβολήθηκε.
Ήταν τόσο βαρετό.Τώρα θα πρεπε να κουβαλάω το πτώμα του όπου και να πήγαινα.Κ όλα αυτά επειδή είπε αυτή τη μαλακία ,για ότι ψάχνει μια ελεύθερη νύχτα.Που δε έμαθα κ ποτέ τι εννοούσε κιόλας.Τον φορτώθηκα στη πλάτη και βγήκα στην πλατεία να πάρω αέρα.
Δεν υπήρχε κάθισμα πουθενά.Ούτε στα παγκάκια,ούτε στα μαγαζιά.Η δροσιά για Ιούνη ήταν μεγάλη αλλά ιδιαιτέρα ευχάριστη.Είχε γεμίσει ο τόπος από ανθρώπους που κουβαλούσαν πτώματα .Πολλοί ήταν σαν εμένα .Δεν είχαν που να κάτσουν και έτσι γυρνούσαν από εδώ κ από εκεί.
όρθιοι ,πολλοί μαζί με τα πτώματα τους.

"Απόψε είναι?" Με ρώτησε μια κυρία που με πλησίασε με δυσκολία μεταφέροντας 2 πτώματα στη πλάτη της.
"Απόψε είναι τι ?"απάντησα.
"Απόψε είναι η νύχτα που θα πέσουν όλα τ αστέρια ?"
Δεν είχα ιδέα για τι πράμα μιλούσε ,αλλά αυτό στις μέρες μας δεν είναι το ζητούμενο.Το ζητούμενο είναι να δώσεις τη σωστή απάντηση,την οποία ποτέ δε είσαι σίγουρος για το ποια πραγματικά είναι.

"Ναι,νομίζω ναι απάντησα.Αν δε κάνω λάθος ,απόψε είναι."
-"Ωραία,δε ξέρετε πως τη περίμενα αυτή τη νύχτα,συνέχισε τη κουβέντα.Κ εσείς γιαυτό δε ήρθατε απόψε εδώ ?"

Την κοίταξα καλά και αποφάσισα να μη ξανακάνω το ίδιο λάθος.Ένα πτώμα έφτανε.Αν τη σκότωνα με κάτι που θα έλεγα ,θα πρεπε να φορτωθώ άλλα 3 πτώματα.Οπότε σιώπησα.Όμως αυτή επέμενε.
"Γιαυτό δε ήρθατε εδώ απόψε?"

Γαμώτο,Ας ήμουνα λίγο καλός μαζί της .Δε είχα ιδέα για ποια νύχτα μιλούσε ,και πως θα πέφταν όλα τ αστέρια,αλλά ας της έδινα μια κατάφαση.Τι θα κόστιζε?Σίγουρα όχι επιπλέον πτώματα.

"Ναι,γιαυτό " απάντησα όσο μπορούσα πιο κοφτά.
"Λέτε ψέματα,δε ήρθατε γιαυτό.Θεέ μου πόσο απελπισμένη είμαι.Δε θα βρω ποτέ κανέναν να μου πει την αλήθεια."

Το πράμα μύριζε μπαρούτι .Αισθάνθηκα την απειλή να με κοιτάζει κρυμμένη ,έτοιμη να μου ορμήσει.Ο πανικός δεν είναι ποτέ καλός σύμβουλος.Κ εγώ ακολούθησα τη συμβουλή του.Είναι κάτι στη φύση μου που με οδηγεί στις λάθος κινήσεις,αναμφίβολα.Και της απάντησα με κάθε ειλικρίνεια.

"Ζητώ συγγνώμη ,εξαρχής δεν είχα ιδέα για ποια νύχτα μιλάτε ,ούτε έχω ακούσει ποτέ τίποτα σχετικό για κάποια νύχτα που θα πέσουν όλα τ αστέρια."Σας είπα τ αντίθετα γιατί νόμιζα ότι το είχατε ανάγκη.Σας ζητώ συγγνώμη".

Η ειλικρίνεια που προτάθηκε από τον πανικό,δε ήταν μια καλή συμβουλή.Η Κυρία με κοίταξε έντρομη.Νομίζω πως αν όντως έπεφταν κάποτε όλα τ αστέρια,θα κοίταζε λιγότερη έντρομη.Έβγαλε το κινητό της ,μάζεψε όλα τα Post από το face της ,τα οποία δε είχαν πάρει Like και καρδούλα,μάζεψε όλα τα μηνύματα από το meesnger που δε της είχαν απαντήσει ,όλα όσα την είχαν πληγώσει και με μια κίνηση ,μ όλα αυτά έκοψε τις φλέβες της μπροστά μου ,πέφτοντας στην αγκαλιά μου ετοιμοθάνατη.

4 πτώματα σε μια μόνο βραδιά ,ήταν πάρα πολλά.Μα πάρα πολλά.Τα φόρτωσα στη πλάτη μου και ασθμαίνοντας σύρθηκα μέχρι το σουβλατζίδικο.Η κοπέλα στο ταμείο,ήταν ιδρωμένη ,η ζέστη εκεί μέσα έντονη και η τσίκνα από τα ψημένα γουρούνια και τ αρνιά πλημμύριζε τα πάντα.

-Τι θα πάρετε ? "
-4 διπλά πιτόγυρα παρακαλώ με απ όλα.
-Πατάτες θέλετε ? έχουμε προσφορά .
-Θέλουμε και πατάτες."
΄Θέλετε κάτι άλλο"?
Ναι,λίγο αέρα.Νιώθω πως πνίγομαι.

Η κοπέλα σταμάτησε ότι έκανε και χωρίς να με κοιτάξει,με τα μάτια χαμηλωμένα μου είπε με σβηστή σχεδόν φωνή:

" Αυτό δεν έπρεπε να το πείτε Κύριε.Ποτέ δε μ έχουν προσβάλει έτσι.Ποτέ όμως.Δεν έπρεπε να το πείτε αυτό Κύριε.Ειδικά απόψε.Τη μεγάλη ελεύθερη νύχτα που θα πέσουν όλα τ αστέρια."

Αμέσως άναψε το κόκκινο φωτάκι του συναγερμού.Δεν απάντησα κάτι,πήρα τα σουβλάκια μου και πήγα σπίτι μου φορτωμένος τα 4 πτώματα ..
Δεν νομίζω ότι θα ξαναβγώ .Ούτε απόψε ούτε άλλη μέρα ή νύχτα.

Δυο ώρες αργότερα ,΄έπεσαν όλα τ αστέρια από τον ουρανό.Ήταν ένα φαντασμαγορικό θέαμα .Μόλις τέλειωσε ο ουρανός ήταν πιο σκοτεινός κ από το κατράμι κ έκανε ένα αφόρητο κρύο.Το επόμενο πρωί ο ήλιος δεν ανέτειλε και η νύχτα συνέχιζε την πορεία της ,πραγματικά ελεύθερη
καταβροχθίζοντας τα πάντα κ τους πάντες.Τίποτα απ όλα αυτά δε μου έκανε πραγματικά εντύπωση όμως.Κ αυτό ήταν το πιο περίεργο απ όλα. Ήταν λες και τα χα ξαναζήσει όλα αυτά .Και πιστέψτε με ,βαριόμουν αφόρητα.....

************************************************************************************

 11 Ιουνίου 2020
Η μικρη συντομη σοβαρη και φυσικα εξαιρετικα θλιβερη ιστορια του Κου Φισκου και του τελους του.


Ας τα παρουμε απο την αρχη τα πράγματα ,διότι σε κάθε ιστορία -οσο συντομη και αν ειναι -υπαρχει και μια αναγκαστικη εστω αρχη.
Τα προβληματα για τον κυριο Φίσκο ,αρχισαν το βράδυ της τελευταιας  Κυριακης της Αποκριας,οταν γυρισε απο ενα πάρτυ μασκέ.Στάθηκε εκεινο το βραδυ μπροστα στον καθρέπτη του και έβγαλε τη μάσκα την αποκριατικη.Αλλα μ εκπληξη διαπιστωσε πως κατω απο αυτη
φορουσε και μια άλλη μάσκα. Εβγαλε κ τη δευτερη μάσκα,αλλα κάτω απο αυτη υπήρχε ακομα μια μάσκα.Ο Κος Φίσκος βρέθηκε να να βγαζει  μάσκες ,όλο εκεινο το βραδυ.Καποια στιγμη κουράστηκε τόσο που πιεσε τον ευατό του οτι είχε πιει τόσο που όλα αυτα ειναι αποκυήματα της φαντασίας του.
Οταν ξύπνησε φορουσε μια μάσκα την οποια φυσικά και δε θυμοταν να φορουσε στο πάρτυ.Ο Κος Φισκος τόλμησε και πηγε στη δουλεια του οπως ακριβως ητανε και με μεγάλη εκπληξη του ανακάλυψε πως κανεις δε του ειπε τιποτα αφενός,κ αφετέρου όλοι τον αναγνωριζαν .
Ο κος Φισκος επέλεξε να μην αντιμετωπίσει με σοβαρότητα την καταστασή του και μετεβαλε σε παιχνιδι να βγαζει τις μασκες που συνεχως ανακαλυπτε ,βγαζοντας οποια φορουσε εκεινη τη στιγμή.Ειχε χασει το μετρημα απ τις μάσκες που εβγαζε.Το διασκεδαζε μ ενα παραδοξο τροπο διοτι ηταν ενα απιθανο παιχνιδι αφενος κ αφετερου αφου ολοι οι γνωστοι του  τον αναγνωριζαν οποια μασκα και αν φορουσε δε υπηρχε προβλημα στη επικοινωνια του.
Μεχρι που καποτε στεναχωρήθηκε ,διότι μια υπουλη σκεψη
πέρασε απο το μυαλό του.Πως ηταν ο ιδιος πραγματικα χωρίς καμμια μάσκα και ποσες μασκες αραγε θα εβγαζε ακομα ?Τοτε μ εκπληξη ανακαλυψε πως δε θυμοταν ουτε ο ιδιος πως πραγματικα εμοιαζε.Η στεναχωρη αυτη σκεψη απαντηθηκε τη τελευατια μερα της ζωής του.
Εκεινη την ημερα ,ο Κος Φισκος σηκωθηκε χωρις να βγάλει τη μάσκα που εβλεπε στο προσωπο του.Το χε ξεχασει και δε τον ενδιέφερε καν.Οταν βγηκε εξω στο δρομο επαθε ενα καρδιακο επσιοδιο και απλως ψόφησε.Ειδανε και παθανε
να αναγνωρισουν ποιος ητανε διοτι η ταυτοτητα του δεν ειχε καν  φωτογραφια οπως θα ειχε καθε κανονικη ταυτότητα.Απλως εγραφε τ ονομα του.

Πως απαντηθηκε το ερωτημα ηταν προφανες.Μολις σταματησε να αναρωτιεται.Το αλυτο προβλημα για ολους εμας ειναι πως πραγματικα εμοιαζε ο Κος Φισκος?Για σας δλδ, γιατι για μενα δε ειναι αλυτο προβλημα.Ο Κος Φισκος ηρθε στον υπνο μου και ξερω πως μοιαζει πραγματικα.Μοιαζει σ ολους μας.

**********************************************************************************

 4 Μαΐου 2020  

Αναμνησεις απο ενα ταξιδι με μια βαρκα .


Ας παραδεχτουμε καπου εδω,πως δε υπηρχε καμια συγκροτημενη σκεψη και κανενα απολυτως σχεδιο προς καμια απολυτως συνειδητη επιθυμητη κατευθυνση.Μπορουμε να δουμε τη τρυπια βαρκα που πλεουμε μαζι της και να παρακολουθησουμε την πορεια της κατα πως ο ανεμος φυσαει.
Καπου εδω μπορουμε να υπογραψουμε το χαρτι της παραδοσης μας και ν αναγωρισουμε με καθε επισημο τροπο την ηττα μας .


Καποιος οξυδερκης παρατηρησε  πως δεν υπαρχει η εννοια της ηττας αφου δε δωθηκε καν καμμια μαχη ,ποσο δε μαλλον αφου δε υπηρχε καμμια συνειδητη κατεθυνση.
Ας θαυμασουμε την οξυδερκεια αυτου του καποιου ,τον οποιο ονομαζουμε αυθαιρετα Μπουλόν.Κο Μπουλόν.Μειναμε για λιγη ωρα σιωπηλοι ατενιζοντας τηην πραγματικοτητα,στο επιπεδο που αυτη εργαζοταν μπροστα μας σαν ακουραστη μελισσα.Ηταν ένα εξοχο παζλ απο διαλυμενους εγκεφαλους χωρις απολυτως καμμια συνοχη μεταξυ τους.Οι νευρωνες στους εγκεφαλους αντιδρουσαν εντικτωδως και στο φασματομετρο καταγραφοτανε 5 με 10 εκατομμυρια πιθανες διαδρομες.Ονομασαμε την πραγματικοτητα ,σε μια κινηση καθυστερημενης εστω αναγνωρισης της υπαρξης της , Μπουρδέτ.Μανταμ Μπουρδετ. Στο τελος της ολιγοοωρης σιωπης,μίλησε ο γιατρος της βάρκας.


Δε θα πεθάνουμε μαλλον απο το καπνισμα ,ειπε.Θα πνιγουμε.Χειροκροτησαμε ζωηρα.Νομιζω κ αυτος το χαρηκε αυτο το χειροκροτημα .Τοσα χρονια σπουδων κ μελετης .τοσα χρονια προσφορας,ηταν ισως η πιο πετυχημενη του διαγνωση.Αγαπησαμε τον γιατρο της βαρκας μας.Και τον προσφωνησαμε με το ονομα του.Μαυρης.Ο κος Μαύρης.Δυστηχως δεν γνωριζω το γεωγραφικο πλατος που βρισκομαστε,ουτε και κανείς αλλος.Ο καπετάνιος μας είχε ίσως κάποια σκέψη για αυτό,αλλά πνίγηκε οταν αποφασισε να βουτήξει μια νυχτα με καταιγίδα .Μιλάμε για τον Κο Κόπτο.Τον κάπτεν Κοπτο,που μεταξύ μας λέμε οτι πνίγηκε ,αλλά όλοι είδαμε το περίστροφο που τον σημαδευεμόσο εκανε το μπανιο του στην φουρτουνιασμενη θάλασσα..Δεν είδαμε όμως πιος τον σκότωσε.Παρ όλα αυτα περισυνελεξαμε το πτωμα του και το εχουμε μαζί μας.


Ολα αυτά ηταν καπως θλιβερά και δεν οδηγούσαν πουθενά ενω το σημαντικότερο ήταν πως πεινούσαμε πολύ.Εκεινη την ωρα δυο πολύ μεγάλα πουλιά ,πέταξαν απο πανω μας
και μας αφησαν μια  μεγάλη πλαστικη σακούλα .Η σακούλα ειχε χοιρινο κρεας μεσα νωπο.Δε δωσαμε σημασία στα πουλιά ,δωσαμε σημασία πως θα τρωγαμε το κρεας,κ ολοι
αποφασισαμε να καψουμε μερος της βαρκας για να το φαμε στα καρβουνα.Ηταν μια εξαιρετικη εμπνευση .Η βαρκα πηρα φωτια και λιγο πριν βουλιαξει ειχαμε καταφερει να φαμε ενα πλουσιο γευμα .Δυστηχως πνιγηκαμε ολοι,

Καταστρατηγησαμε ενα βασικο κανονα.Ποτε δε πεφτουμε στη θαλασσα φαγωμενοι.

*********************************************************************************


Παρασκευή, 10 Απριλίου 2020

Η ΣΥΝΤΟΜΗ ΒΟΛΤΑ ΤΡΙΩΝ ΠΤΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΝΕΟΣ ΙΟΣ.


Ο κος Σωτος,ο Κος Αρχελαος,και η Κα Νιτσα,ηταν 3 πτωματα απ αυτα που φιλοξενούν παλιές κλειστές μονοκατοικές στη περιοχή της Κυψέλης.Ειναι γνωστό ότι σε πολλες μονοκατοικίες μένουν πτώματα ,τα οποία έχουν γίνει πτώματα ,εδω και πολλές δεκαετίες για διάφορους λόγους ,τα οποία δεν είχαν την τύχη να βρεθούν ,να αναζητηθούν απο κανέναν και τελικά να θαφτούν όπως θα πρεπε.Ετσι ζουνε τη μετα θανατο ζωή τους στα σπίτια τους .

Οταν επιβλήθηκε ο κατ οικον περιορισμός ,λόγω κορωναιού,η παρέα των τριων έπινε μπαφους και βότκες στο σπίτι του Κου Σώτου . Ο Κος Αρχέλαος ηταν ερωτευμενος ,με την Κα Νίτσα ,απο τότε που ζούσανε ,αλλά δε είχε καταφέρει να τη ρίξει στο κρεβάτι ,ουτε και μετα απο 7 δεκαετίες που είχαν πεθάνει,ενω ο Κος Σώτος τα είχε με την Κα Νίτσα για ένα διάστημα επί Πάγκαλου,και μετά είχαν απλα μερικες ευκαιριακές συνευρέσεις.Όλοι όμως ηταν πολυ καλοί φίλοι διότι κατα βάθος όλοι φίλοι είμαστε.

Μόλις άκουσαν τα νέα ,αποφάσισαν να βγούνε εξω για μια βόλτα να ξεσκάσουν.Τελευταία φορά που είχαν βγεί βόλτα, ήταν λίγο μετα το σεισμό του 1981.Αντιρηση ειχε μονο ο Κος Σωτος ,ο οποίος ηθελε να δει ξανα το "καφε της χαρας" ,αλλά λυθηκε κ αυτο το μικρό εμποδιο διότι πηρε τη τηλεόραση μαζί του.

Στο δρομο συναντησανε κ αλλα πτώματα απο διπλανές μονοκατοικίες ,που κ αυτά ειχαν την ίδια σκέψη.Ετσι σχηματιστηκε μια ωραία μεγάλη παρέα απο πτώματα
που αρχισαν να τριγυρνανε στους δρομους της Αθηνας .Ηταν μια παραδοξη εικονα ,αυτη του "κατ οικον περιορισμου" της πόλης.Τα πτωματα το απολαμβαναν δεοντως.Ολα πηγαιναν αναπαντεχα καλα ,μεχρι που ξαφνικα μια κλουβα των ματ σταθηκε στο δρομο και απο εκει κατέβηκαν γυρω στους 150 εξορκιστες με πληρη εξαρτηση. Αυτοι ηταν ενα ειδικο τμημα της αστυνομιας Νεκρων,και ειχε σκοπο τα πτωματα να μενουν ΕΣΑΕΙ μεσα στα σπιτια τους.

Ομως αυτη τη φορα τα πτωματα αντισταθηκαν σθεναρα . Η παρεα μας πρωτοστατησε στα οδοφραγματα .Ο Κος Σωτος εβαλε και τη τηλεοραση στο οδοφραγμα για να παιρνει κουραγιο βλεποντας το "καφε της χαρας". Η Κα Νίτσα εκτοξευε τις καλτσες της και ο Κος Αρχελαος εκανε ντου πανω στους εξορκιστες φωναζοντας ΑΕΡΑΑ... ΕΛΑΤΕ ΝΑ ΤΑ ΠΑΡΕΤΕΕΕΕ. ΔΕ ΞΑΝΑΜΠΑΙΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ."

Δυστηχως ομως τα πραγματα δε πηγαν πολυ καλα ,και οι τρεις φιλοι μας πεσανε ξανα νεκροι κ ετσι απογοητευμενοι που κ αυτη η επανασταση μετα τον Μαη του 68 στεφθηκε μ αποτυχια .Πηραν το δρομο για τα σπιτια τους κ μαλιστα αυτη τη φορα τους απαγορευτηκε απο τους εξορκιστες και να συνευρισκονται γιατι ειχε εμφανιστει λεει ενας ιος που ζωντανευε τους νεκρους και αυτο θα ηταν καταστροφικο αν συνεβαινε..

Γιαυτη την ιστορια με το νεο ιο,θα ακολουθησει αλλη ιστορια,απλα το εγραψα στον τιτλο για να ναι πιασαρικος.

***********************************************************************************

 Το παραξενο και φυσικα πολυ θλιβερο τελος του Κου Φριτου.

 
Ολα έγιναν γρηγορα.Πολυ γρήγορα.Στις αρχες εκεινου του καλοκαιριού,μαράθηκαν όλα τα λουλούδια στις γλάστρες .Χωρις κανεένα προφανή λόγο.Ξεκινησαν να μαραζωνουν τα φυλα ,να πεφτουν τ ανθη σ οσα ηταν ανθισμένα,και μεσα σε τρεις μερες .ολα τα φυτα,καπου 10 με 15 φυτα μικρά και μεγάλα,είχαν όλα μαραθεί,εμοιαζαν καμμένα λες και κάποιο δηλητηριώδες οξυ είχε ποτίσει τις ρίζες τους.


Ο Κος Φρίτος δε μπορουσε να εξηγήσει.Οπως δε μπορεόυσε να εξηγήσει ,γιατι μια μέρα ξαφνικά λίγο μετα τον μαρασμό των φυτων,σάπισαν όλα τα τρόφιμα τόσο στο ψυγείο όσο και αυτα που ηρταν στα ντουλαπια της κουζινας συσκευασμένα.Αυτό έγινε σε μια μέρα μεσα.Ολα γεμισαν σκουλήκια ,μαύρισαν και σάπισαν.Ο Κος Φριτος κοίταζε αποσβωλωμένος.


Το μυαλό του δούλευε αργά.Δε μπορούσε να επεξεργαστει τα γεγονότα.Τα πράγματα όμως δε σταμάτησαν εκεί.Το επόμενο πρωι,μεσα στον υπνο του κιόλα ,ενιωσε να μουδιάζουν τα  άκρα του.Οταν ξημέρωσε ηταν σχεδός παράλυτος,ενω το δέρμα του ειχε αρχίσει να μαυρίζει,και πληγες ανοιγανε
παντου,αναδύοντας μια πηχτη μπόχα σαπισμένου κρέατος,μαζι με πυον ανάκατο με μαυρο αιμα.Ο Κος Φρίτος δε μπορύσε να μιλήσει μπορουσε να περπατήσει μεχρι τη βεραντα του και εκει επεσε σε μια κρεκλα και δε μπορουσε πλεον να παει πουθενα και  να ειδοποπιήσει κανέναν.


Αυτο κρατησε τρεις μερες και τρεις νύχτες.Το σωμα του ηταν πλεον μια μαυρη μαζα που μυριζε ανυποφορα και ταυτόχρονα ηταν τόσο ξερη που σχεδον ξεφλουδιζοταν .Και΄καπου εκει,μέσα Ιουνη ,ενα μεσημερι αρχισε να φυσάει ενας δαιμονισμένος καυτός δυτικός άνεμος.Η ταχυτητα του υπολγιστηκε  σε πανω απο 150km την ωρα.Ο ανεμος αυτος οταν εφτασε στη βεραντα του Κου Φριτου,διέλυσε σαν σκόνη τα παντα .Τα φυτα ,καθε οργανικη υλη και φυσικα τον ιδιο.
Η σταχτη του σκόρπισε στη πόλη.Απο τα απεναντι μπαλκονια βλεπουν τωρα μια αδεια βεραντα με γυμνες γλαστες και ενα σπιτι ερημωμένο μ ανοιχτες τις πορτες και χωρις ιχνος ζωης.


Αλλα το σημαντικο ηταν αυτο,Οτι ολα εγιναν πολυ γρηγορα.Μεσα σε μια βδομαδα το πολυ στις αρχες εκεινου το καλοκαιριου.

**********************************************************************************

Τετάρτη, 8 Απριλίου 2020

Η σύντομη και θλιβερή ιστορία του Κου Μούτι

 Ο κος Μούτις αγόρασε ένα φυτό παράξενο και από το φυτό αυτό ,ξεκίνησαν όλα τα προβληματά του.Το φυτό του  δε είχε καν όνομα.Ο πωλητής ,έλεγε οτι δε το θυμότανε,έκανε πως το χει εκεί "στη γλώσσα του",αλλά δεν μπορούσε να το θυμηθεί. Κανείς φίλος του και κανείς γνωστός του δεν ήξερε πως το λένε .
Ήταν αλήθεια ,ένα παράξενο φυτό.Πρώτα απ όλα ,είχε ένα πλούσιο πράσινο χρώμα στα φύλα του, τα οποία είχαν ένα παράξενο σχήμα.Ούτε καμπυλωτά ήτανε, ούτε στρογγυλά,ούτε μακρόστενα,ήταν πολύ αλλιώτικα φύλα.Ήταν όλα μαζί.Το ίδιο το φυτό έβγαζε μια φοβερή μυρουδιά χωρίς να έχει ανθίσει. Μύριζε κάθε μέρα κ άλλα πράγματα Ακαθόριστα.
Η μύτη του Κου Μούτι,οσφριζόταν θάλασσες,χώματα,ελιές,άλλα λουλούδια άλλων φυτών.Ήταν παλαβομάρα σκέτη, όταν πλησίαζε το φυτό εκείνο.
Αλλά δεν άνθιζε. Όσο και αν περίμενε ο Κος Μούτις το φυτό του δεν άνθιζε.Περίμενε την Άνοιξη,τίποτα,τον χειμώνα τίποτα ,το καλοκαίρι πάλι τίποτα.
Ο Κος Μούτις ήθελε ν ανθίσει το φυτό του.Αλλά αυτό δεν άνθιζε. Έτσι, σιγά -σιγά ,άρχισε να μελαγχολεί και να πέφτει σε κατάθλιψη.Είχε σχεδόν παρανοήσει.Τόσο που έπιασε τον ευατό του να μιλάει στο φυτό κ ήταν σίγουρος πως  εκείνο ,τον άκουγε.
 Και  έτσι περνούσε ο καιρός,άλλαζα οι εποχές ,πέρασαν κάποια χρόνια.Μέχρι που μια μέρα ΄Ανοιξη ήτανε και Μάης ,το φυτό άνθισε!!! Ο Κος Μούτις τρελάθηκε από τη χαρά του!! Το άνθος του ήταν ότι πιο περίεργο είχε δει ποτέ σ άνθος.
Είχε όλα τα χρώματα ,αλλά ανάλογα τη θέση που το χτυπούσε ο ήλιος ή την νύχτα άλλαζε και χρώμα.Τα πεταλά του ήταν σκληρά και βελούδινα ,ώρες ώρες πλημμύριζαν τον τόπο μ αρώματα, που ούτε είχε  φανταστεί  ότι υπάρχουν στην ουράνια αποθήκη των αρωμάτων .Όλο αυτό κράτησε μερικούς μήνες. Επί μήνες ολόκληρους,το άνθος του φυτού του Κου Μούτι ,έμενε εκεί λες και ήταν αιώνιο,λες και θα κρατούσε η υπαρξή του για πάντα.   Η χαρά του δε περιγράφοταν.έγινε ο ίδιος καλύετρος άνθρωπος.Χαμογελούσε σ όλους,εγινε πολύ ευγενικός,οι κινήσεις του έγιναν αέρινες ,ακτινοβολούσε αγάπη και ευτυχία.Εβαλε τάξη στη ζωή του,όλες του οι κινήσεις και οι σκέψεις πλέον αποκτούσαν νόημα ,η ιδια του η ζωή αποκτούσε νόημα!!Το φυτό εκείνο είχε μια τεράστια επίδραση επάνω του.Μαγική σχεδόν....                                                                 

Μέχρι που μια μέρα...το φυτό του,άρχισε να μαραίνεται....στην αρχή σιγά σιγά σιγά έπειτα πιο γρήγορα,η μυρουδιά του τώρα γινότανε  δύσοσμη ,η ομορφιά του μαραίνονταν μέρα με τη μερα.
Κ ένα πρωί ,Απρίλης ήταν, κοντά δυο χρόνια μετά αφ'οτου άνθισε ,το φυτό έχασε τ' άνθη του.Κ έμεινε βουβό στη πρότερη κατάσταση του,ίσως λίγο χειρότερα .Μάλλον ,πολύ χειρότερα....

Δε μύριζε καν και τα φύλα του ειχαν αρχίσει κ αυτά να κιτρινίζουν και να μαραίνονται.
Δεν υπάρχει λέξη να περιγράψει την θλίψη που ένιωθε ο Κος Μούτις.Καμμιά.Ίσως μόνο η κατάρευση.Μαράζωνε κ ο ίδιος με το φυτό του ,μέρα με τη μέρα.Τόσο που σταμάτησε να τρώει,
να πίνει νερό, σταμάτησε να βγαίνει έξω ,τα σταμάτησε όλα.Έμεινε δίπλα του κοιταζοντάς το μ απόγνωση  που αργοπέθαινε.

Ο Κος Μούτις πέθανε το επόμενο καλοκαίρι δίπλα στο φυτό του.Τον βρήκαν μέρες μετά από τη μυρουδιά, που ανέδυε η σήψη ..Δίπλα του το φυτο .Μ ενα μόλις καταπρασινο φυλαράκι να έχει σκασει ξανά στο κατά τ' 'αλλα αδύναμο ,κατακίτρινο σχεδόν ξεραμένο κορμό του.....Δίπλα του ενα χαρτί με γράμματα παράξενα στο χρώμα του φύλου ,έλεγε τα εξής:

"Για σένα άνθισα ,καιρό πολύ μετά
μύριζα χειμώνες σκληρούς γαλάζιους ,εχθρό τους είχαν την φωτιά,
μύριζα θάλασσες και καλοκαίρια μισερά.
Άνοιξες γυναίκες που δε τους ρίχνεις δεύτερη ματιά,
μύριζα και φθινόπωρα ,ελιές και χώμα και νοτιά...
για σένα άνθισα καιρό πολύ μετά...
Πέρασε ο χρόνος πανωθέ μου,
μαράζωσα ξεράθηκα χαθήκαν οι ομορφιές μου
με πέταξες πέρα μακριά  ,είναι λες  το χτες 

λες, θα με θυμάσαι... ξαναλες... 
Ψάχνει ο αγέρας το σπόρο μου να βρει
γη γιανά βρει κάπου να καρπίσει...

Ισως υπάρχει ξανά να ζήσω ακόμα μια φορά
Ισως τελειώσαν όλα κ έρωτας -ζωή ξανά δε μ ακουμπά... "

*********************************************************************************** 

 

Παρασκευή, 25 Οκτωβρίου 2019

Η εξαιρετικα συντομη και ιδιαιτερως θλιβερη ιστορια του τελους του Κου Λιπη


Ο Κος Λιπης αγαπούσε πολύ τη μουσική ,αγαπουσε πολυ τα τραγουδια ,και αν τον ρωτουσε καποιος,θ απαντουσε οτι περασε τη ζωη του με τη βοηθεια  της μουσικής.Στη διαρκεια της ζωης του έχασε ανθρωπους ,δουλειες και λεφτα.Εχασε φιλους και σιγα σιγα εχασε και τις μνημες του.Ομως ολα τ αντεξε και ο λογος ηταν η υπαρξη της μουσικης.

Ο Κος Λιπης ,αντιληφθηκε οτι ο χρονος κ ο αερας αρχισε να στενευει γιαυτον ,οταν συνειδητοποιησε οτι δε υπηρχε πλεον μουσικη και τραγουδι που να μπορει να αγγιζει τη ψυχη του.Αυτο δε ηταν διολου ευκολη συνειδητοποίηση και φυσικά δε ηταν ενα θεμα προς συζήτηση διοτι ηταν πολυ δυσκολη η συνταξη μιας τετοιας δυστοκιας.

Ο Κος Λιπης αντεξε χωρις μουσικη και τραγουδι ,6 χρονια.Στο τελος του 6ου χρονου,περασε ενα σκοινι στο λαιμο του κ αυτοκτονησε.Αφησε κ ενα σημειωμα.Ελεγε "δε υπαρχει πια ουτε ενα τραγουδι που να μ ανασταίνει να με κανει να θελω να ζω εστω κ θλιμενος.Γιατη ακριβεια επιθυμω σφοδρά να ειμαι θλιμενος αλλα δε ειμαι ουτε απ αυτο.".

Ο Κος Λιπης εζησε 6 χρονια σε μια επιγεια κολαση καθολου αντιληπτη απ τους τριγυρω του.
Μετα τη κηδεια του στηθηκε μεγαλο γλεντι με μουσική.Παντα ο κοσμος ομορφαινει και χαιρεται οταν φευγει ενα αβολο βαρος.

*********************************************************************************** 

 

Πέμπτη, 17 Οκτωβρίου 2019

"Kρίντ"

 Ο Κριντ,μπηκε στην σάλα των κεραυνών,βλοσυρός και απόμακρος ,όπως πάντα.
Κάθησε στην δικιά του θέση,μια θέση απομονωμένη απ τα μεγάλα τραπέζια
που φιλοξενούσαν ομάδες κεραυνών.Και υπηρχαν εκαντοντάδες τραπέζια στη σάλα.
Μικρότερα και μεγαλύτερα.Όλα απο ξύλα αρχαιων  βελανιδιων, καστανιων, σεκόγιας, μαυροπευκων
και πλατανιων. Οι κεραυνοί κάθονταν κατά ομάδες.Αλλου της θάλασσας,αλλου των λιμνων,αλλου των πεδιάδων,αλλου των βουνων,αλλου των νησιων αλλου της ξηρας..Σπανια έβλεπες καποιον να κάθεται μόνος του.Ο Κριντ ηταν ενας απ αυτους.Το τραπέζι του ηταν απο τσιμέντο .Η καρέκλα του απο πίσσα και χαλίκια.Και η θέα που είχε ήταν ο τοιχος  απο γυαλιά και πλαστικο και πέρα απ αυτα δεν έβλεπε τίποτα ,γιατί δεν υπήρχε τίποτα αλλο να δει.

Συχνα πυκνά,ομάδες ομάδες ,εφυγαν και ξαναγυρνούσαν με τα θυματά τους.Οι λέξεις τους ηταν ενας ήχος  ακατάληπτος,έμοιαζαν με κρότους απόκοσμους,οι ιδιοι ήξεραν ποτε πανυγήριζαν,πότε έβριζαν,πότε θύμωναν,πότε λαγοκομόντουσαν.Οι ιδιοι τα ξεραν ολοι κ ολοι οι αλλοι καταλαβαιναν.
Ο Κρίντ,είχε μήνες να βγει.Ολοι το βλεπαν,κανείς δε έλεγε τίποτα,όλοι απέφευθγαν ιις κουβέντες μαζι του.Πολλες φορες του ειχαν προτεινει να έρθει μαζί τους ,πάντα αρνιότανε.Ο Κριντ ,περίμενε αγνωστο τι, αγνωστο ποιον,αγνωστα όλα.Περίμενε μονο.Κ οσο περίμενε ,τοσο αγριευε ,τόσο γινόταν όλο και πιο βλοσυρός,ολο κ πιο απόμακρος.Ο καιρός περνούσε και μονο αυτοι των βουνων εφευγαν ξαφνικα και γυρνουσαν πάλι γρήγορα φερνοντας μαζι τους ξύλα για τη  φωτιά ,σκοτωμένα ζωα,καμμια φορα κ ανθρωπους.Καμμια φορα εφευγαν μαζι τους ,κ αυτοι της θάλασσας ,αλλα δε ηταν λίγες οι φορές που γύριζαν απρακτοι και οι μεν και οι δε και  τρομακτικοι καυγαδες ξεσπουσαν τοτε στη μεγάλη σάλα.

Ο Κριντ ακουγε αλλα δε μιλούσε.Εβλεπε αλλα ήταν σα να βλεπει το κενό.Ποτε δεν επαιρνε θεση υπερ καποιων η κατα άλλων.Ο Κριντ περίμενε στο τσιμεντένιο του τραπέζι,λιωνοντας την καρέκλα του απο πίσσα και χαλίκια. Ερχοταν ο Νοέμβρης.Ο μήνας των καταιγίδων.Ο μήνας τους.Ο μηνας που πολλες φορες η σάλα άδειαζε ολόκληρη. Σχεδια και συζητησεις χάρτες και συμφωνίες ,αγριες κραυγες και χειροκροτήματα ακουγοταν όλο και πιο συχνα μερα και νυχτα.
Λίγο πριν τελειωσει ο Οκτωβρης,ο Κριντ βγήκε απο την αιθουσα.Κανεις δεν τον πρόσεξε.Στο μυαλο του το γεματο φωτια και θυμό ενας πυρακτωμενος χυλός ενέργειας σχημάτιζε τον στόχο του.Ενα στόχο που ειχε να χτυπηθει δεκαετίες.

***********************************************************************************

 

Πέμπτη, 8 Σεπτεμβρίου 2016

Η μικρη και θλιβερά καμμενη ιστορια ενος "σ αγαπω" σ ενα τοιχο...

 


Οταν ο Σωτήρης έγραφε με πάθος κ άγνοια κινδύνου αυτό που πραγματικά αισθανόταν για την Σταυρούλα, -με σπρέυ στον τοίχο της υπόγειας διάβασης στην Μουστοξύδη,εκει στο παρκο ,-η Σταυρούλα πλέον δεν έδινε δεκάρα γιαυτόν.

  Η αλήθεια είναι ότι είχε προσπαθήσει πολύ μαζί του,είχε υπομείνει πολλά,είχε καταπιεί ακόμα περισσότερα,είχε εξαντλήσει όλες τις συμβουλές της κολλητής της,είχε τσακωθεί με τον πατέρα της πολύ άγρια ,είχε πιει οτι πινόταν απο οινόπνευμα,και είχε μαθει απ εξω ολους τους δικους των πυξ λαξ,και του Μorrissey ,και γενικά η Σταυρούλα είχε κάνει ότι ήταν να κάνει.Αλλα χωρίς αποτέλεσμα. 

 Ο Σωτήρης όχι μονο δεν εκδήλωνε τα συναισθηματά του,αλλά αυτό που έδειχνε ηταν πολυ διαφορετικό απ αυτό που αισθανόταν.Ο Σωτηρης είχε πιάσει τα βασικα απ το γηπεδο και το στρατο,,"αφηνεις τις γκόμενες να λενε ,να λενε οτι μαλακια θέλουνε και κανεις τη δουλεια σου απλα" και συ δεν αγαπας ποτε , ουτε συναισθηματα και πουτσες μπλε,αλλιως σε πηδηξαν οι γκομενες,αυτες θελουνε μονο ξυλο γαμησι και ειναι καλα..Ο Σωτήρης τα βρήκε σκούρα όταν η Σταυρούλα ξεπερασε τον ευατο της, τον έκανε πέρα και το εννοούσε.Τίποτα πιο ακλονητο απο την απόφαση της Σταυρούλας.Ήταν μέχρι να την πάρει.Οταν την επαιρνε την τηρούσε μεχρι κεραίας.Μεχρι εκει,είχε πει,και αυτον τον τύπο δε θα τον γνώριζε καν απο δω και περα.Το ίδιο ειχε πει και στους μπατσους οταν την ρώτησαν αν ήξερε τον Σωτήρη. 

 Οι μπάτσοι δεν είχαν καμμια διάθεση να ανακατευτούν στα γκομενικά,της Σταυρούλας και του Σωτήρη,απλα περνούσαν μ ενα περιπολικό απο την διάβαση της Μουστοξύδη, περασμένα μεσάνυχτα μια νύχτα ενος Σεπτέμβρη .Ειδαν τον Σωτηρη με το σπρευ,κατεβηκαν τον συνέλαβαν.Ο Σωτηρης τα ξέρασε όλα με λυγμούς .Στο πρόσωπο του αξιωματικου υπηρεσίας είχε βρεί εναν ψυχοθεραπευτη ο οποίος πηρε σοβαρα τον ρόλο του και πρότεινε να κανουν θεραπεία ζευγους στο τμήμα.Καλεσαν και την Σταυρούλα η οποία πήγε με τον καινούργιο γκόμενο. Εκέι ειχαμε αλλα δράματα ,διοτι ο νεος γκομενος δεν ειχε ιδεα για ολα αυτα και δε καταλαβαινε τιποτα,το μονο που τον ενδιεφερε ηταν να πανε να πηδηχτουνε με τη Σταυρουλα,η Σταυρούλα του ελεγε "μην ανυσηχεις μωρο μου ,παρεξηγηση εγινε,θα σου κανω εγω τα καλυετρα μετα,"ο Σωτηρης μια ελεγε στο γκομενο της Σταυρουλας,"πως σου φαινεται ρε που γαμας μεταχειρισμενο μουνι" και στη Σταυρουλα γυρναγε κ ελεγε "σ αγαπαω ρε""γυρνα πισω", τα οποία κορύφωθηκαν οταν η Σταυρούλα δηλωσε ευθεως και κατηγορηματικά οτι ουδέποτε ηξερε τον Σωτήρη και οτι ολα αυτα τα ειχε βγαλει απο το μυαλό του κ οτι ηταν σχιζοφερνης,και καθαρη ανωμαλαρα,απορούσε δε ,πως ο αξιωματικός δε το έβλεπε.Μετα ο Σωτηρης τα σπασε ολα μεσα στο γραφειο απ τα νευρα του και ελεγε "μωρη σου λεω αληθεια"...και του βαλανε χειροπεδες..αυτη κουναγε το κεφαλι της πανω κατω,ο αλλος κοιταζε σα μαλακας....ενα δραμα... 

 Ο αξιωματικος προτεινε θεραπεία στον Σωτηρη με ηρεμιστικά και κανα δυο μήνες κράτηση και στη Σταυρούλα ευχηθηκε τα καλύτερα για τη ζωή της και της ειπε να φυγει αφου της ζητησε συγννωμη για την αναστατωση.Ο αξιωματικος ηταν ενας εξυπνος ανθρωπος και ειχε καταλάβει οτι δε έπρεπε να παιξει με την απόφαση της Σταυρούλας επ ουδενί.Η αποφαση μιας γυναικας ηταν ενα ζητημα εξαιρετικα σοβαρο ,και αντιμετωπιζοταν με σοβαροτητα αναλογη εκεινης της διαχειρισης τροκοκρατικης επιθεσης.Τα χε μαθει αυτα τα βασικα απο την υπηρεσια. Ο Σωτηρης εκανε τη θεραπεια του κ εκδηλωνε απο τοτε τα αισθηματα του σε αμμεσο χρονο και αμεσως.Δε τα ξανανάμπλεξε ποτε με κανονικη κοπελα,πηγαινε μονο με πουτανες και ειχε σα μοναδικο κριτηριο επιλογης το ονομα τους.Ηθελε να τις λενε ολες Σταυρούλες.... ακομα και με καμια Σοφια να πηγαινε ,την εβαζε να λεει οσο τη πηδουσε.."με λενε Σταυρουλα και σ αγαπαω...με λενε Σταυρούλα και σε λατρευω"...κ αυτος απαντουσε..."ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ Σ ΑΓΑΠΩ" και εχυνε..Το λιδιο εκανε και με τις αλλοδαπες.Πληρωνε κατι παραπανω μεχρι να τις μαθει να λενε στα Ελληνικα "με λενε Σταυρουλα¨.Τοσο απλα.

 Η Σταυρούλα με τη σειρά της έκανε οτι της έκανε ο Σωτήρης στον καινουργιο γκομενο και τον ειχε σαν pet , μετα ομως το βαρεθηκε και ηθελε ετσι ενα συναισθημα,και γενικα περναγανε τα χρονια και βαριοτανε μ ολο αυτο ,μεγαλωνε και κανεις αντρας δεν μπορουσε να ανταποκριθει ακριβως σ αυτο που ειχε αυτη στο μυαλο της σαν αντρας,μεχρι που απο τη βαρεμαρα εγινε λεσβια και καποια στιγμη τα φτιαξε με την Τασια και μαζι γνωρισαν τον Βαγγελη και απο τοτε ζουν ολοι μαζι.Μαλλον χαρουμενοι. Ο αξιωματικος υπηρεσίας ,κατι σε φάση ,συμβουλος γάμου για άτομα με ψυχωσικη διαταραχή και τάσεις προς την πυρομανία έγινε ,κατι τέτοιο,γενικα μπερδεμένη φάση... 

Εμεινε το συνθημα μονο.Αν περαστε με κατευθυνηση προς Κυψελη θα το δειτε στα δεξια σας ,λιγο πριν βγειτε απο τη διαβαση.

***********************************************************************************

 

Κυριακή, 21 Αυγούστου 2016

Ιστορίες από το Υπόγειο(Ο γέρος -κατσαρίδα)

Ότι πίστευα πραγματικά, για αυτόν τον γέρο, ήταν πως κάποτε ήταν μια …κατσαρίδα. Μια κατσαρίδα, που θέλησε πολύ να γίνει άνθρωπος. Ήταν το πιο παράξενο αίτημα που είχε ποτέ της μια κατσαρίδα. Και ο Θεός, για τους δικούς του ,ανεξιχνίαστους- πάντα- λόγους, το έκανε δεκτό. Πότε ακριβώς έγινε αυτό και σε ποια ηλικία ήταν τότε η κατσαρίδα αυτή, δεν έχω ιδέα .Πρέπει να ήταν πάρα πολύ παλιά. Πολύ παλιά όμως…
Είχα λόγους που το πίστευα αυτό.
Κανείς δεν ήξερε ποια ήταν η πραγματική του ηλικία. Κυκλοφορούσαν μονάχα υποθέσεις. Άλλος έλεγε 80,άλλος 90 ,όλοι όμως συμφωνούσαν ,όταν μιλούσαν γι ‘αυτόν στο να μην τον λένε με το όνομά του. Μεταξύ τους ,έλεγαν πάντα «ο γέρος». Το πως τον λέγανε ,έμοιαζε να μην έχει αξία. Τον ίδιο πάντως τον έλεγαν Κώστα.
Ζούσε στο Υπόγειο. Μόνος. Κανείς δεν τον επισκέφτηκε ποτέ ,κανείς δεν τον είδε με κάποιον άλλο στον δρόμο. Το σπίτι του το είχε αγοράσει. Μια συνηθισμένη γκαρσονιέρα μ ένα δωμάτιο μικρό, μικρό και στενό χώλ, κουζίνα μικρή ,μικρό μπάνιο. Όλα μικρά. Φως δεν έμπαινε ποτέ μέσα. Ζούσε κυριολεκτικά στο σκοτάδι. Λίγο που είχα δει μια μέρα από τη μισάνοιχτη εξώπορτα, ήταν πως εκεί ζούσε το πραγματικό χάος. Έπιπλα, τραπέζια, σακούλες, βιβλία, τροφές το ένα πάνω στο άλλο.
Ο ίδιος δεν μιλούσε πάρα πολύ σπάνια. Η φωνή του ήταν η πιο άθλια φωνή που έχω ακούσει ποτέ. Ένας ήχος σαν σιριγμός, που δεν καταλάβαινες ευκρινώς τα φωνήεντα και τα σύμφωνα ,άλλα καταλάβαινες τι έλεγε. Δεν μπόρεσα ποτέ να εξηγήσω πως γινόταν αυτό. Δεν θυμάμαι ποτέ πως πρόφερε μια λέξη .Θυμάμαι ότι καταλάβαινα το νόημα της λέξης κ ΄έτσι καταλάβαινα τι ήθελε να πει. Όπως εγώ έτσι και οι υπόλοιποι. Αλλά κανείς μας ποτέ δε σχολίασε αυτό τα πράγμα. Το «δεχόμασταν» σαν κάτι που θα θέλαμε να κουτσομπολέψουμε, αλλά δεν μπορούσαμε να το κάνουμε. Το «γιατί» …άγνωστο.
Όταν όλοι όσοι ζούσαν στο Υπόγειο, είχαν πεθάνει ,αυτός είχε τα ίδια χαρακτηριστικά και ο χρόνος έμοιαζε να μην τον ακουμπάει. Ψηλός, με καμπούρα. Γουρλωτά υγρά μάτια. Σε κοίταζαν και ένιωθες πως αυτός ο γέρος ήξερε τα πάντα για σένα .Ακόμα και αυτά που εσύ δεν είχες πάρει χαμπάρι και σ αφορούσαν .Μύτη κ αυτιά με τρίχες .Είχες την ακλόνητη αίσθηση της σιγουριάς ,ότι μύριζε τα πάντα, και άκουγε τα πάντα. Στόμα αηδιαστικό ,πάντα με σάλια στην άκρη των χειλιών του ,φανταζόσουνα την τροφή που έτρωγε και ήθελες να κάνεις εμετό. Δόντια κατακίτρινα. Τα χέρια του ήταν γεμάτα τρίχες ,μαύρες αδύνατες τρίχες. Τα δάχτυλά του λεπτά και μακριά. Φορούσε πάντα μα πάντα τα ίδια ρούχα. Ένα μπεζ υφασμάτινο παντελόνι ένα λευκό πουκάμισο που με τον καιρό είχε γίνει κρέμ και μια ζώνη που την έδενε ω από το ύψος του αφαλού του, κοντά στο στομάχι. Η εικόνα του ήταν τόσο αποκαρδιωτική. Κ όμως ποτέ κανείς δεν τον πλησίασε, δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει κάτι γι αυτόν. Λες και όλοι μας υπακούαμε σε μια άγνωστη διαταγή που μας ήταν γνωστή, από κάπου», από «κάποτε» ,από «κάπως» και εμείς δεν την εξετάζαμε ποτέ. Απλώς υπακούαμε…
Τον είδα πριν δυο μήνες. Ζούσε ακόμα. Τον είδα στο δρόμο να βαδίζει κυρτός, με την καμπούρα του . Δεν ξέρω γιατί το κανα. Τρέχοντας μπήκα στο ζαχαροπλαστείο και αγόρασα ένα ζαχαρωτό. Πήγα και του το έδωσα χωρίς να του μιλήσω .Με κοίταξε . Κατάλαβα πως μ αναγνώρισε. Κοίταξε το ζαχαρωτό και μου είπε μ εκείνη την ακατάληπτη φωνή του, την γεμάτη σιριγμό ..: “Εσύ είσαι λοιπόν .Πέτα το στο δρόμο και φύγε. Θα έρθω μόνος μου όταν θα έρθει η ώρα.» Δεν κατάλαβα τι εννοούσε. Έκανα όμως ότι μου είπε νιώθοντας ένα πόνο στη ψυχή μου, τόσο παράξενο που με κράτησε ξάγρυπνο για πολλά βράδια .
Το χα ξεχάσει και σαν γεγονός. Μέχρι χτες το βράδυ. Όταν ζαλισμένος απ τα τσιγάρα και το ποτό δε μπορούσα να πιστέψω πως διάολο βρέθηκε μια τεράστια κατσαρίδα στην οθόνη του υπολογιστή μου. Δεν τρόμαξα καθόλου. Μου έκανε τόσο εντύπωση που την κοίταζα κάμποσο και δε σας κρύβω αναρωτιόμουνα για την απόφασή μου να πιώ τόσα τσιγάρα και τόσο αλκοόλ. Είπα, θυμάμαι…”δε πάει άλλο…μέχρις εδώ…θα τα κόψω όλα!! Δεν υπάρχουν τόσο μεγάλες κατσαρίδες. Έχω δει μεγάλες κατσαρίδες. Μαύρες .Ξέρω πως είναι. Είναι άθλιες. Είναι σιχαμένες. Αλλά όχι ,δεν είναι έτσι…δεν είναι σαν αυτή. “Kαι μόνο όταν άνοιξε κάτι τεράστια φτερά και προσγειώθηκε στα πόδια μου ,τότε μόνο συνήρθα. Και τρόμαξα. Και την έλιωσα με το παπούτσι μου.
Την έλιωσα κυριολεκτικά….. 
***********************************************************************************

 

Παρασκευή, 4 Δεκεμβρίου 2015

Η εξαφάνιση του Κυρίου Δόβλια

Ο Κύριος Δόβλιας ,ούτε και θυμόταν ,πόσες ,μα πόσες φορές ,είχε βρεθεί μπροστά στην αναγκαιότητα να υπάρχει ένας καθρέπτης στο σπίτι του. Ένας ολόσωμος καθρέπτης για να μπορεί να επιθεωρεί τον ευ ατό του,να τσεκάρει το ντύσιμό του και να στολίζει -γιατί όχι -το σπίτι του με την παρουσία του. Όλες οι γυναίκες είναι αλήθεια που έμπαιναν κατά καιρούς στο σπίτι του,δυσφορούσαν που δεν υπήρχε ένας ολόσωμος καθρέπτης ..Υπήρχε ένας καθρέπτης μπάνιου η αλήθεια είναι,αλλά σ αυτόν δεν μπορούσε να δει ποτέ ολόκληρο τον ευατό του .Κάθε φορά κατέληγε στο ίδιο συμπέρασμα και στην ίδια αναγκαιότητα .Της απόκτησης ενός καθρέπτη. Ενός ολόσωμου καθρέπτη.Και κάθε φορά ,μετά τη διαπίστωση αυτή,έβγαινε έξω και καθρεπτιζόταν στα τζάμια των καταστημάτων ,των εισόδων των πολυκατοικιών και όπου υπήρχε καθρέπτης έμπαινε εκεί με κάποια αφορμή και κοιταζόταν.

Έτσι έκανε και εκείνο το μοιραίο βράδυ.Ήταν πολύ αργά και δεν μπορούσε ν απορρίψει την πρόταση για ένα γεύμα κάπως επίσημο.Ντύθηκε καλά αλλά δεν ήταν σίγουρος ακριβώς για το πώς φαινόταν,έτσι βγήκε έξω στο δρόμο και κατεύθυνθηκε στην πολυκατοικία της οδού Λήθης στο νούμερο 8,όπου στην είσοδο της πολυκατοικίας βρισκόταν ένας τεράστιος καθρέπτης που κάλυπτε όλο τον τοίχο.Πρόβλημα με την πόρτα της εισόδου δεν υπήρχε ποτέ ,γιατί στον αριθμό 8 της οδού Λήθης ,η πόρτα της εισόδου ήταν πάντα χαλασμένη και πάντα κάποιος ξέχναγε να την σπρώξει καλά για να κλείσει.

Επιθεώρησε τον ευατό του μπροστά στον τεράστιο καθρέπτη για αρκετή ώρα και τον βρήκε γενικά αποδεκτό ,σωστά και κατάλληλα ντυμένο για την  περίσταση.Όταν όμως προσπάθησε να φύγει και να βγει από την πολυκατοικία ,αυτό ήταν αδύνατο.Πέρασαν λίγα λεπτά της ώρας για να καταλάβει έντρομος ,ότι κοιτούσε με το πλάι του ματιού του την είσοδο ,ενώ ακριβώς μπροστά του ,βρισκόταν μια σειρά από γλάστρες με πλαστικά φυτά.Το χέρι του στην έκταση ακουμπούσε τον καθρέπτη,αλλά ο ίδιος δεν έβλεπε τον ευατό του.
"Καλώς ήρθατε ",αντήχησε μια φωνή στα αυτιά του.
"Το δείπνο είναι έτοιμο,σας περιμέναμε."
Έκανε μεταβολή και βρέθηκε μπροστά σένα σερβιρισμένο τραπέζι με τα μαχαιροπίρουνα και τα ποτήρια να κουνιούνται μόνα τους .
"Περάστε να καθίσετε ",συνέχισε η φωνή .Μπορείτε να σερβιριστείτε μόνος σας και να επιλέξετε ότι μα ότι  θέλετε."
"Δεν βλέπω κανέναν ,γιατί δεν βλέπω κανέναν ?" ρώτησε σαν να παραμιλούσε.
"Ω μα, αυτό δεν είναι απόλυτα ακριβές",,απάντησε η φωνή.Γυρίστε πίσω σας και δείτε.
Έκανε ξανά μεταβολή και είδε ένα ζευγάρι να τον κοιτάζει.
"Ει...τους φώναξε...Μένετε εδώ?"
Το ζευγάρι συνέχισε να τον κοιτά,ο άντρας είπε στη γυναίκα ότι το φόρεμα που φορούσε της πήγαινε πολύ και αυτή μουρμούραγε πως παρόλα αυτά έπρεπε να χάσει κάποια κιλά ακόμα.Και έφυγαν!Χωρίς να του δώσουν καμιά απάντηση.

"Μα τι συμβαίνει,πείτε μου τι συμβαίνει,"φώναξε έντρομος."Και σεις ποιος είστε "Γιατί δεν σας βλέπω? Η φωνή δεν απάντησε.Η φωνή δεν απάντησε ποτέ ξανά.

Ο κύριος Δόβλιας έμαθε με τον καιρό,όλους τους ενοίκους της πολυκατοικίας της οδού Λήθης με τον αριθμό 8.Είδε όλους τους ληστές,όλους τους εραστές,όλους τους διαφημιστές,όλους τους γιατρούς ,όλα τα μωρα που γεννήθηκαν εκεί και όλους τους νεκρούς που πέθαναν εκεί.Η εξαφάνισή του,δεν απασχόλησε ιδιαίτερα κανέναν.Ένας δυο φίλοι του,η αλήθεια είναι ότι στεναχωρήθηκαν και αναστατώθηκαν για κάμποσο καιρό αλλά όχι παραπάνω από λίγους μήνες.

************************************************************************************

 

Πέμπτη, 3 Δεκεμβρίου 2015

H EMMONH THΣ ΜΑΤΑΙΩΣΗΣ


Ο λύκος περίμενε να αρχίσει το παραμύθι και βγήκε βόλτα στο δάσος.Η ώρα περνούσε αλλά η κοκκινοσκουφίτσα δεν φαινόταν πουθενά.Πήγε στο καλύβι της γιαγιάς της και η γιαγιά έλειπε ,μαζεύοντας χόρτα να κάνει σπανακόπιτα.Ο λύκος περίμενε όλη την ημέρα ,περίμενε όλη την βδομάδα,όλο τον μήνα αλλά το παραμύθι δε ξεκινούσε ποτέ.Η κοκκινοσκουφίτσα από μικρή δε γούσταρε πολύ τα παραμύθια και η προοπτική να πρωταγωνιστήσει σ ένα απ αυτά της έφερνε τρομερή βαρεμάρα και ανία.Παρόλο που η γιαγιά της βρισκόταν στην καλύβα του δάσους και την περίμενε ,η ίδια δεν πήγε ποτέ.Έβγαζε selfie με το κινητό της και πόσταρε αηδίες στο Facebοok.Με τον καιρό ο λύκος βαρέθηκε και η κοκκινοσκουφίτσα επίσης.Bαρεθηκαν και οι δυο την ζωή που έκαναν. 

Μια μέρα συναντήθηκαν τυχαία στο ξέφωτο στο δάσος και ο ένας έκανε ότι δεν είδε τον άλλον. Ο λύκος πήγαινε να φάει ένα σουβλάκι σκιουρου και η κοκκινοσκουφίτσα περνούσε από το σπίτι της γιαγιάς της, χωρίς όμως την πρόθεση να μπει μέσα.Πάρα λίγο να χαιρετιστούν,όπως τυπικά χαιρετιούνται κάποιοι παλιοί γνωστοί κ αυτό λόγω της γνώσης που είχαν ότι θα πρωταγωνιστούσαν σε ένα παραμύθι που δεν έγινε ποτέ τελικά . Το δάσος είχε χάσει τους κινδύνους του και η νύχτα ήταν πιο γαλήνια και απ την μέρα.

Ο λύκος και η κοκκινοσκουφίτσα γύρισαν στους δικούς ο καθένας .Δεν ξαναβρέθηκαν ποτέ ..Η γιαγιά της κοκκινοσκουφίτσας  πέθανε στην καλύβα από βαθιά γηρατειά και ποτέ δε κατάλαβε γιατί η εγγονή της δεν πήγε ποτέ να την ξαναδεί.Ο λύκος πέθανε σε βαθιά γηρατειά,μόνος του ,από ασιτία γιατί είχα χάσει όλα του τα δόντια..Η κοκκινοσκουφίτσα πέρασε στα ναρκωτικά και αργότερα έγινε πόρνη για να βγάζει την δόση της. Πέθανε με μια σύριγγα στο χέρι.H συγκεκριμένη φώτο πήρε πολλά Like.

***********************************************************************************

 

Πέμπτη, 25 Ιουνίου 2015

(Οι επιπτωσεις απο μια παραταιρη σχεση,η θρυλούμενη ερωτικη παρεκτροπη του Λενυ και οι υποψιες που τη συνοδευουν)


Οταν ο Λένυ ,τα φτιαξε μ ένα σύννεφο,δεν τηρήθηκαν πολλά απο τα καθιερωμένα τυπικά που ειθισται να ισχυουν σ αυτες τις καταστάσεις .

Απο την Εθνικη μετεωρολογικη υπηρεσία και τους κατα τοπους μετεωρολογικους σταθμους αλλα και παρατηρητές,το μόνο που επιβεβαιώνεται ειναι η επι 5νθήμερο
ασυνήθιστη -ομολογουμένως- κακοκαιρία στην περιοχή,με βασικά χαρακτηριστικά τις συνεχεις βροχές,τα ηλεκτρικά,το χαλάζι , την πυκνή ομίχλη και την χαμλή γιατην εποχή θερμοκρασία.

Απ τους φίλους του,επίσης ,το μόνο που επιβεβαιώνεται με σιγουριά ,είναι η -παραφορη σχεδον -,πως να την πουμε...αγάπη ,λατρεία ,πάθος ,του Λένυ ,για τα συννεφα.Τ αγαπουσε με ενταση,πόθο και αγωνία, χωρις διακρίσεις ,ανεξαρτήτως εποχής ,και ανεξαρτήτως υετού.Εφτανε ενα μόνο μικρό συννεφάκι στον ουράνιο θόλο για να κάνει τον Λένυ ευτυχισμένο.Αντίθετα
οι χειρότερες μέρες για τον Λένυ ,ηταν αυτές που δεν υπήρχε ουτε ίχνος απο σύνεφο στον ορίζοντα.Τότε έπεφτε για να πεθάνει.Ηξερε καθε συννεφο με τ ονομα του,υπολογιζε με ακριβεια το υψος τους ,ήξερε τα παντα για τη διάρκεια της σύντομης ζωης του. Καποιοι ηταν πως δε θα ταν αστοχο να ειπωθει πως ο Λένυ ζούσε μόνο για τα σύννεφα.

Αυτα ειναι γνωστα μόνο και αυτά είναι σίγουρα επιβεβαιωμένα. Ολα τ αλλα ανήκουν στον χώρο του μύθου,του παραμυθιού,της ραδιοαρβύλας,και της προσωπικής μαλακοθεωρίας του καθένα.Αφορμή για όλο αυτο το αστήριχτο κουτσομπολιό στάθηκαν τα παρακάτω.

Ο Λένυ,χάθηκε απο την πιάτσα,τις παρέες και απο το διαδίκτυο.Δεν ξαναανέβασε φωτογραφία απο σύννεφο και γενικά ο ίδιος δεν ξανάπε ποτέ πια τίποτα.Στην περιοχή που έμενε ,υπήρχε πάντοτε μια υποψία αυξημένης υγρασίας σχηματοποιημένης σε υδρατμούς,ενα κάτι σαν σύννεφο δλδ .Οταν η αστυνομία μπούκαρε στο σπίτι του,το βρήκε να στάζει απο παντού,ενω πεταμένες βρήκε κάτι ακτινογραφίες θώρακα ενός 'αγνωστου όντος.Παντου ειχαν φυτρώσει πρασινάδες ενω τεραστιων διαστάσεων φυτά κάλυπταν τα πάντα,απο τοιχους και ταβάνια μέχρι ντουλάπια και κέθε έπιπλο.Σε φωτογραφίες της παρέας του,με μια προσεχτική ματιά εμφανιζόταν πάντα μια αχλύ πάνω της και γύρω της.Εγκατασταθηκε μετεωρολογικός σταθμός στη ταράτσα του σπιτιού του,που πάντα κατέγραφε υετό ενω παρουσίαζε την υγρασία μόνιμα στα ύψη.

Ηταν το dna εκείνο που τελικά έδωσε την απάντηση ,για όλα τα διασκορπισμένα τεμαχισμένα μέλη ανθρώπινου σώματος,που βρέθηκαν σε μια τεράστια έκταση στη περιοχή που πλήγηκε απο τη πρωτοφανη και σφοδρότατη καταιγίδα καταιγίδα της 14ης Ιούλη του 2051.Ηταν του Λένυ.Ο μετεωρολογικός σταθμός της περιοχής μετα τη καταιγίδα συντονίστηκε με τους γειτονικους του οσον αφορα κάθε τιμή της ατμοσφαιρας.
***********************************************************************************
 

Πέμπτη, 25 Ιουνίου 2015

"Η βαριεστημενη ιστορια μιας φωλιας χελιδονιων και η αναχωρηση των εξωγηινων"


Ξύπνησε και κοίταξε το ταβάνι.Δεν είχε καμιά όρεξη να σηκωθεί.Δεν είχε καμμιά ορεξη να ξανακοιμηθεί.Γενικά δεν είχε καμμια όρεξη για τιποτα.. Ούτε για να φάει. Ουτε καν για καφε .Απ την ανοιχτή μπαλκονόπορτα ,μαζί με την πρωινή δροσιά του Ιούνη,εμπαιναν και οι αγριοφωνάρες των πωλητων της λαικής που αυτη την Τριτη ειχαν στρατοπεδευσει στον απο κάτω δρόμο.

Ορεξη ,φαινεται πως είχε ενα ζευγάρι χελιδόνια όμως,που μπήκαν σαν αεροπλανανάκια μέσα στο δωμάτιο του.Τα κοίταζε μ ενα βλέμμα απορίας.Τα χελιδόνια,πέταξαν γυρω γυρω πανω κατω,περασαν πανω απο το κεφάλι του,κοτσούλησαν στο ποτήρι με το νερό,και μετα έφυγαν ξανα.
-Αλλο κ τουτο,πάλι ,ειπε..οτι να ναι ρε φιλε,Μα οτι να ναι....

Δεν πρόλαβε να ξαναγυρισει στην πρότερη κατασταση του,οπου δεν ειχε καμια ορεξη,οταν τα χελιδονια ξαναμπηκαν μεσα. Κόλλησαν στη γωνία στο ταβανι,κρατωντας κατι αδιευκρινιστο στα ραμφη τους .Κοιταζε σαν μαλακας.Τικ τικ τικ,,τακ,τι,τακ...τακ χελιδονια φευγανε ,γυρναγανε ,η ιδια δουλεια.
-Κοιτα να δεις,χτιζουνε φωλια,σκεφτηκε.Κουφο.

Ειπε να σηκωθει να το γραψει στο Facebook αλλα δεν ειχε ορεξη,δε γουσταρε κιολας.Ηθελε ομως καφε.Σηκωθηκε ,εκανε καφε και εβαλε μουσικη. Τα χελιδονια συνεχιζαν ,Τον ειχαν γραψει στα αρχιδια τους και συνεχιζαν. Καπου γουσταρε ολη τη φαση,δεν ηταν δα και συνηθισμενο να χτιζουν χελιδονια φωλια μεσα στο δωματιο σου.Το κουρασμενο βαριεστημένο μυαλο του,προσπαθουσε να γυρίσει τη μίζα,ακουγόταν ομως ενα αγκομαχητο και η μιζα πανω που επαιρνε μπρος ,μετα εσβηνε. Το βαλε στον αυτοματο και ντυθηκε να φυγει.Δεν ειχε που να παει,αλλα αυτη η κινηση να φυγει για να παει οπουδηποτε,ηταν οτι μπορουσε να κανει με τον αυτοματο.Τιποτα αλλο.

Γυρισε μετα απο ωρα. Τα χελιδονια παλευαν ακομα και ειχαν σχεδον σχηματισει το περιγραμμα της φωλιας τους.
-Τι γινεται παιδια,?????τα ρωτησε,πως παμε ? Τα χελιδονια δεν ειχαν ορεξη για κουβεντα και συνεχισαν.

Αυτος εφαγε και επεσε να κοιμηθει.Τa χελιδονια μπαινανε βγαινανε και δουλευανε ακαταπαυστα.Αυτο συνεχιστηκε κατι μερες μεχρι που η φωλια τους χτιστηκε και το θηλυκο εκατσε μεσα.Ο τυπος αρχισε να βαριεται τοσο πολυ που σε λιγο ξεχασε και την υπαρξη τους .Μενανε μαζι στο ιδιο δωματιο
αλλα η φαση ηταν στ αρχιδια του.Ουτε καν τα κοιταζε ,ουτε καν σκεφτοταν πια αν αυτο το πραγμα ηταν κατι φυσιολογικο η οχι. Το αρχικο του ενδιαφερον ειχε ατονισει γρηγορα.Και ενα ζευγαρι λιονταρια αν φτιαχνανε τη φωλια τους στο δωματιο του,το πιο πιθανο θα ηατν να ταν επισης στ αρχιδια του.

Αρκει να μην τον ενοχλουσαν να ξαπλωσει και να βυθιστει σ τελειωτες ωρες ληθαργικου υπνου που συνηθιζε.
Μια μερα ,ακουστηκαν τα πρωτα τιτιβισματα .
-γεννησαν,σκεφτηκε και κοιταξε προς την φωλια.
Πραγματι ,μπορουσε να δει τα μικρα κεφαλακια των πουλιων που ανοιγαν κατι θεορατα στοματα για να φανε οτι μαλακια τους εφερναν οι γονεις τους.Κ αυτο το πραμα γινοτανε ολη την ημερα.
-Αντε παιδια,τους ελεγε ,φατε να τη κανετε ,γιατι μου τα χετε ζαλισει.
Τα χελιδονια και ετρωγαν κ ετρωγαν μεχρι που καποτε ηρθε η ωρα να πεταξουν. Ηταν πολυ πρωι ,πανω που χαραζε και η φασαρια τον ξυπνησε.
-Ποιος πουστης,αρχισε να γκρινιάζει...
.
Κοιταζει προς την φωλια ,και τι ναδει? Ουτε ενα ουτε δυο ουτε τρια ,πανω απο 40 χελιδονακια βρισκοταν στα χειλη της φωλιας,κανοντας ισσοροπια,αλλα πεφτοντας αλλα προσπαθωντας να κρατηθουν στον αερα,αλλα ,μεσα στη φωλια. Και οχι μονο αυτο. Υπηρχαν κ αλλα πουλια!!
Πιο μεγαλα απι τα χελιδονάκια .Αγνωστα τελειως.
-Αυτα τι ειναι ρε φιλε ?ρωτησε τρελαμενος.
Αυτα σκουζανε ,και τσιμπαγε το ενα το κεφαλι του αλλου.Μια εικονα παρανοικη τελειως.Καποτε αρχισανε ολα σιγα σιγα να πεφτουν απο τη φωλια και παραταχτηκανε πανω στο κρεβατι του Καθοτανε και τα χαζευε και δεν ελεγε τιποτα.Θα χανε πιασει ολο σχεδον το κρεβατι και ηταν παρατετταγμενα λες κ ηταν στρατος. Και μεσα απο τη φωλια συνεχιζανε να
βγαινουνε καθε λογης πουλια.
-Τι γαμοφωλια ειναι αυτη ρε?σκεφτοταν..τι σκατα γαμησια ριξανε εκει μεσα ?

Το εγκεφαλικο το παθε ελαφρυ βεβαια-,τη γλυτωσε λογω βαρεμαρας- ,οταν ειδε να βγαινουν απο τη φωλια μικρα ανθρωπάκια με μυτες σαν ραμφη πουλιων,ματια κυκλικα,και το σωμα καλυμμενο απο φτερα.Πανω απο 20 ανθρωπακια βγηκαν απ τη φωλια και παραταχτηκαν κ αυτα στο κρεβατι του.
-Μαλακα,θα παω στο γιατρο σκεφτηκε,και ηταν σιγουρος πως αυτη τη φορα δε θα το ανεβαλε .Θα πηγαινε διοτι ειχε καταντησει αηδια ολο αυτο.
Σιγα σιγα ,τα πουλια βγαινε στη βεραντα και παιρνανε τζουρες απο τον πρωινο αερα και γουσταρανε πολυ. Ολοκληρη παρελαση,γεμισε η βερναντα του πουλια .οταν περναγανε μπροστα του τα ανθρωπάκια ,το ενα απ αυτα γυρισε και του απλωσε το χερι.
-Σ ευχαριστοιυμε παρα πολυ για τη φιλοξενια ,του ειπε.Τωρα θα παμε στο σπιτι μας,.θα επιστρεψουε στον πλανητη orion 24 απ
οπου ηρθαμε.Μετα του εδωσαν το χερι ολα τ ανθρωπακια ,ενα ενα και βγηκαν κ αυτα στη βεραντα.
Σε μιση ωρα απο τοτε που αδειασε και η βεραντα του,κοιταζε την ερημη φωλια ετσι καπως αφηρημενα και καπνιζε στο κρεβατι. Η ωρα ηταν 7¨15 to πρωι.Το ξυπνητηρι χτυπησε και ακουστηκε η καμπανα απ τη εκκλησια.Τον ξαναπηρε ο υπνος και ονειρευτηκε πως κλωτσουσε κατι γατες .Οταν ξυπνησε κατα το μεσημερι,στο eurogroup η ελληνικη κυβερνηση εμπινε αποφασισμενη να τριξει τα δοντια στο δντ
***********************************************************************************
 

ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΤΡΟΛΙΡ. (Η συντομη και παραξενη ιστορια που συνδεεται μ αυτο.)


-Πηγα μια βόλτα ,όλη την Πατησίων πάνω κάτω,για να δύσω τον ήλιο.Αν δε το κανα ,ο ήλιος δε θα έδυε απόψε.

Η φράση έγινε δεκτή με αμηχανία και σκέψεις σαρκασμού.

-Ήταν δε,τόσο σημαντικό αυτό που έκανα απόψε,συνέχισε να λέει,
που απόψε ουσιαστικά εκπλήρωσα τον σκοπό που γεννήθηκα.Απο τώρα ειμαι έτοιμος να πεθάνω.

Η αμηχανία βάρυνε πιο πολύ και σκέψεις ενδιαφέροντος αναδύθηκαν
.
-Προτού πεθάνω όμως,πρέπει να σας πω ,την ιστορία του παράξενου πουλιού απο τα μίζερα νησιά του Εχθρικού Ωκεανού,τα ασημα και ανυδρα νησιά Φρίτση.

Οι αναδυόμενες σκέψεις δεν άντεξαν το οξυγόνο και γύρισαν στα νερά της αμηχανίας.

-Το πουλί,συνέχισε αυτός,λέγεται Τρόλιρ. Η ηλικία του ,είναι άγνωστη,μύθοι το αναφέρουν αποτην αρχή του κόσμου,θρύλοι το σκεπάζουν με πέπλα σιωπής.Δεν έχει μάνα δεν εχει πατέρα,υπήρξε απο πάντα έτσι.Ειναι αυτό και κανένα άλλο.Δεν μιλάει ,δεν λαλάει,δεν πετάει,δεν γαμαει.Τρώει ,χέζει και ρευεται.Τhats it.Πως βρέθηκε στην Αθηνα ,δε ξέρει κανείς.Πως βρέθηκε στην κατοχή του κύριου Γκρούπερου επισης άγνωστο.Ποιος ειναι αυτός ο κύριος Γκρούπερος δεν απασχολησε ποτε κανεναν.Μια φημη κυκλοφόρησε κάποτε μόνο,πως ζει σχεδόν μόνιμα στο εξωτερικό.
-Θελετε να ρωτήσετε κατι? Ρώτησε ξαφνικα..
.
3 ερωτήσεις που ειχαν γεννηθεί στο κοινό του ,έγιναν λεσβίες οταν μεγάλωσαν αρκετά,και οταν ηρθε η ωρα τους να εξοστομιστουν ,ειχαν πια γεράσει . Ο Χρόνος ειχε περάσει
κατα δυο χρόνια ,και η ιστορία που αρχισε με κείνη την παράξενη δήλωση περι δυσης του ήλιου ,δεν είχε αρχίσει καν.

-Καλώς προχωράω ,ειπε αυτός.
Το πουλί Τρόλιρ ακούστηκε χτες ξαφνικά στις 6 παρα 20 τα χαράματα ,σε μια ακτίνα 30 χιλιομέτρων.Κανέις δεν ηξερε τι ήταν αυτός ο ήχος.Μόνο εγώ.Ο ήχος ήταν ενα μειγμα
στριγκλιάς φρένου,πορδής ελάφαντα,κλάσιμο καρχαρία,και θροίσματος εκατό στρεμάτων αγριοτριανταφυλιάς.
Την ακούσατε κ εσεις υποθέτω.

Η ομύγηρις δεν θυμόταν ν ακόυσε τίποτα,αλλά όλοι ειχαν παει για κατούρημα στις 6 παρα 20 τα χαραματα εκεινης της μερας ,και για καποιο λόγο ,ολοι τους θυμόταν την ώρα.
Ξεκίνησαν ν απαντάνε όλοι μαζι και αυτος,μόλις σώπασε η οχλοβοή,συνέχισε.

-Τότε το ακουσα κ εγω.Και ηξερα πως είχε έρθει η μέρα μου να δύσω τον ήλιο.Να χετε το νου σας ,γιατί και σεις μια μερα θ ακουσετε το κάλεσμα του πουλιού τρόλιρ.Να στε ετοιμοι
να κάνετε αυτό για το οποίο γεννηθήκατε.

Πέθανε επιτόπου,σε ηλικία 51 ετων.Απο αγνωστη αιτία.Τη νυχτα που πεθανε ,ο ουρανός είχε τα πιο λαμπρά αστέρια των τελευταιων 650 ετων.
************************************************************************************
 

Σάββατο, 6 Ιουνίου 2015

Ο ΤΟΛΗΣ Ο "ΜΠΑΛΑΔΟΡΟΣ"

Αυτη ειναι η σύντομη και θλιβερη ιστορία του Τόλη,του "μπαλαδορου".
Ο Τόλης για να μη τα πολυλογούμε,ητανε στα νιατα του ,γαμώ τους μπαλαδόρους,αλλά γενικά πήρε τ αρχίδια του στην ζωή του ,μιας και δε πρόκοψε ούτε στην μπάλα ,ουτε πουθενά αλλού.Μια σειρά απο μαλακίες και μια σειρά ατυχίες ,τα γαμήσανε όλα.

Η ουσία ειναι οτι γέρασε και γύρναγε σαν την αδικη κατάρα στους δρόμους ,τρομάζοντας τον πληθυσμό. Τον τρόμαζε γιατι ήταν αποκρουστικός. Είχε γεμίσει μαυρες ελιές αηδιαστικές
,ειχε παρκινσον,αλτσχαιμερ που προχωρουσε πολυ αργα ,ειχε καθετήρα ,πολύ μακριά μαλλιά και ηταν επισης εφιαλτικά αδύνατος ,σε σημείο που φαινότανε ολα του τα κόκκαλα.Επίσης
επιαρνε ηρωινη,κοκαινη και καπνιζε και μπαφους.Τις πιο πολλες φορες τρεχανε τα σαλια του και κατουριότανε πάνω του.Εχεζε δε ,οπου έβρισκε ,οτι ωρα να τανε.Τελευαταία τρέκλιζε
και σταματούσε σα να θυμήθηκε κάτι ,και μποφει να μενε στο ιδιο σημείο για 3-4 ωρες,οπου συνηθως τον παιρνανε τα κλάματα ,οι μυξες τρεχανε αβερτα ,στο τέλος έκανε εμετό και μετα ξεκόλαγε και συνέχιζε.


Ο Τόλης δε πεθανε ακριβως. Τον δολοφόνησαν.Περνούσε το βράδυ του τελικού του champions league Σαββατόβραδο με αεράκι δροσερό,μπροστά απο μια καφετέρια που είχε βγάλει τηλέοραση τεράστια σ ενα τοιχο και ο κόσμος καθοτανε και έβλεπε μπάλα.Ο Τολης περναγε ανάμεσα απ τον κόσμο και την οθόνη οταν τον έπιασε παλι αυτη η μαλακία.Σταμάτησε ξαφνικά και έχεσε ορθιος με τρομερες κλανιες.Μετα τρεκλιζε και μετα αρχισε να κλαιει και δε κουνιότανε.
Ο κόσμος σηκώθηκε ορθιος και τον πλάκωσε στο ξύλο με τη μία. Πρεπει να τανε καμμια 70 αρια ατομα ,καθε ηλικίας που τον βαρούσανε ,τον κλωτσούσανε και οσο συνεχιζαν ν α το κανουν αυτο ,τόσο περισσότερο πορωνονταν .Του σπασανε ολα τα κοκκαλα και τσακισανε πανω του ολες τις καρεκλες.Ενας μποντιμπιλντερας αθλητης φιτνες,του σουταρε το κεφαλι με τοση δυναμη που το κοψε ,και το κεφαλι διεγραψε μια καταπληκτική τροχιά και μπήκε σ ενα ανοιγμενο παράθυρο
του 6 οροφου μιας πολυκατοικιας 3 δρομους παρακάτω.Ο κόσμος γούσταρε τρελά και πολλοι καβλωσαν και αρχισανε να τραβανε μαλακια .Τον τεμαχισανε με πιρουνια και του βαλανε καλαμάκια απο σουβλάκια μεσα στις φλεβες και του κατουραγανε το στομαχι. .Βγαλανε τ αντερα του και τα δωσανε στα σκυλια που μαζευτηκαν τα οποια τα φαγαν και φολιάστηκαν και ξερναγανε.Στα καπακια ηρθανε οι μπατσοι ,και ρωτησανε τι εγινε. Τους ειπανε και οι μπατσοι τους γαμησανε ολους στο ξυλο διοτι δεν τους αφησανε να γουσταρουν κ αυτοι με το σκηνικο.

Τωρα ,οκ,η κηδεια ,ηταν τυπική ,διοτι δνε ειχε μεινει και τιποτα απο τον Τόλη. 4 δαχτυλα,λιγο απο το στομαχι,μερικες φλεβιτσες και ενα αρχιδι ταλαιπωρημενο αρκετα.Κανεις δεν πήγε ,μονο μια γριά έκσασε μύτη που δεν ειχε φλεβες καν,ειχε μονο μια κεντρικη αρτηρια που χρησιμοποιουσε το αιμα της ,σαν ασανσερ πανω κατω γιατι βαριοτανε .Πιο βαρετο και πιο βαρεμένο αιμα δε πρεπει να χε ξανακυλησει.Τεσπα ναι ηταν ενα ζομπι σαν αυτα που παιζουν οι ταινιες ,αλλα δεν ηταν τοσο σεξυ .Την λεγανε Κυψελη και της γαμω τη μανα και το σοι.
***********************************************************************************
 

Κυριακή, 24 Μαΐου 2015

Ο ΥΑΚΙΝΘΟΣ


Aυτη ειναι η θλιβερη και συντομη ιστορια του Υάκινθου

Το΄' χε τ ονομά του,αλλιώς δεν εξηγείται η ιστορία του Υάκινθου.Ολοι τον κοροιδεύανε απο μικρό γι αυτό το τόσο παράξενο όνομα .Στην αρχη αισθανότανε χάλια αλλά σιγά σιγά το γούσταρε.Επεσε
και σε κατι ευαίσθητες γκόμενες," α τι ωραίο όνομα "..." τι απίστευτο.." .."τι τέλειο"....κ όλα αυτά τελος πάντων τα υπερθετικά που χρησιμοποιούν οι γκόμενες και τέλος πάντων ,τελικα,μια ετσι μια αλλιως ,πειστηκε κ αυτός,"εβγαζε" και γκόμενες και το γούσταρε.

Τα κουφά αρχίσανε ενα καλοκαίρι,όταν άρχισε να ποτίζει ότι φυτό έβλεπε μπροστά του,ειδικά αυτά που έβλεπε οτι το χάνε ανάγκη. Πολλοί λένε,οτι την πετριά την έφαγε μετά απο μια ήττα
που φάγε απο μια τύπισσα ,η οποία είχε γραμμένο στο μουνί της τ ονομά του,αλλά έκανε τρομερό κρεβάτι.Χωρίσανε η γκόμενα άλλαξε και σπίτι και Ο δικός σου σάλταρε.Πως του βγήκε κ άρχισε να ποτίζει στη αρχή τα χόρτα που βγαίνανε στην ασφαλτο, στους τοίχους,σ οτι απίθανο σημείο πάνε και φυτρώνουν αγριάδες στην πόλη.

Μετά σιγα σιγα επεκτάθηκε  στα φυτα που έβλεπε στα καταστήματα . Ξαφνικά μπούκαρε μέσα ,μ ενα ποτιστήρι,'έλεγε "sory" Και πότιζε τις γλάστρες.Και δεν έφτανε αυτό.Εδινε και συμβουλές για τα φυτά στον ιδιοκτήτη.Ξύλο άρχισε να τρώει σταδιακά,όταν οι ιδικοτήτες δεν τηρούσαν τις συμβουλές του κ αυτός οταν ξαναπέρναγε και έβλεπε τα φυτά στα ίδια χάλια,τους εβαζε αγριο χέρι,σε φάση" ποσο μαλάκας εισαι""μη διανοηθείς και δε του βάλεις σίδηρο"..."μουνάκι θα σε γαμήσω ετσι και το ξαναδώ απότιστο"..."χοντρε τον παίρνεις,η διεφενμπάχια ,υποφέρει"...."που το χεις το μυαλο σου μωρη? στον πούτσο κ αφήνεις τη γαρδένια με μελλιγκρα?.""..Ηταν και λίγο νευρικός και πολλοι ιδιοκτήτες τα παίρανε κρανίο και τον σαπίζανε στο ξύλο.

Μετά τα μαγαζιά,σειρά πήραν οι γλαστες που έβλεπε στο δρόμο σε κάτι ημιυπόγεια,ημιισογεια,κλπ.Αρχισε να σημειώνει τους δρόμους που πέρναγε και να κουβαλά μεγαλύτερο εξοπλσμό μαζί του.Συνηθως περπατούσε με δυο ποτιστήρια , ένα στο κάθε χέρι,μετά αναγκαστικά πήρε τ αμαξι και εβαλε ενα μεγάλο βυτίο στο πορτ παγκαζ.Οι βόλτες του γινόταν πάντα νύχτα και πολλες φορές ξαναγυρνούσε σπίτι να γεμίσει το βυτίο,η ανοιγε την βάνα απο το σωλήνα
της ΕΥΔΑΠ στα πεζοδρόμια .

Η μαλακία έγινε οταν θέλησε να επεκταθεί στους επάνω ορόφους των πολυκατοικιών. Εβλεπε πολλά διαμερίσματα κλειστά,τα φυτά παρατημένα και ο Υάκινθος τρελαινότανε. Μπουκαρε στις βεράντες με όποιο τρόπο μπορούσε και πότιζε τα φυτά.Ενα βραδυ ξημερώμα θα κόντευε,τέλη Ιούλη τώρα,εκανε ντου στη βεράντα του 5ου ορόφου μιας πολυκατοικίας ,μέσω μιας διπλανης ταράτσας . Την ωρα που πότιζε τις γλαστρες ,ανόιγει η πόρτα και πιος βγάινει? Η γκόμενα που τον παράτησε και πίσω της ενα κτήνος,με κατι μούσκουλα και κάτι μουστάκια ,γαμησετα...
.Τι κανεις ρε αρχίδι ,εδω λεει το κτήνος.--"Ρε ο μαλάκας ο Υάκινθος,είπε η γκόμενα.Τι θες εδω ρε μαλάκα?." Ο Υάκινθος τους έγραψε στ αρχίδια του κ ειπε,,"αντε γαμηθειτε ρε....τα φυτά ειναι απότιστα κ άρρωστα."

Ολα γίνανε πολύ γρήγορα. Το κτήνος του χωσε μια με το ενα φτυάρι και του σπασε το κρανιο. Η γκόμενα ειπε" τι μαλάκας θεε μου...χάλια εγινε η βεράντα" και επειδη η φαση γαμηθηκε τελειως ,τον κόψανε κομματάκια και τον φυτέψανε στις γλάστρες.

Μετα ο θρύλος θέλει απο τις γλάστρες αυτες να φύτρωσαν παράξενα ανθρωπόμορφα φυτά, τα οποία σκότωναν τους ιδιοκτήκτες του διαμερίσματος.Μαλακίες ομως Ο κόσμος γουστάρει να λέει μαλακιες. Μη δίνετε βαση.
************************************************************************************
 

Παρασκευή, 22 Μαΐου 2015

Ο ΜΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΛΕΥΚΟ ΒΙΒΛΙΟ


Αυτη ειναι η σύντομη και παράξενη ιστορία του Μάκη που γουσταρε το διαβασμα.

Ο Μάκης το χε με τα βιβλία . Διάβαζε και γούσταρε.Γουσταρε να ταξιδευει με το μυαλο,διαβάζοντας τις ιστορίες των βιβλιων,εμπαινε σ αλλους κόσμους και φαντασιωνοταν τα σκηνικα.
Ολη τη φαση τη κραταγε για παρτη του.Δεν το κανε θεμα ,να πει ξερω γω,διαβάζω,να το παιξει καπως.Κ οχι μονο αυτο,αλλα οταν στη παρέα λεγανε για βιβλία,έκανε τον χαζό.Ετσι ρε παιδι μου ,δε γουσταρε.Κατα τ αλλα,καφετέριες,γκόμενες,τίποτα ξύδια,κάτι κολλητοί της κακιάς ώρας ,μπαλα,και τα σχετικα
.
Ολα ξεκίνησαν ένα βράδυ που γύρναγε απο κατι μπύρες και σουβλάκια. Πως εκατσε τωρα,και έπεσε το μάτι του σ ένα κάδο τίγκα απο σκουπίδια που πανω πανω ειχε ενα βιβλιο λευκό.
Πήγε ,το πήρε ,το επεξργάστηκε,γενικά κουφή φάση.Δεν είχε τίτλο.Είχε ενα λευκό εξώφυλλο και καμμια 50 αριά σελίδες.Εντάξει,το πήρε κ οταν πήγε σπίτι και την έπεσε για ύπνο,το άνοιξε να δει τι λέει.

Αυτό που έλεγε το βιβλίο ήταν για την ζωή του. Αναφερόταν στον ίδιο προσωπικά. Στον Μάκη.Στην αρχή αιφνιδιάστηκε ,είδε τ όνομα,ειδε τα πρώτα χρόνια της ζωής του,είδε σκηνικά με τη μάνα του
και τον πατερα του,τη γειτονιά του,γενικά το βιβλίο έλεγε γιαυτον.Ο Μακης τα παιξε !! Η πρωτη του αντίδραση ήταν να το κλέισει και να το πετάξει πέρα ,σαν να έκαιγε. Φοβήθηκε. Εκλασε μέντες .Εντάξει.Λογικό. .Παραμίλαγε. Μετά λούφαξε. Το κοίταζε απο μακριά .Μετά έβριζε.Μετά δεν άντεξε.πηγε το πηρε και συνέχισε να το διαβάζει.Το βιβλίο τα λεγε όλα. Ελεγε και για τους φόβους του,τις σκέψεις του,πραματα που δεν ειχε ποτε σε κανέναν.Ειχε σαλτάρει τελείως.Είχε παρανοήσει.Δεν μπορούσε να κάνει τη σύνδεση στο μυαλο του για οτι συνέβαινε.Κόντευε να ξημερώσει και τότε συνειδητοποίησε ,πως μπορεί να ηταν μόνο 50
σελίδες το βιβλίο ,αλλά αυτός θα ορκιζόταν οτι διάβασε πανω απο 200. Τι σκατα ρε φιλε,τι έπαιζε? Τι φάση??.

Διάβαζε διάβαζε,ξαναδιάβαζε,πηρε μεσημέρι ,ξαναβράδυασε,ουτε στη δουλεια πήγε,ουτε τηλεφωνα ακουγε,κάποτε έφτασε στο σημείο που βρήκε το βιβλίο!!! Και κει τον περίμενε μια μεγάλη 'έκπληξη. Στη πλοκή του διηγήματος,το λεγε ξεκάθαρα. Αν συνέχιζε να το διαβάζει ,θα πέθαινε.Το βιβλίο είχε ακομα μερικές σελίδες. Αν τις διάβαζε ,θα πέθαινε  επι τόπου.Ετσι εγραφε αυτη η μαλακία.Γούρλωσε τα μάτια και έμεινε να το κοιτάει. Απ τη μια θα πέθαινε.Απ την άλλη το βιβλίο είχε μερικές σελίδες ακόμα.Και θεωρητικά σ αυτες τις σελίδες ηταν γραμμένο το μέλλον του. Και αυτός απείχε μια κίνηση μόνο ,για να διαβάσει το μέλλον του.Αλλά αν το διάβαζε θα πέθαινε. Αλλά αν πέθαινε,τι σκατά γράφανε αυτές οι σελίδες??

 Ο Μάκης ,γαμήθηκε τελείως. Δεν ήξερε τι να κάνει.Προσπαθησε να χαλαρώσει. Πηγε πηρε μπύρες,τσιγάρα γυρισε σπιτι ,τις ηπιε όλες ,τα καπνισε ολα,τραβηξε και μερικες μαλακιες ,χαλάρωμα πουθενα.Κόντευε να παλαβώσει. Τελικα,καποια στιγμή ,φλάσαρε άγρια και ειπε.." δε γαμιεται"...."θα το διαβαζω και οτι θελει ας γινει".."αι γαμησου απο δω ,αρχιδι με τη μαλακια.". και εκατσε και το διάβασε.

Κανενας δεν βρήκε ποτε τον Μάκη. Ποτε!! Κανενας!!! Οταν ανοιξανε τη πορτα οι μπάτσοι,δε βρηκαν ουτε καν επιπλα μεσα στο σπιτι.Μονο ενα λευκο βιβλιο στο πάτωμα.Ο επιθεωρητης που εκασε μυτη ,το πηρε για εξεταση ,δακτυλικα κλπ.Πριν το παραδωσει
του ριξε μια ματια. Δε το παρέδωσε ποτε.

Γαμηθηκε ο Διας μ αυτο το βιβλίο λεμε. ..
*********************************************************************************** 

Πέμπτη, 21 Μαΐου 2015

ΝΤΑΝΥ , Ο ΚΑΤΑΙΓΙΔΑΚΙΑΣ.


Η συντομη και θλιβερη ιστορια του Ντάντυ του καταιγιδάκια.

O Nτάνυ ο καταιγιδάκιας,γεννήθηκε μια μέρα που τη θυμάται ολη η χωρα.
95 πνιγμένοι,χλιαδες ξεσπιτωμένοι απο τις πλημμύρες που προκάλεσαν χαοτικες καταιγίδες που σάρωσαν την χωρα,εκτακτα δελτια αβέρτα, και τα λοιπα και τα λοιπα.Πολλοι ειπανε ,οτι το παρατσούκλι του ,του το δωσε η ιδια εκείνη καταιγίδα που πλημμυρισε και το νοσοκομειο που γεννήθηκε και επιπλέανε τα πτωματα απο τα νεκροτομείο,στη λεωφόρο.

Αλλά ο κόσμος λέει οτι του κατέβει.Η ουσία ειναι οτι ο Ντάνυ απο μικρός γοουσταρε τρελά τις καταιγίδες.Τριω χρονω επαθε πνευμονία γιατί καταφερε ν ανοίξει το παράθυρο πανω απο το κρεβάτι του για να χαζευει τις αστραπες. Εκεινη την ημέρα το σπιτι πλημμύρισε και ο Ντανυ επαθε πνευμονία.Αυτο ηταν το δευτερο σπιτι που πλημμύρισε με τον Ντανυ
για ενοικο. Ακολούθησαν άλλα 15.

Οι γέροι του τον πήγαν σε ψυχολόγο .Ο ψυχολόγος ηταν της Φρουδικής σχολής ,και πήρε τ αρχίδια του ,διότι οταν ο Ντάνυ ακουσε πως η αγαπη του για τις καταιγίδες ,ειχε σχεση με τη βιαιη διακοπη του θηλασμου του σαν βρεφος ,εχωσε το κεφαλι του ψυχολογου σε μια μπανιερα
και πεταξε μεσα ενα ηλεκτρικο σίδερο.Με τις γυναίκες δε τα κατάφερε ποτέ καλά,γιατί οι γυναίκες το παίρνανε πολυ προσωπικά οταν ανοιγε τα παραθυρα και τις πορτες οταν εχε καταιγιδες και αυτες κρυωνανε και πουντιάζανε ,οποτε ο Ντάνυ δε παντρεύτηκε ποτέ.Μόνο μια του εκανε προταση γαμου,αλλά αυτη δε πιάνεται γιατι μετα τον Ντανυ εκανε προταση γαμου και σε ένα φυτό.Κανονικο φυτό με φύλα και ρίζες.

Φίλους είχε κάμποσους τους οποίους βρήκε σ ενα site που ασχολιότανε με τον καιρό.Γρήγορα όμως τους εκανε πέρα γιατί όλοι ήταν φλώροι κατα την αποψή του.Σύμφωνα με τον Ντάνυ αν δε σε χτυπάει κεραυνος εισαι φλωρος.Τον ίδιο τον ειχαν χτυπησει 45 κεραυνοί.Κανένας δε καταφερε να τον σκοτώσει ,το μονο που κατάφερναν οι κεραυνοι ηταν να του προκαλουν στύση.Οι περισσότεροι απ αυτους ,αλλαξαν επάγγελμα και δε ξανάασχολήθηκαν με τον ηλεκτρισμό και τα σύννεφα.

Ο Ντάνυ πέθανε μια μέρα με καταιγίδα.Τελέίως τυχαία . Ειχε ανέβει στη ταράτσα γυμνός και τράβαγε μαλακία την ωρα που τ αστραπόβροντα πέφτανε αβέρτα τριγύρω.Εκει γλίστρησε σε μια μπανάνα που είχε ξεφλουδίσει μια μαιμού που εμενε στο πλυσταριό.Γλίστρησε και έπεσε απο τον 7 όροφο στο δρόμο.

Ο θρύλος λεει,οτι μόλις πεθανε ,ο ουρανος φωτίστηκε με μια περιγραφη που έλεγε "Ε ΜΑ ΤΟΝ ΠΟΥΣΤΗ,,ΑΝΤΕ ΚΑΙ ΓΑΜΗΣΟΥ¨
**********************************************************************************
 

Τρίτη, 19 Μαΐου 2015

Η ΛΙΤΣΑ

Αυτή ειναι η ... συντομη kai θλιβερη ιστορια της ζωης της Λίτσας.

Η Λίτσα επι της ουσίας δε ήξερε αν ήθελε να παντρευτεί. Επι αυτού του θέματος η ίδια είχε πει κατα καιρούς τα μύρια όσα. Αλλα ελεγε στις φιλες της,άλλα στους φλους της,άλλα στους κατα καιρούς γκομενους της, αλλα στη μανα της ,αλλα στον πατερα της ,άλλα σκεφτόνταν η ίδια και άλλα ονειρευόταν .Οποτε απ ολα αυτα ,προκύπτει οτι δεν ήξερε αν ήθελε να παντρευτεί.

Μια μέρα οταν η Λίτσα ηταν 37 ετων ,γνώρισε τον Νώντα. Ο Νώντας της προκάλεσε πολύ μεγάλη ψυχικη αναστάτωση διότι ο Νώντας μπορεί να μην ηταν ιδαίτερα όμορφος αλλα ήξερε παντα τι ήθελε .Ο Νώντας αυτό που ήθελε ,ήταν να βλέπει μπάλα να τρώει πίτσες να πινει μπύρες και να ρεύεται.Ολα αυτα ο Νώντας τα ήθελε ,γνώριζε οτι τα ήθελε ,τα έκανε,και αυτό τον έκανε ακαταμάχητο στον ψυχισμό της Λίτσας .

Μια μέρα στο σπιτι του Νώντα,εκει που τρώγανε πίτσες πίνανε μπύρες και βλέπανε champions league έσπασε ο καναπές απο το βάρος τους,διότι είχανε γίνει και οι δυο τόφαλοι. Τοτε ο Νώντας αγανάκτησε και είπε "να μη γαμησω ρε πουστη μου".."|δε θελω να διακόπτει τιποτα την ωρα που βλεπω μπαλα ,τρωω πιτσα και πινω μπυρες". Μολις το ακουσε ο Λίτσα ενιωσε το κλικ μεσα της και αυθόρμητα του ειπε.\ θέλεις να με παντρευτεις?"".Ο Νώντας της είπε οτι θα της απαντησει στο ημίχρονο και αυτο ηταν που κλέιδωσε μεσα στη Λίτσα την αποφαση της .Ο Νώντας στο ημίχρονο απάντησε καταφατικά και έτσι η Λίτσα παντρευτηκε τελικά τον Νώντα και ζούσανε ευτυχισμενοι,τρωγοντας πιτσες,πινοντας μπυρες και βλέποντας μπάλα.

Μια μέρα ο Νωντας αποφάσισε οτι θα παει γυμναστηριο θα κανει διαιτα και θα παιζει ο ίδιος μπάλα αντι να καθεται να βλεπει τους αλλους. Η Λίτσα έχασε τον κόσμο κατω απο τα πόδια της .Επεσε σε βαθιά κατάθλιψη και δε μίλαγε σε κανέναν ,ενω αρχισε να παιρνει ψυχοφάρμακα. Ο Νώντας καποια στιγμη κουράστηκε απο αυτη την μιζέρια,και αποφάισε να την χωρίσει ,μιας και και ειχε βρει μια σουπερ ντουπερ γκόμενα στο γυμναστήριο.

Η Λίτσα δεν το άντεξε και επιτέθηκε στον Νώντα με το χασαπομάχαιρο ενω του εκοψε το λαιμο,με το εργαλειο που κοβουνε την πίτσα,αυτό με το ροδάκι.Τη Λίτσα την κλεισανε φυλακή και έφαγε ισόβια .Πέρασε ολα τα χρόνια της ζωης της εγκλειστη και μεσα στη φυλακη αρχισε και την ηρωίνη.Πέθανε τη μερα που ειχε τελικο στο champions league. Hταν κατι που το θελε η ιδια πραγματικα. Ισως το μοναδικο πραγμα στη ζωη της που ηταν σιγουρα δικια της επιθυμια
***********************************************************************************
 

Δευτέρα, 18 Μαΐου 2015

Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ


Αυτη ειναι η συντομη και θλιβερη ιστορία του Λεωνίδα,ενός συνηθισμένου ανθρώπου που του άρεσαν οι πατατες οι τηγανητες και τα σουβλακια.

Ο Λεωνίδας περπατούσε στο πεζοδρόμιο το μεσημερι της 25ης Μαίου.Περπατουσε απο την αριστερή πλευρα του πεζοδρομίου ,που είχε ήλιο .Πηγαινε σπιτι του.Οπως πηγαινε,πεφτει πανω σε μια τζαμαρία αόρατη.Η τζαμαρία ηταν μια πύλη για μια αλλη διασταση ,που τα οντα της αλλης διαστασης ,την ειχαν αφησει εκει επιτηδες, ενα βραδυ που επιναν κατι σαν μπυρες και ηταν κουρουμπελο και ηθελαν να τρολαρουν τους ανθρωπους που ζουσαν στην απο δω ,διασταση.

Ξαφνικα ο Λεωνίδας βρεθηκε στον ίδιο δρομο που ηταν και πριν αλλα όλος ο δρόμος ειχε αλλαξει.Τώρα ηταν γεματος σουβλαζιδικα.Για την ακριβεια δεν υπηρχαν σπιτια και πολυκατοικιες αλλα μονο σουβλατζιδικα.Ο Λεωνίδας ειχε μεινει μαλάκας με όλο το σκηνικό και προσπαθουσε να καταλάβει τι συνέβαινε.Πηγε εκει που ηταν το σπιτι του αλλα αυτο δε υπηρχε,υπηρχε
μια σουβλακερί.Ο Λεωνίδας ,τρόμαξε τόσ που του φυγε το σκατό.Αρχισε να τρεχει προσπαθωντας να βρει εναν ανθρωπο ,αλλα ανθρωπος πουθενα.Δεν υπηρχαν πουθενα ανθρωποι ,παρα μονο σουβλατζιδικα .τιγκα στα σουβλακια ,τις πατατες τις τηγανητες και τις κρυες μπυρες.Αφου ειδε κ αποειδε,μπηκε σ ενα τετοιο μαγαζι και εκατσε κ εφαγε του σκασμου.Μετα πηγε και σ αλλο και σ αλλο και γενικα περασε ολη τη μερα του χεσμενος απο το φοβο του και το φαι.Την αλλη μερα το ίδιο. Την παραλη το ίδιο.Καποια στιγμη συνηθισε. Μια μερα μετα απο ενα 6 μηνο πεθανε απο εμφραγμα ,λογω χοληστερινης.

ΣΤΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥΣ οι δυο γριες,ειπαν οτι ειχαν δει. Ο ανθρωπος αυτος ,εκει πο περαπτουσε στο πεζοδρομιο επεσε κατω και πεθανε.Ο θανατος δε ψαχτηκε περισσοτερο και κανεις δε ζητησε τον Λεωνιδα ποτε.Ο Λεωνιδας πηγε στον παραδεισο,οπου δε υπηρχαν σουβλατζιδικα και ετσι εκανε διαιτα αναγκαστικα στον αιωνα τον απαντα.
************************************************************************************
 

Τετάρτη, 6 Μαΐου 2015

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΚΟΥ-Η ΚΥΡΙΑ ΘΑΛΕΙΑ


Ο Θεός του πάρκου,καθε σούρουπο,θυμιατίζεται με αρώματα λιωμένης καραμελας ,μυρτιάς,αγγελικής,χαμομηλιων,τσουκνιδων και ποπ κορν.
Κατι κοτσυφια για ψαλτες ψελνουν ακαταπαυστα και κατι άγγελοι λιωμενοι στα ναρκωτικα κειτονται μαστουρωμενοι στα απομερα παγκάκια.
Ειναι και οι πιστοί. Στον γύρο του παρκου.Φτυνουν αμαρτιες ,φορανε ρολογια να μετρανε τους χτυπους της καρδιας,αυξανουν την αντοχη τους , κανουν καλο στην υγεια τους ,και κουβαλανε μαζι τους με το ζορι,μια ψυχή που λαχαταρει το βραδυ για να δραπετευσει.

Μαζι τους η κυρια Θαλεια,εμπλεη πικρας,φραγμενων αρτηριων,και χιλιαδων αναμνησεων.Περπατα αργα για ωρες.Δε βιαζεται γιατι οσο ηταν να βιαστει ,βιαστηκε.Στο τεμα της ζωης της ,επρεπε να περασει κ απο το γυρο του παρκου.Αυτες θα ταν οι κρυφες της αμαρτιες μαλλον.

 Η κυρια Θαλεια χαθηκε το τελευατιο σουρουπο,πισω απο ενα μενεξελι συννεφο.Κανεις δεν ρωτησε γιαυτην.Στο σπιτι ειχε αφησει ανοιχτο το ραδιο με την κλασικη
μουσικη που ακουγε.Καπου μεσα στη πολη,σ ενα διαμερισμα απ τα χιλιαδες,σ ενα ερημο διαμερισμα ,η σερενατα του Σουμπερτ,ξημερωνει και νυχτωνει το φετεινο καλοκαιρι και τις πρωτες ζεστες του..
************************************************************************************
 

Δευτέρα, 4 Μαΐου 2015

Ο γύρος του Π'αρκου


Στον γύρο του πάρκου,μέλλοντες νεκροί,περπατάνε,τρέχουν,αθλούνται.
Μέλλοντες νεκροί κάθε είδους. Χοντροί,αδύνατοι,ανάπηροι,αντρες γυναικες και παιδια,κανουν τον γύρο μια και δυο και τρεις και δεκαδες φορες.Απ τ αριστερα προς τα δεξια και απ τα δεξια προς τ αριστερα.
Απο ψηλα μοιαζουν με δεικτες ενος ρολογιού,τόσο άναρχου,αλλα και τόσο τακτοποιημένου,τοσο απρόβλεπτου αλλα και τόσο σίγουρου.Εκει περπατανε και τρεχουν ,αυτοι που θα πανε στον παραδεισο αλλα κ αυτοι που θα πανε στη κόλαση. Καποιοι καβαλανε τα ποδηλατα τους,καποιοι τα πατινια τους και καποιους τους πανε με καροτσακι,γιατι ειναι ακομα μωρα.
Κάθε Σάββατο ενας απ αυτους εξαφανίζεται μυστηριωδως. Μπαινει στο παρκο,αλλα δε βγαινει ποτε.
Αγνωστο το σημειο που χανεται,αγνωστος και ο τροπος,αγνωστη και η στιγμη.Μα χάνεται .Και για καθε εναν που χανεται ,ενας καινουργιος προστιθεται. Ο γυρος του παρκου ,ειναι ενας γύρος του τρομου που ομως δεν τρομαζει.Οπως όλα εκεινα τα φοβερα και αποτρόπαια πραγματα αυτης της ζωης που οταν ειδωθουν απο πολυ κοντά δεν προξενουν κανενα φόβο,αν ομως τ ακουσεις η τα ονειρευτεις ,η τα δεις εστω απο μακρια και φευγαλεα,μπορεις και να παραλυσεις απο τον φόβο σου.Ο γυρος του παρκου ειναι γεματος με ασχημα δωρα.
Καθενας αφηνει και απο κατι.Αλλος μια στεναχωρια,αλλος μια αρρωστεια,αλλος ενα πονοκεφαλο.Ομως τιποτα  απ ολα αυτα δεν μενει εκει. Οτι αφηνεται,παιρνεται απο τον επομενο.Ο γυρος του παρκου σε τραβαει σα μαγνητης ,Δεν εχει κατι αν ευχαριστηθεις,κ εχει πολλα που σκοτεινιαζουν τη ψυχη σου.
Οταν νυχτωνει,το παρκο ερημώνει. Οχι ομως και ο δρομος του γυρου του..

συνεχιζεται,ισως.Αν βρω τη συνεχεια
***********************************************************************************
 

Πέμπτη, 25 Ιουλίου 2013

"409 Ασπασία"

Βρισκόμαστε στην Πλάκα ,μια μερα του Ιούλη.Για την ακριβεια βρισκόμαστε κάτω απο τον καυτό ήλιο της Πλάκας στην Αθήνα .Και πεινάμε.Νιώθουμε τον ζεστό άνεμο ,ακούμε το γουργουρητο της κοιλιάς μας και τα τζιτζίκια που που εχουν ξεκουφάνει την πλάση με το αιτημά τους να ζευγαρώσουν.Και ξαφνικά κρατάμε στα χέρια μας,ενα ζεστό σουβλάκι πίτα γύρο.Η πίτα είνα αλάδωτη ,έχει αρπαξει ελαφρά στα κάρβουνα, ο γύρος ειναι φρέσκος και μοσχομυρίζει,η ντομάτα ειναι κατακόκκινη και αυθεντική,το κρεμύδι ζουμερό και το τζατζίκι φρέσκο σαν αυτό που φάγαμε το Πάσχα απο τα χεράκια της ξαδέρφης μας.Α! Επίσης έχει και λίγο κόκκινο πιπέρι παραπάνω.Το τρώμε μπουκιά τη μπουκιά και το φχαριστιόμαστε όσο τίποτα.Είναι τέλειο.Είναι αυτό που θέλαμε.Και το τρωμε με όρεξη και βουλιμία.Και τότε διψάμε.Θέλουμε μια μπύρα.


Βρισκόμαστε στην Ακρόπολη απο κάτω ,σε μια ελιά αραχτοί.Και έχουμε στα χέρια μας,ενα μπουκάλι παγωμένης μπύρας.Τόσο παγωμένης ,σχεδόν τσαφωμένης(με κρύσταλάκια πάγου).Ποτήρι δεν έχουμε .Πίνουμε απο το μπουκάλι.Γουλιά τη γουλιά νομίζουμε οτι αυτη η πουτάνα η μπύρα θα μπορούσε να είναι το νέκταρ των θεών.Τόσο πολυ τη γουστάρουμε.Η μπύρα τελειώνει πριν ζεσταθεί και μείς σκεφτόμαστε πως τα πράγματα ,για καποιο λόγο ,πανε ακριβώς οπως τα θέλουμε.Και κει που έχουμε σκάσει ενα χαμόγελο ευτυχίας και το αεράκι μας χαιδευει τα μαλλιά,και η ματιά μας απλώνεται πανω απο τη πρωτεουσα σε κάθε κατευθυνση,σκεφτόμαστε ,το εξης .." α ρε να χαμε και μια γκόμενα τώρα."


Βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο που ειμασταν και πριν.Κατω απο την ελια,κάτω απο την Ακρόπολη και έχουμε πιεί την πιο γαμάτη μπύρα που έχουμε πιει ποτέ και έχουμε αρχίσει να θελουμε γυναίκα.Και ξαφνικά σκάει εκει αναμεσα απο τις πετρες τις Αρχαιες και τις ελιές η Ασπασία .Θεογκόμενα.Στην αρχη δε καταλαβάινουμε ποια ειναι,γιατι δεν ειναι και συνηθισμενό πραμα να σκαει μια τυπισα με χιτωνα λευκό και διαφανο που αφηνει να διαγραφονται απο κατω τα στηθια της οι ρογες της οι μηροι της τα γονατα της ,σανδάλια ,κότσο τα ξανθα της μαλιά,και να μυριζει αγριόσκινα και γιασεμιά.Μόλις όμως μας πλησιάζει ,μας κοιταζει στα μάτια με το πιο προκλητικο δυεισδητικό και συνάμα άγριο και ξεσηκωτικό βλέμμα κάθεται δίπλα μας,μας πιανει το μπούτι και μας λεει στα αυτι....με τα πιο κόκκινα χείλα που ειδαμε ποτε.,..." :

"θα σε γαμήσω οπως δε γαμησα ποτε τον Περικλή,αρκει να μου απαντησεις σ ενα ερωτημα".... tότε Και μονο τοτε.... αντιλαμβανόμαστε οτι αφενός η μπύρα κάτι άλλο ειχε εκτος απο κριθαρι,και εμεις για καποιο λογο ζουμε τα ανομολόγητα....


Ειπαμε που βρισκομαστε ετσι?Κατω απο την Ακροπολη ,κατω απο την Ελιά ,εχουμε φαει το σουβλάκι μας,εχουμε πιει τη μπύρα μας,θέλαμε να γαμήσουμε,και μαζί μας ειναι η Ασπασία του Περικλή,ετοιμη ν απατησει το φαντασμα του αντρα της ,αν της απαντήσουμε μια ερωτηση! Μονο μια!! Λεμε κ εμεις τοτε ...με υφος λιγωμενο..."τι ερωτηση ?οτι ερωτηση θες,,οτι απαντηση...πια απαντηση θες?σε ποια ερωτηση ?καντηνε".Το οτι η Ασπασια εχει πεθανει εδω και κατι χιλίαδες χρόνια δεν μας απασχολεί καθόλου.Τοσο πολυ θελουμε να την παρουμε.Και η Ασπασια προχωράει στο ερωτημά της :

-" ποια ειναι η μεση τιμη θερμοκρασιας στην επιφανεια του αστεροειδη " 409Ασπασια" που ανακαλύφθηκε το 1895 από τον Γάλλο αστρονόμο Ωγκύστ Σαρλουά και ονομαστηκε ετσι προς τιμήν μου ????"

-Μα.....μα,,αυτο ειναι γνωστο ψελίζουμε!!! Κ οχι μονο αυτο,αλλα κ αλλα πολλα!! Η διάμετρος της Ασπασίας υπολογίσθηκε σε 161,6 χιλιόμετρα (από δεδομένα του IRAS), ενώ η μάζα της εκτιμάται σε 4,42 τετράκις εκατομμύρια τόνους για μέση πυκνότητα 2 gr/cm³. O φασματικός τύπος της είναι C (ανθρακούχος), ενώ το άλβεδό της είναι 0,061 (από δεδομένα του IRAS). Η Ασπασία περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της μία φορά κάθε 9 ώρες και 1 λεπτό. Η μέση θερμοκρασία στην επιφάνειά της εκτιμάται σε 100 περίπου βαθμούς Κελσίου κάτω από το μηδέν.!!!!!!!!!!!


Βρισκόμαστε στη Κυψέλη.Στον πέμπτο οροφο.Βράζουμε στους 34 c μεσα στο σπιτι και εχουμε ανοιξει το ac.Εχουμε παρει εναν εσπρεσο φρεντο απο τη πλατεία ,γιατι οι φίλοι μας ,δε μας κανουν δωρο την επρεσιερα που θέλουμε διακαως τοσο καιρο τωρα.Απεναντί μας ,στο απεναντι μπαλκονι εχουμε ενα τυπο που βγαινει και σκουπιζει τις αδειες βερνατες του ,φορωντας ενα μαυρο σωβρακο,ενα μαυρο φανελακι,εχει τριχες παντου ,ιδρωνει και τον λενε Περικλη.Ανοιγουμε τη πορτα μας και καθομαστε απεναντι του του ωστε να μας δει.Μολις μας δει του φωναζουμε με οση δυναμη εχουμε :

-ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΑΣΤΕΡΟΕΙΔΗΣ ΠΟΤΕΕΕ ΡΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ --ΠΟΤΕΕΕΕΕΕΕ ΠΑΠΑΡΑ......Ε ΠΑΠΑΡΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
 
 
 (Η Ασπασία (Aspasia) είναι ένας πολύ μεγάλος αστεροειδής της Κύριας Ζώνης Αστεροειδών με απόλυτο μέγεθος (όπως ορίζεται για το Ηλιακό Σύστημα) 7,62,Η Κύρια Ζώνη των Αστεροειδών είναι περιοχή ανάμεσα στις τροχιές του Άρη και του Δία στην οποία εντοπίζονται οι περισσότεροι αστεροειδείς του ηλιακού συστήματος)
********************************************************************************** 
 

Κυριακή, 21 Ιουλίου 2013

Το "datsun"( σε ζητώ..)

Λοιπον....ναι,υπάρχουν μερικές μικρές ,σύντομες ιστορίες ,που πρέπει κάποιος να διηγηθεί.Δεν έχουν κανέναν επιμορφωτικό σκοπό,ούτε στοχεύουν κάπου ιδιαίτερα.Είναι ...πως να το πω....μικρές,αληθινές,μαλακισμένες ιστορίες.


(μια μέρα πριν την Πανσέληνο του Ιούλη,πίσω απο το γιασεμί της βεράντας)







Αυτή είναι η ιστορία ενος αγροτικού datsun ,χρώματος λευκού,που πάρκαρε καποιος ,κάποια νύχτα σ ένα δρόμο μερικά τετράγωνα ,κάτω απο την πλατεία Κυψέλης.Στο παρμπριζ υπήρχε ενα χειρόγραφο σημείωμα.Το σημέιωμα αυτό,έλεγε: " ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΛΟΓΩ ΑΝΑΓΚΗΣ,Τηλ..6941.....563."Περνούσα συχνά απο εκεί και το έβλεπα.Και το datsun και το σημείωμα.Το δα βρεγμένο απο τις βροχές,μια φορά το δα χιονισμένο,πολλες φορες το ειδα με σκόνη .Παντα εκεί,πάντα παρατημένο,πάντα με το σημειωμά του,στο παρμπίζ.

Μια μέρα ,είδα κάτι διαφορετικό.Κάτω απο το σημείωμα,απο την εξωτερική πλευρά ,υπήρχε ένα αλλο σημείωμα.Αυτο το σημείωμα,έλεγε : "XΡΕΙΑΖΟΜΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΜΑΞΙ.ΣΑΣ ΠΑΙΡΝΩ ΤΗΛΈΦΩΝΟ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΑΤΕ.ΠΑΡΤΕ ΜΕ ΕΣΕΙΣ ,ΣΤΟ 6985....747".

Κοίτα να δεις ,σκέφτηκα.Πρώτη φορά το έβλεπα αυτό.Μου θύμισε ,τα μυνήματα που γράφαμε στο θρανίο οταν είμασταν στο γυμνάσιο και στο λύκειο,με την ελπίδα να τα δει καποιος η ,...κάποια(κυρίως κάποια) απο την απογευματινη βαρδυα του αλλου Λυκείου που συστεγαζόματαν,και να μας απαντήσει.Κ αυτό πολλές φορές πετύχαινε.Απο το "γεια σου ,τι κανεις ?βαριέμαι "....και το "κ εγω βαριέμαι...,πως να ναι,σκατα ειμαι ,σ αρεσουν οι ΕLO? " ,μέχρι ολόκληρα κατεβατά ,μας περίμεναν την άλλη μέρα και ενας ιδότυπος διάλογος έδινε κ έπαιρνε...Ωραίες μέρες....ουφφ...αλλά οκ,δεν ειναι αυτή η ιστορία μας.Αυτο απλά το σκέφτηκα.Πάμε πάλι στο Datsun.

O καιρός περνούσε και δεν υπήρχε καμιά εξέλιξη.Τα βρήκαν ?Δε τα βρήκαν?Αγνωστο.Μέχρι μια μέρα ,που είδα και τρίτο σημείωμα,κάτω απο το δεύτερο,αλλά απο τη μεσα μεριά του παρμπριζ!!! Το σημείωμα αυτό έλεγε." ΜΟΥ ΚΟΨΑΝ ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ,ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ,ΔΕΝ ΕΧΩ ΚΑΝΕΝΑΝ,ΔΕΝ ΕΧΩ ΛΕΦΤΑ ,ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ ΝΑ ΠΟΥΛΗΣΩ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΜΑΞΙ ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ,ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΣΤΗ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΥΨΕΛΗΣ ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ 10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΣΤΙΣ 5 Τ ΑΠΟΓΕΥΜΑ."

Μαλάααακα,σκέφτηκα!!! show!! Πρέπει να πάω σ αυτο το ραντεβού.Απο περιέργεια και μόνο!! Ετσι σκέφτηκα κ ενθουσιάστηκα! Αλλά εκέινη την ημέρα ,δεν μπορούσα να πάω πουθενά γιατι πολύ απλά είχα πάει στο χωριό μου εκτακτα,κ ετσι δε θα μάθαινα ποτε τι απεγινε και κυρίως ποιοι,ηταν αυτοι οι δυο που προσπαθουσαν να μιλήσουν.Οταν γύρισα απο το χωριό,ηταν λίγο μετα τον 15 Αυγουστο! `Η Κυψέλη ηταν σχεδον άδεια ,αλλά το datsun παρέμενε εκεί ,με τέταρο σημείωμα εξωτερικά του παρμπριζ!! Πηγα να δω τι έγραφε.Και να τι έγραφε :" ΔΕΝ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ,Κ ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΑΠΕΓΝΩΣΜΕΝΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΜΑΞΙ.ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΟΛΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΟΥ ΑΜΜΕΣΑ.ΤΟ ΘΕΛΩ!!!ΠΛΗΡΩΝΩ ΟΣΑ ΟΣΑ!!"

Πω....ρε τι γίνεται εδω?? Είχα σκάσει στη κυριολέξία.Και οχι μόνο απο την περιέργεια ,αλλά είχα και θυμό.Και νεύρα!!Ρε μπας και μαλακίζονται όλοι σ αυτη την ηλίθια ιστορία ,σκέφτηκα,αλλά και πάλι το βρήκα τόσο χαζό  για να συμβαίνει αυτό.Σκεφτηκα ,μεχρι και να τη στήσω καραούλι να τσακώσω τον  έναν απ τους δυο,κ  ίσως εγω να καταφέρω να τους κάνω να συναντηθούν.Το χω κ αυτό το Σαμαρείτικο.να βοηθάω κόσμο...ξέρω γω?Κατι να κανα...

Εκει που τα σκεφτόμουνα αυτά και πριν περάσει μια βδομάδα,να κ αλλο μύνημα χειρόγραφο απο την  μέση μεριά του παρμπριζ.Το σημείωμα αυτό έλεγε "ΤΟ ΑΜΑΞΙ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΚΑΛΟ ,ΑΛΛΑ ΜΟΥ ΧΕΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΣΕΙ ΤΗ ΖΩΗ.ΤΟ ΔΙΝΩ ΟΣΟ ΟΣΟ.ΕΧΩ ΑΝΑΓΚΗ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ.ΔΕΝ ΗΡΘΑ ΣΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΓΙΑΤΙ ΑΡΡΩΣΤΗΣΑ ΚΑΙ ΕΙΜΟΥΝΑ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ.ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΣΕ 3 ΜΕΡΕΣ ΑΠΟ ΤΩΡΑ ,ΣΤΙς 11 ΤΟ ΠΡΩΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠ Τ ΑΜΑΞΙ".


Αυτο δε θα το χανα με τιποτα!!! Θα στηνομουνα και θα τους εβλεπα.Δε το χανα σας λεω.Θα καθομουνα ολη μερα μεχρι να εμφανιστουν.Αυτο κ εκανα.Πηρα αδεια απο τη δουλειά ,αγόρασα ενα εσπρεσο φρέντο κ ατσησα καραούλι να δω την εξέλιξη!!Περιμενα απο τις 10:30 Το πρωι ,μεχρι τις 23:30 Την νύχτα της ίδιας μέρας.ΚΑΝΕΝΑΣ!!! Δεν ειχε εμφανιστει κανένας.Ενιωσα σαν ο πιο τελευταίος μαλάκας της πόλης.Μα με τι παω κ ασχολουμαι ?Γιατι χαλασα μια μερα αδειας ?Τι σκατα εχω στο μυαλό μου?Ποσο αδεια πρεπει να ναι η ζωη μου για ν ασολουμαι μ όλες αυτες τις αηδίες ??Αυτα σκεφτόμουνα και τα χα πάρει αγρια.Κάπνισα το τελευταίο τσιγάρο απ το δευτερο πακέτο κ έκανα να φυγω.

Οταν ακουσα το datsun να βάζει μπροστά,είχα γυρισμένη την πλάτη μου κ εφευγα απο εκει.Οταν γύρισα το κεφάλι μου,το datsun ειχε ξεπαρκάρει.Πέρασε ξυστά δίπλα μου και ορκίζομαι δε είδα κανέναν στο τιμόνι.Τ ορκίζομαι.Ορκίζομαι επίσης ,οτι δε εκοψε πουθενα,πέρασε ολα τα φανάρια ,εφτασε στη Πατησιων και εστριψε αριστερά.Δε πιστευα στα μάτια μου κ ενιωσα φόβο.Για μένα.Τρόμο,όχι φόβο.Πηγα σπιτι και εκλαψα.Πολύ.Δεν ήξερα γιατι εκλαιγα.Ειμουν χάλια.Πιο χάλια δεν υπηρξα ποτέ.Πολυ αργα μεσα στη νύχτα ,ειδα σ ενα ειδησεογραφικο Portal ,την πιο παραξενη είδηση.

"Eνα λευκό datsun έπεσε στο λιμάνι του Πειραιά.Ανασύρθηκαν δυο πτώματα .Ο οδηγος και η συνοδηγός".....
 **********************************************************************************
 

Τρίτη, 16 Ιουλίου 2013

¨Χαρούμενος τωρα?"



Κάθε μέρα,όταν επέστρεφε σπίτι,έπρεπε να τους πει ,μια ιστορία απ τον έξω κόσμο.Ενιωθε πως ετσι δεν εφευγαν και επίσης υπηρχε κάποιος να τον περιμένει στην επιστροφή του.Η πόλη είχε απο καιρό αδειάσει.Τα κτίρια ,αδεια απο ενοίκους,τα μαγαζιά έρημα τα περισσότερα λεηλατημένα με σπασμένες τις τζαμαρίες,τράπεζες κάπνιζαν επι μέρες ,το ίδιο τα βενζινάδικα ,και τα μεγάλα πλοία στο λιμάνι.

Χτες είχε δεί ένα ψηλό άντρα ,στη συμβολή δυο λεωφόρων,να τεντώνει τα χέρια του και να κοβει τις φλέβες του ,κατά μήκος.Η όψη του μαύρη,το αίμα του πίδακες σκουρόχρωμου υγρού.Ο ήλιος πίσω του τον φωτιζε σαν σύμβολο ονειρικό.Κρύφτηκε σ ενα υπόγειο.Σε μια γωνιά ,ανθρωπινες φιγούρες απο άλλον αιώνα,φορωντας κουρέλια και ζέχνοντας δυσωδία,έτρωγαν με τα χέρια ενα λιπόσαρκο αρνί.Αίσθηση αναγούλας τον κυρίευσε.Ετρεξε.Βρέθηκε αγνωστο πως ,δεμένος σε μια κουνιστή καρέκλα.Μια γριά σαν πεθαμένη ,ωχρή, με ζάρες στο πρόσωπο,χωρις δόντια ,γεμάτη σάλια και υγρα που τρέχανε απο σπυριά που ηταν γεμάτη,του έχωνε στο στομα ενα σάπιο ροδάκινο,απο μια λαική που μόλις είχε τελειώσει.

-Σου δίνω τα παντα ,του ελεγε,και συ....?Εσυ μ αποστρέφεσαι...Φατο! Φάτο!! Eισαι τοσο τυχερός και τοσο ακατάδεκτος μαζί.

Οτι και να έλεγε ,δεν ειχε σημασία.Οτι και να ζουσε δεν ειχε σημασία.Αν κάτι φαινόταν να χει σημασία,ήταν πως μια ιστορία ,τους έκανε να μη φευγουν κ ετσι ειχε κ αυτός μια παρέα να τον περιμένει.

Μια μέρα,δε είχε τίποτα να πεί.Στο στόμα του είχε σύρματα .Του τα χαν χωσει εκει,σκιζοντας του το σαγόνι και ολη τη γνάθο ,μια συμμορία απο μαύρους και πολωνούς μ ένα τομάρι Ελληνα για αρχηγό.Ηταν η συμμορία της Ερλίκης.Ανάθεμα και αν ήξερε τι σήμαινε.Ειχε ακουσει πολλες ιστορίες για αυτούς ,ποτέ δε ένιωσε οτι τον αφορούσαν.Οταν γύρισε σπίτι μες στα αίματα ,λιποθύμησε.

Οταν συνήρθε δεν υπήρχε κανείς.Εφυγαν .Μια μερα δε μπορεσε να μιλήσει κ εφυγαν.Επρεπε να ζήσει με το χειρότερο φόβο του.Διαλυμμένος απ τον πόνο και την φρίκη,τραβούσε για τη δουλειά του.Την επόμενη,η πορτα στη δουλειά του δεν άνοιγε.Ενας στρατός απο τρωκτικά ειχε καταλάβει τα πάντα .Του πεταξανε την απολυσή του κατω απο τη πόρτα .

Τράβηξε κατα τη θάλασσα.Μαζί του εκατμμύρια καρδιές βγαλμένες απο άγνωστα του σώματα ,πάλλονταν και σπαρτάριζαν μεσα στα αίματα .Ολόκληρη η λεωφόρος της πόλης που οδηγούσε στη θάλασσα ,ειχε γεμίσει ματωμένες καρδιές που προχωρούσαν και σπαρτάριζαν.Αναμεσα τους κ αυτός.Ο ηλιος τις στέγνωνε απο τα αίματα τους και μια μια ,πέθαινε αφυδατωμένη.Μολις πεθαινε,αλάφρωνε τόσο που ο σιγανός άνεμος τις μετεφερε ψηλά.Σε λίγο σμήνη απο νεκρές καρδιές ,έμοιαζαν με μαυρα φύλα στο φως του ήλιου παρασυρμένα απο τον καλοκαιρινό άνεμο.

Εφτασε στη θάλασσα ,μονος του.Καμια καρδιά δεν τα χε καταφέρει να φτάσει μεχρι εκει.Το νερό στραφτάλιζε γαλάζιο.Εβγαλε την καρδιά του και την πέταξε στο νερό.Πρόλαβε να ψιθυρίσει προς τον ουρανο.....

-"χαρούμενος τωρα?"
**********************************************************************************
 

Κυριακή, 14 Ιουλίου 2013

"Οι μάγισσες και το διψασμένο βατραχάκι"

Οι κακές μάγισσες,όλων των παραμυθιών.προσγειώθηκαν με τις ξύλινες σκούπες τους,σε μια μικρή πλατεία κάτω απο την Πλατεία Αμερικής στην Κυψέλη κ έκατσαν σ ενα σουβλατζίδικο για να φάνε.Μεσημέρι Κυριακής ,στα μέσα του Ιούλη ,σε μια Αθήνα που έβραζε σπορους απο καλαμπόκι στο καζάνι του ουρανού της , με το ξεθωριασμένο γαλάζιο λάδι της θάλασσας του Σαρωνικού κ ετοίμαζε "ποπ κορν "συννεφα .

Οι σκούπες απ τις μάγισσες ,μόλις αυτές έκατσαν στο τραπέζι,ξεπάρκαραν μονες τους,και πηγαν στα χερια μιας παρέας απο μαυρους μετανάστες που κάθονταν στη σκια ενος περιπτέρου και αυτοί τότε χωρίς κανεις να τους πει τίποτα,άρχισαν να καθαρίζουν την πλατεία απο τα σκουπιδια και τις κουτσουλιές των περιστεριών που είχαν αράξει κάτω απο συστάδα θάμνων και περίμεναν να πέσει καποιο συννεφένιο ποπ κορν απο τον ουρανό για να τσιμπήσουν κ αυτά..

Οι μάγισσες όλων των παραμυθιών ,παράγγειλαν κεφάλια απο ψητά αρνιά,σπληνάντερα,γαρδούμπες,συκωτάκια,κοκορέτσια και φυσικά τηγανητές πατάτες.Φορούσαν όλες ψηλά μαυρα καπέλα και οι μύτες τους ηταν γαμψές και μεγάλες.Τα προσωπά τους γεμάτες κρεατοελιές και τα νύχια τους κοφτερά τεράστια και βαμμένα κόκκινα ,απο το αίμα όλων των πλασμάτων που είχαν βασανίσει και σκοτώσει.Μεταξύ τους ,μιλούσαν με τσιριχτούς σιγανούς σιγμούς ,όμοιους μ αυτους των φιδιών.

Εγώ πέρασα απο εκεί ,την ώρα που όλες τους είχαν απο ενα κεφαλάκι αρνιού στο στόμα και ρουφουσαν το ψημένο μυαλό του.Σκέφτηκα οτι αυτό που βλέπουν τα μάτια μου,είναι κάτι τρομαχτικό και ανήκουστο να ειπωθεί.Μόλις το σκέφτηκα αυτό,τότε όλες μαζί γύρισαν προς τα μένα και με μια φωνή που ειπώθηκε απ όλες μαζι ,αλλά ακούστηκε σαν μία ,μου ειπαν: θες να φάς μαζί μας?Δε πρόφτασα να σκεφτώ την απαντηση μου και καθόμουν μαζί τους.Για φαί φυσικά ,ούτε λόγος,το μόνο που ήθελα ήταν να τις ρωτήσω, ήταν....

-".. γιατι δε βγαίνουν πια σήμερα παραμύθια, που να πρωταγωνιστούν ,αν το πρόβλημα δλδ ,ειναι στους παραμυθάδες ,η αν είναι δικό τους πρόβλημα και δε κάνουν τιποτα άλλο απο το να τρώνε."

Τότε ,με τον ίδιο τρόπο πάλι,δλδ όλες μαζί ,αλλα μια φωνή μόνο ,μου απάντησαν...

-"Πλάκα ,μας κάνεις ?Αυτό ειναι το δικό σου πρόβλημα εσένα ?Ανεργία?Συνθηκες διαβίωσης? Πολιτικά?Εργασιακά δικαιώματα ?Ψυχοφάραμακα?Αυτοκτονίες?Διαλυμένες προσωπικότητες ?Ψυχολογικα καταβαραθρωμενες συνειδησεις ??Μεταναστευτικό? Οικονομκή ανέχεια?Δε σου λένε τίποτα όλα αυτα ?Το προβλημά σου είναι γιατι δε βγάινουν καινούργια παραμυθια με μας?

Προσπάθησα να δικαιολογηθώ,την ίδια ώρα που οι μαυροι,ειχαν τελειωσει το σκούπισμα της πλατείας και ενας ενας ,ανεβαιναν πάνω στις σκούπες και πεταγαν ψηλά.Με την ακρη του ματιού μου ,τους έβεπα που πήγαιναν στα συννεφένια ποπ κορν και τα κατέβαζαν στην πλατεία και μ αυτα τάιζαν τα περιστέρια.


-"Εεεεε...οχι,ψέλισα,η αλήθεια ειναι πως ,δεν ειναι καρός για τέτοιες απορίες ,αλλα να ,όσο να ναι ,δε βλέπεις και καθε μερα μπροστά σου όλες τις μάγισσες των παραμυθιων να τρωνε κοκορέτσια,και κεφαλάκια αρνιών και να πίνουν μπύρες.(Σ αυτο το σημείο να πω,οτι η κάθε μια είχε παραγγείλει ενα τελάρο παγωμένες μπύρες,τις οποίες άνοιαγν με το μπροστινό τους δόντι και επιναν αβέρτα)Οποτε δεν ηξερα,τι να σας ρωτήσω,και σκέφτηκα να σας ρωτήσω κάτι σχετικό με σας,να σας αφορά δλδ.Καταλάβατε?"


-"Πούτσες μπλε".Μου απάντησε η "ολες μαζι ,μια φωνή"."Πολλά σκέφτεσαι,λαθος πράγματα σκέφτεσαι και γενικά "πάρτο αλλιώς" η "παρε τον πούλο μιας και μεζέ δε παίρνεις ".

Κ όπως το παν αυτό,ξαφνικά μεταμόρφώθηκαν σε κανονικές γκόμενες ,οι οποίες μοιάζαν όλες στη χιονάτη ,αλλα σε διαφορετικές εκδόσεις .Ολες εντυπωσιακές.Η φωνή τους κελάρυζε,το γέλιο τους ηταν σαγηνευτικό,τα στηθη τους σχεδον βγαλμένα έξω απο αβυσαλέα ντεκολτέ.Αλλες ψηλες,αλλες αδυνατες,αλλες γεματουλες,ενα χαος ,καθε τυπος γυναίκας καθόταν στο τραπέζι.Την ίδια ωρα ηρθανε και οι μαυροι και κατσανε κ αυτοί, μαζί μας,ενω οι σκούπες ,κυνηγούσαν κατι χρυσαυγίτες που πέρναγαν απο την αλλη πλευρα του δρόμου.


Θα πρεπε να μουνα καμποση ωρα μπροστα στην ιδρωμένη υπάλληλο του cafe.Θα πρεπε επισης να μοιαζα πολυ ταλαιπωρημένος.Θα πρεπε ,διοτι με κοιταζε με πολυ συμπόνοια,,

-Τελικά,θα παρετε κατι?Θελετε κάτι? με ρωτησε.

-Ε?

-Λεω θα παρετε κατι? ειστε περιπου μιση ωρα εδω και κοιτατε τους 7 νανους που πινουν εσπρεσο κ αναρωτιεμαι αν σας κανουν εντυπωση οι κοντοι ανθρωποι τοσο πολυ!!! Εντάξει,ειναι κοντοι.Ειναι νάνοι.Αλλα κ αυτοί ,εχουν δικαίωμα σ ενα καφε.Ε? Δεν εχουν?

-Ε? Ναι....ναι,σιγουρα.Εχουν.Ολοι εχουν.Εχουν...Ε...κ εγω...κ εγω,,,εναν εσπρεσο φρεντο θα ηθελα δεσποινίς Χιονάτη.

-Που ξέρατε τ ονομα μου?~!!!!!

-Δε γαμιεται δεσποινις μου..? δε γαμιεται??που το ξερα.... δε μου δινετε να πιω τον εσπρεσο φρεντο μοθ που τον εχω αναγκη? Ε ?κ εγω παλι...ενα φτωχο βατραχάκι ειμαι που με κυνηγαει ενας κορκόδειλος .

-Α....καλεεε...εσας κυνηγούσε??? Ε μα κ εσεις.....ηταν ερωτηση αυτη....?:"Νοεεεε....τι θα φαμεεεεεε σημερα????????",xaxaxaxaa
Μισο λεπτακι κ ο εσπρεσο φρεντο σας ,θα ειναι ετοιμος!!!
*******************************************************************

Σάββατο, 8 Ιουνίου 2013

"Καμμένα αγανακτισμένο"

Θα μπορουσα και να γελάσω αν δεν είχα τις μαύρες μου.

Ο τύπος σηκώθηκε στη συνέλευση της γειτονιάς να μιλήσει.Οταν σηκωθηκε ,το κανε μ εναν τόσο αργό τρόπο,που θαρρείς και είχε χρόνια να σηκωθεί απο καρέκλα.Αν μου λέγανε οτι ηρθε και καθισμένος στην πλατεία ,θα το πίστευα.Oσο να σηκωθει ενας σκυλος αδεσποτος τον γαυγιζε με μανια.

Αρχισε να μιλαει για τα πολιτικα αδιεξοδα,την κρίση ,αναφερθηκε στην Ελλαδα ,στην Ευρωπη,στον κόσμο,μετα μιλησε για τις προσωπικες ευθυνες του καθενα και καπου εκει,ξεφυγε.Θυμηθηκε τη ζωη του,τη μανα του ,την οικογενεια του,τις σχεσεις του τη γυναικα του,τα παιδια του,αρχισε να λεει λεπτομερειες,τον πιασανε τα κλάμματα ,αρχισε να γελάει γιατι θυμηθηκε ενα αστείο.Ο σκυλος εκει καθε φορα που αλλαζε θεμα τον γαυγιζε με μανια...Πρέπει να μίλησε γυρω στις 10 ωρες.

Οταν τελειωσε δε υπηρχε κανεις στη πλατεία.Μονο ο σκυλος που τον παρακολουθουσε και καποτε καποτε γαυγιζε με μανια και καπνισμένα οδοφράγματα .Ολη τη νυχτα οσο αυτος μιλαγε ειχαν ξεσπασει συγκρουσεις με τα ΜΑΤ για αγνωστο λογο.

Εκατσε στη καρεκλα του και εφυγε , καθιστος..Ο σκυλος τον ακολουθησε.
***********************************************************************************
 

Σάββατο, 16 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΗΣ ΛΙΛΙΘ

- Ηρθα να δω τον κρατούμενο.

- Ειστε συγγενής του?

- Παρα λιγο.Αλλα οχι δεν ειμαι.Ηρθα απλα να τον δω.

- Ωραια Θελετε να τον δειτε?Ειναι ηρεμος τωρα.Μπορειτε να περασετε..Χτες ηταν σε καταστολη,προχτες ειχε κοψει τη φλεβα του,αυτος ελεγε κατα λαθος,αλλα ποσο λαθος μπορει να ειναι το κοψιμο μια φλεβας??

- Α,ειναι ηρεμος τωρα ,ειπατε.

- Ναι,ειναι ηρεμος.Μπορειτε να περαστε

-.. Μπα οχι,οχι,απλα ηθελα να δω αν ειναι ηρεμος.

- Δε σας καταλαβαινω,κανετε καποια μελετη?καποιο πειραμα? Δε θελετε να σας δει?

- Καπως ετσι.Ας πουμε οτι οταν ειναι ηρεμος ,απλα δεν εχει ενδιαφέρον.

- Λιγο παραξενο αυτο που λετε ,δε βρισκετε? Ειστε ψυχιαστρος η κατι τετοιο?Δημοσιογραφος?Τι ειστε?

- Ειναι μεγαλη ιστορια,αφηστε το.Εσας πως σας λενε?

- Ειμαι ενας απλος φυλακας.Ανδρεα με λενε.

- Θελεις να πιουμε εναν καφε Ανδρεα μολις τελειωσεις απο εδω?

- Να συζητησουμε για τον κρατουμενο?

- Οχι,οχι,μ αρεσει ας πουμε να ακουω παραξενες ιστοριες και συ θα χεις δει πολλες εδω μεσα.

- Εχω δει ειναι η αληθεια.

- Αυτο ειναι το στηθος μου που κοιτας,Μιλαω για ιστοριες απο δω μεσα.Αυτες αν εχεις δει...

- Ναι σας ειπα ,εχω δει πολλα.Παρα πολλα.

- Θα δεις ακομα περισσοτερα αν δεχτεις να παμε για καφε.Μη γινεσαι προστυχος λοιπον..

- Δεχομαι ,ναι .Μπορουμε αποψε κιολας. Το ονομα σας?

- Ας πουμε Αντιγονη,αλλα μπορεις να με φωναζεις και Αννα.
*****
Ενα τελευταιο πλανο.Η γναικα ξεκουμπωνει ενα κουμπι απο το πουκαμισο της,φαινεται η ρογα απ το στηθος της μεσα σ ενα μαυρο σουτιεν...τον πλησιαζει,τον φιλαει στο στομα
του χουφτωνει αρχιδια και πουτσο και φευγει.Ενα ζουμ στο προσωπο της.Το χαμογελο της Λιλιθ..
Πισω οι φυλακες.Γκριζες ,μ εναν θολο ηλιο απο πισω τους να τους λιωνει το μυαλο...
***********************************************************************************
 

Τετάρτη, 13 Φεβρουαρίου 2013

"Η μικρη,ηρωική και πένθιμη ιστορια του Θρασύβουλου" (Μερος α)

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ: Η παρακάτω Ιστορία ,γραφτηκε πριν δέκα (10) ακριβως χρόνια.Το 2003.Τον Φλεβαρη εκείνο στις 14 του μήνα ,της μέρας των ερωτευεμενων.Σημερα θα διαβαστε αυτη την ιστορια και αυριο τη συνεχεια της ,που γραφτηκε τωρα δεκα χρονια μετα.)Ειναι μια αλληγορικη ιστορια,με συμβολισμους αλλά προκεται για μια αληθινη Ιστορια.Μια Ιστορια ,που είχε οπως θα δουμε αυριο ,και συνεχεια....
************************


O Θρασυβουλος,ο μικρος πρασινος γυαλιστερος βατραχος, ζουσε στη λιμνη του μεγαλου βαλτου με τα ψωνια.Η ζωη του ηταν ενα μικρο μαρτυριο,διοτι ολα τα ψωνια εκεινου του βαλτου,νομιζαν
οτι ειναι οι μαγεμενοι πριγκηπες,και πειραζαν το ενα το αλλο, λεγοντας,,"δως μου ενα φιλι αγαπημενη μου πριγκιπησα"..."αχ,,δως μου ενα φιλι αγαπημενη μου πριγκιπησα",η καμια φορα λεγανε σουρωνοντας τα βατραχισια χειλη τους"Νοεεε..τι φαμε σημεραααααααα"(αυτο το λεγανε οταν πειναγανε..)

Ο Θρασυβουλας ηταν δυστηχισμενος,διοτι ηξερε πως αυτος ηταν ο πριγκπας,εκεινος ο ατυχης νεος,που μια κακια μαγισα τον ειχε μεταμορφωσει σε βατραχο πριν απο πολλα πολλα χρονια,
και ματαια ολο αυτο το καιρο,αναζητουσε την αγαπημενη του πριγκηπισα, να ερθει μια βολτα απο τη λιμνη του βαλτου,μπας και τη "τρακαρει" πουθενα,και καταφερει να της παρει το πολυποθητο φιλι. Ομως η πριγκιπησα ,σιγα μη κατεβαινε στο βαλτο,πηγαινε ταξιδια σε βουνα και θαλασσες,πνιγοντας σε ακριβα malt ουισκι τη καταθλιψη της,και ξοδευε τις μερες της(και τις νυχτες της)συντροφια με αλλους νεους που κανεις τους δε ηταν ερωτευμενος μαζί της αλλα η ίδια τους ερωτευοταν με πάθος όλους προσδοκώντας καποιος απ αυτους να ηταν πραγματικα ο δικός της πριγκιπας....Επιθεωρουσε καθε τρεις και λιγο αυτο το στρατο της, και μετα δυστηχισμενη απ τα συμπερασματα της ,επνιγε την απογνωση της σε ακριβα Malt ουισκι οπως προειπαμε,και σε αχαλινωτα οργια που βαθαιναν ομως τη λυπη της και τη μοναξια της ,αντι να την καλμαρουν.

Εκεινη -λοιπον τη μερα-,ο Θρασυβουλος,βρηκε ενα μικρο ανοιγμα στον παγο που ειχε σκεπασει την επιφανεια της λιμνης και εβγαλε τη μουσουδα του,και τα πλαγια ηλιθια ματια του,να κοιταξει λιγο τον
κοσμο.Πικρα παγωνια,και υσηχια νεκροταφειου βασιλευε στη λιμνη.Ηπιε μια τζουρα καφε,και αναψε ενα τσιγαρο,αφηνοντας μια βαθια εκπνοη πανω στο κοκαλωμενο νουφαρο.Οσο εφταναν τα πλαγια ηλιθια ματια του,ενα λευκο καλυπτε τον κοσμο του βαλτου,και το χιονι εξακολουθουσε να πεφτει πυκνο,σβηνοντας του το τσιγαρο καθε τρεις και λιγο.Σαλταρισμενος ο Θρασυβουλος,σκεφτηκε .."σιγα μην ερθει σημερα η αγαπημενη μου στη λιμνη".Εδω δεν ερχεται την Ανοιξη,η το καλοκαιρι,υπαρχει περιπτωση να ερθει σημερα με τετοια παγωνια???"Και εχω και αυτους τους ηλιθιους κατω να μου σπανε τα νευρα....ολο :"δως μου ενα φιλι ,και δως μου ενα φιλι...και '"Νοεεε..τι Θα φαμεεεε
σημεραααα??"Ειναι ζωη αυτη..?

Οσο συλλογιοταν αυτα τα απαισιοδοξα σεναρια και εκανε αυτες τις μαυρες σκεψεις,ενιωσε κατι να τον κουκουλωνει,ενα διχτυ για την ακριβεια,και μια φωνη να λεει¨"τι ηλιθιο βατραχι"καθεται εξω με τοσο κρυο και τοσο χιονι..",και μεχρι να το καταλαβει βρεθηκε σε μια σακουλα,μαζι με αλλα βατραχια,τα οποια και δεν εγνωριζε, μιας και κατοικουσαν σε αλλο τοπο και αλλη λιμνη.

''..Τι εγινε ρε παιδια...?",ρωτουσε και ξαναρωτουσε ο Θρασυβουλος τα αλλα βατραχια,.."..αστα μεγαλε,,του λενε..μας μαζεψανε,γιατι ακουσα λεει,η πριγκιπησα της ηρθε σημερα να φαει ποδαρακια βατραχου,και ξαμολυθηκαν τουτοι,να μαζεψουν βατραχια..". Σκιρτησε η καρδια του Θρασυβουλου,γιατι μπρος του φανερωθηκε η ευκαιρια η μεγαλη,να δει επιτελους την αγαπημενη του πριγκηπησα,που μαζι μ αυτην θα εβρισκε και αυτος τη λευτερια του και το ανθρωπινο του.Μια ζεστα απλωθηκε στη μικρη του καρδια κ ενα απιστευτο χαμογελο βλακειας απλωθηκε στο βατραχισιο μουτρο του.

Φευ...ομως,και ματαια ολα στο κοσμο τουτο,μιας και ο θρασυβουλος,μαζι με τα υπολοιπα βατραχια βρεθηκαν στη κουζινα οπου τους περιμενε μια χοντρη μαγειρισα ,μ ενα τεραστιο μαχαιρι.
Πριν προλαβει να κουνηθει καν,δεν ειχε ποδαρακια,δεν ειχε αντερακια,δεν ειχε τιποτα...μονο η ψυχουλα του απεμεινε να κοιταει σιωπηλη την καταληξη αυτης της θλιβερης ιστοριας που ξεκινησε ενα παγωμενο πρωινο του Φλεβαρη στη χιονισμενη λιμνη του βαλτου.

Ειδε λοιπον την αγαπημενη του πριγκησα ,παρεα με τον πιο τελευταιο εραστη της,να χαζογελανε και να ετοιμαζονται να φανε τα ποδαρακια του....Το τελευταιο δε,που αντεξε να δει,ηταν που τσουγκρισανε τα ακριβα κρυσταλενια ποτηρια τους,με το μπρουσκο κρασι,που φιληθηκανε στο στομα,και που ευχηθηκανε .."χρονια μας πολλα αγαπη μου"..και του χρονου 14 φλεβαρη να ειμαστε μαζι να γιορτασουμε την ημερα των ερωτευμενων."Και στη συνέχεια είδε να συμβαίνουν "τα αποτρόπαια" πανω στο κρεβάτι.Ο εραστης της πριγκιπισσας ,της πέταξε τα μάτια εξω,χωρίς κανένα απολύτως ενδιασμό,χωρίς καμια απολυτως τρρυφερότητα κ αυτή το απολάμβανε χωνευοντας τον μεν Θρασυβουλο στο στομάχι της και κ τον εραστή της,οπουδήποτε αλλού....

Αυτα ηταν τα τελευταια που ειδε και ακουσε,,μετα πεταξε πανω απο την παγωμενη λιμνη,και το χιονισμενο βαλτο και ανακατευτυηκε με τις τρελλες νιφαδες στροβιλιζομενος κ αυτος μαζι τους. και σιωπαινοντας πια για παντα ,αφηνοντας αυτον τον πανεμορφο,παραξενο,και ιδιοτροπο τοπο πισω του...Ο θρασυβουλος ομως δε θα πέθαινε.Η καταρα που του ειχε δωσει εκεινη η γριά μάγισσα,τον ήθελε να πεθαίνει πάντα μεν ,αλλά προσκαιρα.Μέχρι να μπορέσει να λυτρωθεί απο τη κατάρα της ,ο Θρασύβουλος θα βασανιζόταν αιώνια.Και ταυτόχρονα θα μεγάλωνε όσο τα χρόνια θα περνούσαν.....
...................
Το συμπερασμα απ αυτη την ιστορια,ειναι
α} προσοχη στης μαγισες..οτι γραφει δε ξεγραφει..και
β}καλυτερα στο βαλτο με τα ψωνια,παρα στη κουζινα της πριγκιπησας.
Αν το συμπέρασμα αυτό το κατάλαβε ο Θρασυβουλος ή όχι ,αλλά και το τι έκανε μετά απο τον προσκαιρο αυτό θανατό του ,θα το δούμε στη συνέχεια ...
***********************************************************************************
 

Πέμπτη, 14 Φεβρουαρίου 2013

"Η μικρη,ηρωική και πένθιμη ιστορια του Θρασύβουλου" (Μερος β και τελευταιο...)

"Η μικρη,ηρωική και πένθιμη ιστορια του Θρασύβουλου" (Μερος β και τελευταιο...το τελος μιας ιστοριας που αρχισε πριν δεκα χρονια.....)
*********************************

Η αγαπημένη ταινία του Θρασύβουλου, πλέον ,είχε γίνει η «Βαρέθηκα να σκοτώνω τους αγαπητικούς σου» ,η οποία σε ελεύθερη μετάφραση γιαυτόν ήταν «βαρέθηκα να με σκοτώνουν οι αγαπητικοί σου».

Κάθε χρόνο η ίδια ιστορία. Το μικρό γυαλιστερό πράσινο βατράχι ,που ήταν πράγματι ο μαγεμένος πρίγκιπας, αλλά μέσα απο διαφορετικές κάθε φορά διαδρομές , κατέληγε στο στομάχι της αγαπημένης του πριγκίπισσας αντί στα χείλια της. Για την αλήθεια ,πέρναγε από τα χείλια της αλλά τόσο γρήγορα που και σαν νεκρός πάλι δε προλάβαινε να της πει τίποτα.. Δε προλάβαινε ποτέ να τη χαρεί, δε προλάβαινε ποτέ να της πει το μεγάλο του μυστικό και την πικρή αλήθεια που κουβαλούσε μέσα του. Για χρόνια ολόκληρα έβλεπε την πριγκίπισσα του να ξοδεύει της ζωή της σε ανούσιες ακολασίες πνίγοντας την κατάθλιψη της -που πλέον σοβούσε μέσα της σαν θηρίο που την απειλούσε σοβαρά- ,σε ακριβά malt ουίσκι και αποτυχημένες επιλογές συντρόφων. Ήξερε γιαυτή τόσα πολλά ,όσα κανείς, ένιωθε γιαυτή τόσα πολλά όσο κανείς,την καταλάβαινε τόσο καλά σα να ζούσε μέσα της.Όμως ποτέ μα ποτέ δε κατάφερε να της μιλήσει για αυτό που πραγματικά ήθελε.Έτσι αποφάσισε να σταματήσει να προσπαθεί. Ειχε κουραστεί τόσο. ΕΙχε βαρεθει να πεθαίνει γιαυτην αλλα να μη μπορει πραγματικα να πεθάνει,αλλα ουτε και να ζησει όμως!!!!

Για κάποια χρόνια, το έσκασε από τη λίμνη και είπε το παραμύθι του σε μια άλλη πριγκίπισσα , μιας άλλης χώρας. Αυτή τον πίστεψε ,τον φίλησε στο στόμα ,αλλά αυτός…… δεν μεταμορφώθηκε στο πριγκιπόπουλο!!! Η πριγκίπισσα στεναχωρήθηκε πολύ, αλλά επειδή τον συμπάθησε και πολύ, τον κράτησε μαζί της .Αυτός της έλεγε ιστορίες από τον Βάλτο ,της έκανε παρέα γιατί ήταν μια πολύ μοναχική πριγκίπισσα ,την έκανε να γελάει και την έκανε να πιστέψει πως μια μέρα, ίσως η κατάρα του ν άλλαζε, και αν αυτή τον φιλούσε στο στόμα ,τότε αυτός θα μεταμορφώνονταν ίσως ….στο πριγκιπόπουλο!!!


Όμως, οι κατάρες είναι …κατάρες ,δεν είναι παίξε –γέλασε. Και για να λυθούν πραγματικά, θα ‘πρεπε να τον φιλήσει η σωστή πριγκίπισσα. Η αγαπημένη του πριγκίπισσα, που για χάρη της, είχε σκοτωθεί τόσες πολλές φορές, είχε υποστεί τόσα βασανιστήρια ,τόσες σωματικές και ψυχολογικές ταλαιπωρίες ,αλλά δεν είχε καταφέρει ακόμα να τη συναντήσει και να της μιλήσει.

Εκείνη τη χρονιά λοιπόν, ο Θρασύβουλος έβαλε κάτω το μικρό βατραχίσιο του μυαλό και σκέφτηκε τα πράγματα σοβαρά .Δεν μπορούσε να αποδεχτεί ότι αν μη τι άλλο, ότι δε θα κατάφερνε ποτέ να μην μιλήσει έστω στη πριγκίπισσα του για τον μεγάλο του καυμό. Και ο καυμός του ήταν όντως μεγάλος και βαρύς. Για πρώτη του φορά ο Θρασύβουλος συνειδητοποίησε ότι γερνούσε. Δε ήταν πια ό ίδιος μικρός γυαλιστερός πράσινος βάτραχος που έκανε άνω κάτω τη λίμνη του μεγάλου Βάλτου με τα μαγεμένα ψώνια. Τα χρόνια είχαν περάσει. Δεν ήταν μόνο η αγάπη του για τη πριγκίπισσα του αλλά και η δικιά του ανάγκη να γίνει αυτό που πραγματικά ήταν ,αλλά μια κακιά μάγισσα του το χε στερήσει πριν από πολλά -πολλά χρόνια…. Πάση θυσία λοιπόν έπρεπε να τη βρει.


Αποχαιρέτησε την πριγκίπισσα που τον φιλοξενούσε ,μ έναν περίεργο τρόπο είναι η αλήθεια. Στεναχωριόταν πολύ που την άφηνε αλλά είχε πιστέψει πια ,ότι δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει το πριγκιπόπουλο της .Περιπλανήθηκε μέρες και νύχτες μέχρι να φτάσει στην παλιά λίμνη του μαγεμένου Βάλτου. Δεν είχε σκοπό όμως να μείνει εκεί και μια μέρα να ξαναβρεί τον θάνατο σαν βάτραχος .Και δεν ήταν μόνο ότι θα ξανάβρισκε τον θάνατο ,ήταν πως δε θα πέθαινε κιόλας πραγματικά ,γιατί η κατάρα του ήταν αιώνια να βασανίζεται μέχρι να μπορέσει να τη λύσει. Ο θάνατος του θα ήταν πάντα πρόσκαιρος ,όποια μορφή και να είχε.


Έτσι ,κατέστρωσε ένα σχέδιο εφόδου στο παλάτι. Θα εξαντλούσε κάθε του ικμάδα αντοχής και δύναμης για να μπορέσει να μπει απαρατήρητος μέσα στο παλάτι και από κει ,με μικρές μελετημένες κινήσεις να φτάσει στο δωμάτιο της αγαπημένης του. Το σχέδιο του ,ήταν απλό .Θα χρησιμοποιούσε την νύχτα που τα πράγματα στο Βασίλειο χαλάρωναν πάντα και από μια μικρή πόρτα που έμπαιναν οι υπηρέτες θα επιχειρούσε να εισβάλει. Στο κάτω -κάτω δεν ήταν παρά ένα πριγκιπόπουλο ,τι διάολο …θα τα κατάφερνε όπως και να χε.


Πράγματι. Μια νύχτα πριν τις 14 Φλεβάρη ,κατάφερε πολύ εύκολα να μπει στο παλάτι.Απο κει ,μπόρεσε με μεγάλη προσοχή να φτάσει στο δωμάτιο της και κάποια στιγμή που βρήκε την πόρτα ανοιχτή,όρμησε μέσα μ έναν πήδο και κρύφτηκε πίσω απο το κουτί με κοσμηματά της.Η ίδια ήρθε λίγο αργότερα.Ο θρασύβουλος την παρατηρούσε.Η καρδιά του σκίρτησε.Είχε αλλάξει,τα χρόνια πάνω της άφηναν τα σημάδια τους σιγά σιγά.Ειχε χάσει κάτι απο τη λάμψη της,μα σαν είδε τα μάτια της ,σα μυρισε το αρωμά της,σαν συλλογίστηκε πόσα θα είχε περάσει όλα αυτά τα χρόνια ,οσο αυτός έλειπε,ένοιωσε μέσα στη καρδιά του,να χτυπά τόσο δυνατά ο πόθος του και η λαχτάρα του γιαυτή ,που όλα τ άλλα σβήστηκαν με μιας.Την είδε που γδύθηκε για να φορέσει τη βραδυνή της τουαλέτα.Είδε το στήθος της πλούσιο και βαρύ,μύρισε στον αέρα το αρωμά του,είδε τα πόδια της γυμνά ,σκέφτηκε πόσοι και πόσοι είχαν "περπατήσει" πάνω της ,πόσοι και πόσοι την είχαν αφήσει στο τέλος ,πάντα μόνη....


Δεν άντεξε και μ ένα πήδημα ,βρέθηκε κοντά της πάνω στο κρεβάτι της.

-Γεια σου! Είμαι ο Θρασύβουλος!! Της είπε μ ανθρώπινη λαλιά...Σε ξέρω χρόνια

-Ααααααααα...εβαλε τις τσιρίδες εκείνη.Ενας βάτραχος πάνω στο κρεβάτι μου!! Ενας βάτραχος!! Ενας βάτραχος που μιλάει!!!

-Σώπασε,της είπε ο Θρασύβουλος.Σωπασε κ ακουσέ με .Δεν εχουμε χρόνο.Πρέπει να σου μιλήσω.

-Και τι θα μπορούσα να πω εγώ μ ενα βατράχι,αναρωτήθηκε εκείνη.

-Εσυ δε ξέρω,αλλά εγώ έχω να σου πω.

Και της τα πε όλα.Για τότε που ηταν ενα πριγκηπόπουλο,οταν την είχε πρωτοδεί και η ζωή ήταν μπροστά του.Για μια νύχτα που τον είχε δει κ εκείνη και του χαμογέλασε σ ένα πάρτυ στο γειτονικό Βασίλειο.Για τοτε που χορεψανε ενα χορό ,για το ραντεβού τους την επόμενη μέρα.Για την κακιά μάγισσα που τον φθόνησε το ίδιο βράδυ και τον μεταμόρφωσε σε βατράχι κ αυτός δε ήρθε ποτέ..Για την κατάρα και τις φριχτες συνεπειες της.Για την αγάπη του αλλα και τον πόθο του για εκείνη.Ολα όσα ήξερε γιαυτη.Για τη ζωή της.Τους εραστές της.Την θλίψη της.Τον πόνο της,Για το πόσες φορές αυτός ο ίδιος της χάρισε ένα πλούσιο γεύμα και το πόσες φορές, αυτός ηταν η αφορμή για να διασκεδάζει αυτή με τους εραστές της.Για το πόσο αυτός πονούσε κάθε φορά ,αλλά έβρισκε λόγο να παίρνει δύναμη,έστω απο τη χαρά που αυτή ένιωθε....Ο θρασύβουλος που κ που σταματούσε,σκουπιζε τα δακρύα του,αλλοτε νευρίαζε,άλλοτε ηταν ήρεμος και θλιμμένος .Και πάντα τη κοιτουσε στα μάτια ,βαθα μεσα στα μάτια λες κ προσπαθούσε να ρίξει αγκυρες μέσα τους,να πιαστει απ αυτες να βρεθεί στα χείλη της.


Η πριγκίπισσα τον ακουγε ,τον άκουγε και σιγά σιγά ηρέμησε.Εκτσε στο κρεβάτι δίπλα του και του πε...


-Δεν έχω ξαναακούσει πιο συγκινητική ιστορία γλυκέ μου Θρασύβουλε.Αν όλα όσα λες είναι αλήθεια.....αν εισαι εσυ εκείνο το παλλικάρι που καποτε χορέψαμε μαζί...

-Ειναι!! Είναι !! φωναξε ο Θρασύβουλος Εγω ειμαι!!!

-Ασε με να τελειώσω,του απάντησε.Αν είναι αλήθεια όλα αυτά,τότε ειναι τόσο κρίμα .Μα τόσο κρίμα.Κ ενα δακρυ κύλησε απ τα μάτια της..

-Μα γιατί?Γιατί κρίμα?αναρωτήθηκε οπ Θρασύβουλος.Δες εδω.Σου φερα ενα δαχτυλίδι.Ενα δαχτυλίδι που συμβολίζει όλα αυτά τα χρόνια που προσπαθώ να σε βρω.Που πάντα σε βρίσκω ,μα πάντα σε χάνω.Και ανοίγει το μεγάλο του στόμα και της δίνει ένα δαχτυλίδι με μια μαύρη πέτρα επανω του.

Η πργκίπισσα το πηρε ,το φόρεσε και ξέσπασε σε λυγμούς.

-Μη κλαις.Δεν ειναι αργα,της είπε ο Θρασύβουλος.

-Ειναι πολύ αργά γλυκέ μου βάτραχε.

-Δεν εχεις παρά να με φιλήσεις στο στόμα,της είπε!ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΣ!!

Η πριγκίπισσα τον πηρε στα χέρια της ,τον χάιδεψε στο κεφάλι του,στο μικρό του κορμί,το γεμάτο γλίτσα ,τον εφερε μπροστά στα μάτια της και του είπε....

-Αυτο,ΠΟΤΕ! Φίλησα άλογα ,μαιμούδες,γουρούνια,φίδια,αλλά ένα βατράχι ΠΟΤΕ!!ΠΟΤΕ δε θα φιλήσω ενα βατράχι.

-Μα ειμαι εγω!! Της ειπε.Δεν ειμαι βατράχι.Ειμαι ο Θρασύβουλος,Το μαγεμένο πριγκηπόπουλο! Φιλησε με και θα πειστείς!! Πως πειστηκες να φιλήσεις τόσους και τόσους και οχι εμένα τώρα??Φιλησε με! ΕΙΣΑΙ οτι πιο ομορφοτερο στη ζωη μου,.Εισαι τοσο μα τοσο ομορφη...


-Με πιέζεις Θρασύβουλε.Με πιέζεις.Σε χαιδεψα ναι,μόλις πριν λίγο,σ ακουσα επίσης ναι,.με συγκίνησες είναι αλήθεια,αλλά με πιέζεις.Με πιέζεις πολύ.Η ζωή μου έχει αλλάξει .Δεν είναι όπως παλιά.Δε βλέπεις τη κρίση γύρω σου?Δε παρατήρησες πόσο άδειο ειναι το παλάτι?Νόμιζες θα ταν τόσο ευκολο να μπεις ,οπως αν ηταν παλιά?Θρασύβουλε,δεν εισαι παρά ενα βατράχι που θα θελε να ναι ενα πριγκηπόπουλο.Αλλά ακόμα και αν εισαι ενα πριγκηπόπουλο,εγω πια ..δε περιμένω κάνενα πριγκηπόπουλο.Ψάχνω κάτι πολύ συμβατικό,να μην έχει σχέση με παραμύθια,κατάρες,ονειρα κ αυταπάτες .Πληγωθηκα πολύ,το κορμί μου γέμισε πληγές,η ψυχή μου το ίδιο.Και αν εισαι αυτός που λες,τότε αργησες.Αργησες πολύ.Και δεν με πείθεις Θρασύβουλε τελικά.Δε με πείθεις.Και η δικα σου η γνωμη για το αν ειμαι ομορφη δε μετραει!! Δεν ειναι αντικειμενικη!!! Δε μετραει...Φυγε!!! Φυγε και μη με πονας άλλο!!!!


-Θυμασαι που ερχοσουν στη λίμνη?Θυμάσαι που μιλαγες μονη σου κ ελεγες τα πρβληματα σου?Θυμασαι που σ ακουγα ?θυμασαι ενα βατραχι διπλα σου?

-Μα τι λες?Ενα σωρο βατραχια ειχε η λιμνη!!

-Ναι,που σε κοροιδευαν προστυχα,που σου λεγαν να τα φιλησεις γιατι ηταν οι μαγεμενοι πριγκηπες.Μονο εγω σ ακουγα,μονο εγω σ ενιωθα...πως ξερω τοσα για σενα ?Δε σου κανει εντύπωση?

-Φυγε...φυγε τωρα...προσπαθεις να με τουμπαρεις...δε θυμαμαι τπτ απ αυτα που λες,δε εγιναν ποτε.Τα κανες εσυ με τη φαντασια σου....αλλα και να γιναν...τι σημαινει ?Τπτ δε σημαινει....

Ο Θρασύβουλος δεν πίστευε στα αυτιά του.Δε ηξερε τι να πει.Μόνο ένιωθε.Ενιωθε μόνο.Την εκπληξη,την οργή,το θυμό,τη λύπη,ενιωθε.Ενιωθε και δε μπορούσε να αρθρωσει ούτε λεξη.Μπορεσε να πει μόνο..:

-Θα μείνω για πάντα ενα βατράχι ,που έχασε τη ζωή του κυνηγώντας να σε βρει.Κ οταν σε βρήκε ,εσυ μ εδιωξες.Δε θα γίνω ποτε αυτό που πραγματικά είμαι.Κ εμεις δεν θα μαστε ποτέ μαζί...θα μεινω για παντα ενα βατραχι...θα μεινω για παντα ενα βατραχι...κ ενοιωσε την οργη για τη μαγισσα να του σκιζει τη ψυχη σα δηλητήριο...

-Να συμβιβαστείς Θρασύβουλε.Ενα βατράχι είσουν πάντα.Και γω μια αμυαλη πριγκίπισσα που σκορπισα τη ζωη μου ,μη ξέροντας τι ψάχνω τελικά.Να μεγαλώσεις Θρασύβουλε.Οπως μεγάλωσα κ εγώ.Να βρεις μια βατραχίνα και να ζήσεις .Να ζήσεις .Οπως θα προσπαθήσω να κάνω κ εγω.Και αν δε εισαι βατραχι,κ εισαι ενας πριγκηπας οπως λες,βρες τα με το ευατο σου...ειναι ενα δικο σου θεμα,δε μ αφορα!!!!

Τη κοίταζε και μονο δακρυα κυλούσαν απ τα βατραχισια μάτια του.

-Μα δεν προσπάθησες καν!! Δε με φιλάς καν!! Ενα φιλί!! Τι ειναι ενα φιλί?!!


-Φυγε Θρασυβουλε,περιμένω κάποιον απόψε.Φυγε.Δε θα θελα νασε βρει εδω.Σιχαινεται τα βατράχια .Θα σε λιώσει.Φύγε.Φυγε και ξεχασε με.Δεν υπήρξα ποτέ.


Ο θρασύβουλος ουτε να κουνήσει ,δε μπορούσε.Εκανε να κάνει ενα πήδο αλλά δε τα κατάφερε καν.Η Πριγκίπισσα τον πηρε με τα χέρια της και τον έβαλε στο περβάζι του παραθύρου της.

-Φυγε καλέ μου...φύγε...ουτε να πηδηξεις μπορεις πα.Ουτε καν αυτό.Ελα να σε βαλω στο παραθυρο.Φυγε......

-Ουτε ενα φιλί?Ουτε ενα τελευταίο φιλί?Ετσι με διώχνεις ?Τοσα χρόνια,τοσα πραγματα..ενα φιλι?ειπε ο Θρασυβουλος ,προσδκώντας ενα θαυμα εστω κ τη υστατη στιγμη.

Η πριγκπιππσα τον κοίταξε,και απλα εκλεισε τη πόρτα απ το παράθυρο της την ώρα που την πόρτα του δωματίου της άνοιγε ενας πολύ νεωτερό της άντρας...ενας ουτε καν ευγενής.Ενας που δούλευε σε κάποιο καπηλειό του Βασιλείου γεμίζοντας κρασι τις κανάτες των μεθυσμένων χωρικών....


Αυτη τη φορά ο Θρασύβουλος δεν είχε πεθάνει απο κάποιο φριχτό αλλα ηρωικό θάνατο.Δεν τον ειχαν μασουλήσει τα δόντια της αγαπημένης του,δε τον είχαν ζυμώσει τα υγρά του στομαχιού της,δεν τον ειχαν σφάξει τα μαχαίρια της κουζίνας της ,δεν τον είχαν πατήσει τ αλογα της ,τιποτα τιποτα τιποτα απ ολα αυτα.Αυτη τη φορα τον είχε σκοτωσει μετα λόγια της η ....ιδια του η πριγκίπισσα.Το τέλος που προσδοκουσε ,.ηταν ταυτοχρονα η αρχη για να ξαναξεκινησει το μαρτυριό του.

Βρεθηκε στη λιμνη του Βαλτου με τα μαγεμένα ψώνια,αργα το σουρουπο...Κοταξε τον τόπο απ οπου πριν πολλα πολλά χρόνια ζούσε ,θυμηθηκε τους φιλους του ,που όλοι φωναζαν τοτε «φιλησε με μαγεμενη πριγκιπιισα,,,αχ ... φιλησε με ..ειμαι το μαγεμενο πριγκηπόπουλο’ και μετα κανανε ασεμενες χειρονομιες,θυμήθηκε τα ονειρα του,τη λαχτάρα του,τα σχεδια του.Κοιταξε και δεν είδε τίποτα.Οι φίλοι του,ειχαν φυγει.Ειχαν βρει τελικά μια βατραχίνα που τους κοροιδευε για την παλιά τους έπαρση να θελουν να ειναι οι μαγεμένοι βάτραχοι και τους εψηνε το ψαρι στα χειλη αλλα τους χαριζε και μια συμβατικη ζωη με πολλα βατραχακια ,μικρες και μεγαλες χαρες αλλα και λυπες.Ετσι δε γινεται αλλωστε παντα???

Τα γελια ειχαν κοπασει.Οι φωνες το ιδιο.Νεα βατραχια ,αγνωστα τον κοίταζαν με απορία.Ειχε γεράσει..Επεφτε μια ψιλη βροχη και μια βαρια μολυβένια συνεφια, ακουμπουσε μεχρι τα νερα της λίμνης.Αυτό ηταν ,σκέφτηκε....αυτό ηταν....πρεπει να ζήσω μ αυτο.Πως να ζησω μ αυτο?Πως?Τη σκεφτηκε ακομα μια φορα,αλλα δε αντεξε.Αρχισε ενα βουβο κλάμα ,που κρατουσε μερες και μερες.Νυχτες και νυχτες.

Παρολη τη πικρα του,μπορουσε να τη καταλαβει ακόμα ,μπορουσε να νιωσει μεσα του γιατι τον αρνηθηκε,μπορουσε να νιωσει μεσα του την πικρα της και την τρέλλα της,την ηξερε τοσο καλα πλεον,την ενιωθε σα να ηταν ένα δικο του κομματι που ζουσε χωρια του….και αυτό το πραγμα ότι μπορουσε να την καταλάβει γιαυτο που εκανε…., αυτό ακριβως τον διελυε ακόμα πιο πολυ.Γιατι να μπορουσε?Γιατι απλα να μη τη μισουσε??Να τη μισούσε με παθος ,,,αιωνια ,αμετακλητα……..

Τα αλλα βατραχια ,απλα τον κοιταζαν ,δε ηξεραν καν ποιος ειναι,κανεις δε τον θυμόταν...τον συμπονουσαν αλλα δε ελεγαν τιποτα.Ουτε αυτα,ουτε αυτος.Ο Θρασύβουλος βούτηξε στο μαυρο νερό της λίμνης .....



Πέρασαν πολλά χρόνια.Ο θρασύβουλος ειχε πια γεράσει πολύ.Δεν εβγαινε απο τη φωλιά του,παρα με μεγάλο κόπο.Δεν βρηκε ποτε αλλη βατραχίνα,παρα ζουσε αναπνεοντας τον βρωμικο αερα της λιμνης και των στασιμων νερων της.Η πριγκιπισσα του ,ερχόταν που και που στη λίμνη,αυτος την εβλεπε απο μακριά,αλλά όσο και αν λαχταρούσε να της μιλήσει ,οσο και αν υπέφερε που δε της μιλουσε .οσο και αν βασανιζοταν που την εβλεπε τοσο διπλα του,,απο τη στιγμη που εκείνη δε τον φώναζε με το ονομά του,δε θα της μιλούσε ποτέ.Δε θα την ενοχλούσε ποτέ.Δεν υπηρχε καν αλλος τροπος για να της αποδείξει οτι οντως την αγαπούσε.Να την αφήσει πραγματικά ελευθερη μ ότι κόστος είχε αυτο,για εκείνον...Την κοιταζε λοιπον από μακριά,ακουγε αυτά που της λεγανε τα αλλα βατραχια,τα προστυχολογα και τα κοροιδευτικα λόγια κ αυτος σιώπαινε κ εφευγε…..βουτουσε στα μαυρα νερα της λίμνης…..
Ετσι ενοιωθε οτι πραγματικα τιμουσε την αγαπη του.


Μια χρονιά Φλεβάρης παλι ητανε,το χιόνι σκέπασε τη λίμνη για τα καλά.Τα νεαρότερα βατράχια είχαν ανοιξει μικρές τρυπες στο πάγο να παίρνουν λίγο φρέσκο αέρα.Μια μέρα ,ο Θρασυβουλος ακουσε τ ονομα του σαν μεσα απο ονειρο...

-Θρασύβουλεεεεεεεε..θρασυβουλεεεεεεεεεεεεε....


Ποιος να ταν ?Μια φωνη ηληκιωμένης γυναίκας τον ξυπνούσε απ το ληθαργό του.Με κόπο βγηκε στη τρυπα του πάγου και ανέβηκε πανω του.Κοιταξε και ειδε στην οχθη μεσα στα χιονισμενα κλαδιά μια φιγούρα γυναικεία.Συρθηκε μεχρι εκει και τοτε την είδε ξανα! Ηταν αυτη.Η πριγκιπισσα του.Θεε μου ,ποσο είχε αλλάξει,.Ρυτιδες σκέπαζαν το προσωπό της,λευκά μαλλια μαζεμενα σε κότσο,σακουλιασμένο δέρμα,μ αυτα τα μάτια....αυτά τα μάτια μόλις τα είδε δεν ειχαν αλλαξει καθόλου .Ηταν αυτη!!! Εσκυψε και τον πηρε στα χέρια της.

-Γλυκε μου Θρασύβουλε....μάτια μου.....μάτια μου....

Δεν της μιλούσε.Μόνο εκλαιγε.Ηταν το πιο αξιοθρηνητο βατραχι της λίμνης.

-Γερασα Θρασύβουλε.γέρασα.Δες με.Δες με.Τιποτα πανω μου δε θυμιζει εμένα,οπως ειμουν.Δες το στηθος μου.Δες το.Δες τα χέρια μου ,το λαιμό μου.δες τα.Δες τα πόδια μου,κιρσοι,φλεβιτιδες,πρησμενοι αστραγαλοι,ελιές παντου...δες με...Θρασυβουλε,ειμαι τοσο μονη μου πια,οσο μονη κ τοσο γριά…...παντα ειμουν μονη ,οσους και αν ειχα διπλα μου...παντα...δε αντεχω αλλο .Ηρθα να σε βρω....θρασυβουλε....μονο εσυ σταθηκες ετσι στη ζωη μου,μονο εσυ ,.ενα βατραχι.....μονο εσυ με ακουσες πραγματικα,με συγχωρεσες και με αγαπησες γιαυτο που είμουν....ουτε καν εγω δεν αγαπουσα εμενα..... μονο εσυ δεχτηκες να θυσιαστεις για μενα...δε το αντεχω ολο αυτο,πια μεσα μου......

Μπορεσε μόνο να της πει,μεσα απο τα δακρυα του και τα γεροντικα του σάλια.....:

-Φιλα μεεε!! Φίλα μεεεε!!

Τον εφερε κοντα στα ρουφηγμενα χείλια της.Ολη τους η ζουμεραδα και η προστυχιά,είχε χαθεί.Εχαν απομεινει δυο σταφιδιασμενες φετες δερματος...Ακουμπησε τα χειλια της στα δικα του κ του δωσε ισως το πιο γλυκο φιλι που εχει δωθει πανω σ αυτον κοσμο....

Τα μαγια λύθηκαν.Μπροστα της ,εστεκε ενας γέρος βασιλιάς.Με πυκνα λευκα μαλιά που τα κρατουσε μια χρυση στεκα,ενας πορφυρος μαυρος μανδυας,τα ποδια του ετρεμαν κ στηριζοταν σ ενα κλαδι φλαμουριάς.Τα ματια του τρεχαν συνεχεια.Οταν ανοιξε το στομα του της ειπε..:


-Για μενα,εισαι ο πιο πολυτιμος θησαυρός του κόσμου.Η πο όμορφη γυναίκα.Θυμασαι που παντα μου λεγες ,πως η δικα μου γνωμη δε μετραει?Μονο η δικια μου γνωμη εμεινε τωρα.Και αυτη λεει το ίδιο πραγμα...Για μενα εισαι ο πιο πολυτιμος θησαυρος του κοσμου.Σ αγαπω.Σ αγαπησα απο τη πρωτη στιγμη .Και σ αγαπω ακομη......Οπως εισουν κ οτι εισουν,οπως εισαι κ οτι εισαι!!


Αυτα ηταν τα τελευταία του λόγια.Εγειρε στο στηθος της και πεθανε.Η ψυχή του πέταξε πανω απο τη χιονισμενη λίμνη αυτη τη φορά κάνοντας ενα πραγματικο ταξίδι,μια απεραντα μοναχικη πτηση....Δε θα επέστρεφε ποτέ ξανα.......


**********************************************************************************
 

Τετάρτη, 9 Ιανουαρίου 2013

ΣΕΝΑΡΙΟ ΧΩΡΙΣ ΣΕΝΑΡΙΟ



Το πιο δύσκολο ηταν οταν του είπε,να γράψει ένα σενάριο,χωρίς σενάριο. Στην αρχη χαμογέλασε,μετά το σκέφτηκε,μετά τσαντίστηκε,στο τέλος είπε:
-oxi,θα προτιμούσα τελικά να έχει ένα σενάριο.
Οταν ειδε το αγέλαστο πρόσωπο,κατάλαβε οτι ηταν σοβαρό.

Πως γράφεις ένα σενάριο ,χωρίς να έχει σενάριο?Μ αυτό το ερώτημα κοιμότανε,μ αυτό ξύπναγε.Του ρθαν πολλές ιδέες,αλλά όλες ήταν σκαρταδούρα."Ενα σενάριο,χωρίς σενάριο".Δλδ,να μην ειναι καν σενάριο ουσιαστικά.Αλλά πάλι,αφου του το πε καθαρά:
-"να γράψεις ένα σενάριο"
Ολο και πιο συχνά έμοιαζε με κάποιον που ξυπνούσε μέσα στο ονειρό του και αναρωτιότανε ,τωρα κοιμάμαι η ξύπνησα?Πολύ χάλια δλδ.

Μια μέρα περπατούσε κ είδε πολύ κόσμο μαζεμένο.Ολοι κοιτούσαν ψηλά,έναν τυπο μ ε μαγιό στα καγκελα μιας 10 οροφης πολυκατοικιας στη ταράτσα.Κοίταζε κ αυτος ,και ρώτησε.
-"Τι σκατα κάνει αυτός ο τυπος εκει πανω?'
-"Κανεις δε ξέρει" ,του απαντησαν.|Ισως λόγω κρίσης ,σαλταρε και θέλει να πηδήξει"
.Τι μαλακιες ειναι αυτες σκεφτηκε.Και γιατι τον κοιτάμε? Δίνει μια κ ανεβαινει στη ταράτσα της πολυκατοικίας.

-"Μα τ κανετε εκει ?"ρωτησε απο μια απόσταση τον τύπο.
-"Ετοιμάζομαι να βουτήξω στη θερμαινόμενη πισίνα" ,του αάντησε πολύ φυσικά ο τύπος με το μαγιό.
-"Ποια πισίνα?Δεν υπάρχει καμια πισίνα απο κατω" ,του απαντησε ."Δε σας καταλαβαίνω" του ειπε ο τυπος."Υπάρει πισίνα,εγω την βλέπω.Τη βλεπω να αχνιζει.Ειναι και θερμαινομενη όπως σας είπα".

Πριν προλάβει ν απαντησει,ο τυπος δίνει μια και πέφτει στο κενό.Τρεχει στα κάγκελα και τον είδε στην άσφαλτο να χει γινει μια άμορφη μάζα απο κόκκαλα και αιματα.Τι σκατά.....

Κατέβηκε τρέχοντας τα σκαλιά.Πηγε στο πτωμα που είχε γίνει ένα με την άσφαλτο.Το ενα μάτι του έπαιζε ακόμα.

-"Μα τι κάνατε?Γιατί το κάνατε αυτό?"τον ρώτησε.|Δεν υπήρχε καμιά πισίνα" .
-"Υπηρχε ρε μαλάκα.Στο σενάριο υπήρχε πισίνα.Αν δεν έχανες τον χρόνο σου να σκέφτεσαι μαλακίες του τυπου πιο σενάριο ειναι αυτο που δεν έχει σενάριο ,θα την έβλεπες κ εσυ.Αλλά τα γάμησες όλα.Μαλακα"

.Ετσι ειπε και ψοφησε μεσα σε αφρους απο αίμα.
********************************************************************************
 

ρίτη, 1 Ιανουαρίου 2013

O σκυλος



Ti ηθελε.Να σταλαξει λιγακι μεσα του ,ενα δραμι εστω,απ την ατμοσφαιρα μιας γιορτης,ενα εστω ολιγολεπτο διαλλειμα ,απο το βασανιστηριο του.Να ξεχαστει ,να χαλαρωσει λιγακι,να νιωσει συνδεδεμενος με κατι,με καποιον,οπουδηποτε,
οτιδηποτε.Δε θα φορτωνοτανε σε κανεναν ομως.Δε θα παρακαλουσε,θα εμενε εκει ,ακεραιος,ορθιος,με καμια προσπαθεια να κρυψει τη γυμνια του.

Τιποτα ομως.Οι μερες κυλησαν πικρες ,γεματες συννεφα φερμενα απο μακρινους ωκεανους ,ανεμους που τον περναγαν απο μεσα του,βροχες εχθρικες.Εκατσε στον ηλιο
της πρωτης μερας του χρονου,και εμπηγε ενα αγκαθι απο λεμονιά σε καθε δαχτυλο του.Πιπιλιζε το αιμα του,χαιδευε με τη γλωσσα του τη κοκκινη τρέλλα του.

Μια συμπαθεια τον τυλιγε σιγα σιγα για τα αδεσποτα σκυλια .Δεν εχουν γιορτες,δεν εχουν σπιτι,δεν εχουν πατριδα,πεινανε και θα δινανε κ τη ζωη τους για ενα μονο χαδι.Θα τη δινανε,θα τη χαριζανε .Και δε θα σκεφτοταν ποτε το αυριο.

Μαγειρεψε κρεας.Το εκανε οπως θα το κανε αν ειχε καλεσμενους.Βγηκε εξω και τα εψαξε .Ενας ασπρος με μαυρες κηλιδες ,κοκκινο στο ασπραδι των μεγαλων θλιμμενων ματιων του λιαζοταν στον ηλιο της πλατειας.Εκατσε σταυροποδι διπλα του.Γυρω περνουσε κοσμος,ντυμενοι καλα οι πιο πολλοι πηγαινοντας σε καποια γιορτη,αλλα και μαυροι,μεταναστες,με τα ιδια τριμενα ρουχα τους και το αγελαστο προσωπο τους.
Καποιοι τον κοιταζαν ετσι που καθοταν σταυροποδι χαμω διπλα στον σκυλο που δεν εδινε δεκαρα για τη παρουσια του,αλλα ουτε και που τρομαζε.

Του χαιδεψε το κεφαλι,ο σκυλος νωχελικα κουνησε την ουρα του και ανασηκωσε τη μουσουδα του λιγα εκατοστα μυριζοντας τον αερα.Ειχε οσφριστει το κρεας στη τσεπη του.
Ανοιξε το χρυσοχαρτο,και του το δωσε.Ο σκυλος ζωντανεψε,σηκωθηκε ολορθος και το κανε το κανε δυο μπουκιες.Ενας μαυρος τον κοιταξε.Ενιωσε ντροπη.Ο μαυρος
εσκυψε και χαιδεψε τον σκυλο.Η ντροπη του μεγαλωσε.Ο μαυρος εκατσε κ αυτος διπλα στο σκυλο.

Μια παρεα ,μια αλλοκοτη παρεα στη πλατεια ,αυτος ,ενας μαυρος κ ενας λευκος σκυλος με μαυρες κηλιδες
λιαζονταν στη μεση της πλατειας.Τσιγαρα κεραστηκαν και επαιξε ενα μπουκαλι μπυρας.Η ωρα περασε με το σκυλο να κλεινει τα ματια του στα γονατα του.Ηθελε να φυγει.
Οτι εγινε ,τον χαλασε πιο πολυ απο πριν.Κοιταξε τα μπαλκονια των πολυκατοικιων.Ποιος ξερει τι ιστοριες μεσα στο καθενα.Σιωπηλες,μοναχικες,πικρες.Σκορπισε τη λυπη του
σε ψιχουλα για τα περιστερια και εφυγε χαιρετωντας μ ενα νευμα τον μαυρο και χαιδευοντας το κεφαλι του σκυλου.

Πηγε προς το σπιτι αλλα δε πηγε σπιτι.Κατεβηκε στη λεωφορο και βαδισε πολυ ωρα παρα οτι ειχε αρχισει να κρυωνει.Το απογευματινο κρυο τον βρηκε αδυναμο και ιδρωμενο.Οταν γυρισε σπιτι ειχε πυρετο.Κοιταξε τα μυνηματα του,τα Mails Του.
Κανεις ,και τιποτα.Αναψε ενα ακομα τσιγαρο.Ο καπνος ειχε μουδιασει τη γλωσσα του και ο βηχας του ζωντανεψε.Εβαλε να πιει.Χιροτερεψε.Σα το θηριο στο κλουβι ενοιωθε,μ ολες τις σκεψεις του για καθε θεμα ,μα για καθε θεμα.να του κανουν επιθεση σα σμηνος απο ακριδες.Τις αφησε να τον λεηλατησουν.Οι ακριδες δε πηραν τον πυρετο μονο,
ολα τ αλλα τα εφαγαν.Γιατι εφυγε απο το σκυλο κ τη παρεα του μεσημεριου?

Ειχε νυχτωσει οταν ξαναπηγε στη πλατεια.Δακρυζε απο πεισμα,θυμο και λυπη.Ηταν κοσμος μαζεμενος στο δρομο.Ενα χτυπημενο απο αμαξι σκυλι ψυχοραγουσε.Ηταν ο μεσημεριανος σκυλος.Ο ασπρος με τις μαυρες κηλιδες.Του χαιδεψε το κεφαλι,
ο σκυλος τον κοιταξε με ματια ολο τρομο κ αγωνια και πεθανε.

Η μερα ειχε τελειωσει.Η πρωτη μερα του χρονου.Στο face διαβασε τα ποστ με τις ευχες.Τα αρθρα τα βαθυστοχαστα για το νοημα των ημερων αναφορικα με τη κριση,την ανθρωπια
την αλληλεγγυη,διαβασε ιδεες κ εξυπνες ατακες για να κανει τον ευατο του καλυετρο,πιο εξυπνο,πιο σοφο,πιο δυνατο.Να μην μενει λεει στη εντυπωση οτι ειναι καλα να ειναι αυτος που ειναι γιατι μπορει και καλυτερα.

Τα κλεισε ολα,κομπιουτερ,φωτα παραθυρα,πορτες.Πηρε μια κουβερτα και τυλιχτηκε.Στον υπνο του ειδε οτι μιλαγε με τον σκυλο.

θα με παρεις σπιτι σου τον ρωτησε?
Αλλα θα μ αφηνεις να γυρναω κ εξω.Δε το αντεχω το μεσα.
Πεθανες του απαντησε.
Πεθανα ναι.Εσυ?
*********************************************************************************
 

Τετάρτη, 1 Αυγούστου 2012

"Ο Ευχοσκουπιδιάρης"



Τούτο,το επάγγελμα,ειναι αρχαίο.Πολύ αρχαίο.Μα κανείς απ όσους το κάνουν,δε μολογάει ότι το κάνει.Εγώ είμαι ένας απ αυτούς και αποφάσισα να το πω γιατι με βαραίνει.Μάλλον δεν άξιζα για αυτή τη δουλειά και είναι καλύτερα να το παραδεχτώ.

Εκ πρώτης όψεως ,είναι απλή δουλειά.Κάθε μέρα μαζεύεις τις ευχές που πάνε χαμένες.Καλη μέρα,καλό μήνα,καλα να σαι,όλα καλα,υγεία πανω απ' όλα,καλότυχος,καλορίζικος,καλοτάξιδος,ολα αυτα κ ακόμα πιο πολλά.Ευχές για γενέθλια,για γιορτές,για ανάρρωση,για ραντεβού,για τύχη,για γάμους,βαφτίσια και κηδείες.Ευχες συλληπητήριες,ευχές με νόημα και ευχές χωρίς κάνενα νόημα.Ευχες μεταξύ φίλων,μεταξύ εραστών,μεταξυ συγγενών,ευχές διαδικτυακές ,ευχες απο τηλεφώνου,ευχές γραπτές,ευχές τηλεφωνικές.


Η δουλειά ειναι καθημερινή.Αυξάνει στις γιορτές,ειδικά στις μεγάλες γιορτές.Ονομάτων,αλλά και εορτασμων όμως το Πάσχα η τα Χριστούγεννα.Είναι μια δουλειά χωρίς ωράρια.Χωρίς διακοπές,χωρίς άδεια.Οι αποδοχές δεν ειναι σε χρήμα,μα σε ποσοστά.Τι εννοω ποσοστά θα το πω παρακάτω.


Πριν πω για τα ποσοστά όμως,πρέπει να σας πω για τις ευχές,γιατί δίκαια θ αναρωτηθείτε ,αν όλες οι ευχές που κ εσείς δίνετε πάνε στα σκουπίδια .Η αλήθεια το λοιπόν,είναι πως όχι.Δε πάνε όλες οι ευχές στα σκουπίδια και δε τις μάζευα  όλες.Μα,επίσης αλήθεια είναι,πως μόνο το 1% όλων των ευχών όλου του χρόνου δεν καταλήγαν στα δικά μου χέρια.Και πως γίνεται το ξεδιάλεγμα θα  μου επείτε.Είναι απλό.Οι ευχές που είναι απο καρδιάς ,είτε λέγονται πως ειναι απο καρδιάς,είτε όχι,καίνε.Και δε το καταλαβαίνεις πως καίνε ,παρα μονάχα σα τις πιάνεις στα χέρια σου.Όλες οι άλλες ,όσο μεγάλες κ αν είναι,όσο βαρύγδουπες,όσο φτιασιδωμένες ,οσο περίπλοκες,οσο κ αν συνοδεόυν δωρα,χρήματα η αλλα αντικείμενα αξίας,αφού δεν είναι απο καρδιάς,άμα τις εγγίξεις είναι χλιαρές μη σας πώ και παγωμένες.Και έτσι πάνε στα σκουπίδια.

Απ το 99% των ευχών που είναι για τα σκουπίδια ο ευχοσκουπιδιάρης παίρνει το 0,0001% του νοήματος αυτων των  ευχών.Μη νομίζετε πως είναι αμελητέο.Του φτάνει να ζήσει 50 ζωές με καλή τύχη,καλή υγεία,καλά ταξίδια,καλό γάμο,καλά γηρατειά,καλή κηδεία.50 ολόκληρα χρόνια.Ο ιδιος βέβαια δε ζεί παρά όσο κ εσείς και δε μπορεί να  χρησιμοποποιήσει στο πολλαπλάσιο αυτο το 0,0001% ,οπότε είναι σαν δώρο-άδωρο,αλλά αυτό έχει ελάχιστη σημασία.Το μειονέκτημα σ αυτή τη δουλειά,είναι το πολύ γερό στομάχι που πρέπει να έχεις.Να αντέχεις την υποκρισία,τη ψευτιά,την πουστιά,τη ρουφιανιά,την υστεροβουλία,την αλλοτρίωση,το επιτηδευμένο,το δήθεν κ ένα σωρό άλλα δαιμόνια που κάνουν τις ευχές  σα λιωμένα παγωτά μέσα στα σκατά.  Πιστέψτε με,έχουν δει πολλά τα μάτια μου....


Θα με ρωτήσετε δίκαια,γιατί ,αφού οι απολαβές μοιάζουν να ναι τόσο καλές,τα  παράτησα.Για έναν λόγο κ μόνο.Ενας ευχοσκουπιδιάρης δεν μπορεί να ευχηθεί ο ίδιος ποτέ ,σε κανέναν και για κανέναν λόγο.Και αν ευχηθεί ,η ευχη του απο ευχη ,γίνεται κατάρα.!!Και γω την πάτησα μια φορά.Φλεγόταν η καρδια μου να ευχηθώ και το κανα.Και η ευχή μου έγινε κατάρα.Και εκει που ευχηθηκα έπεσε συμφορά μεγάλη.Αυτό δε το άντεξα.Όλα τ αλλα θα μπορουσα να τ  αντέξω.Να μην μπορώ ομως να ευχηθω οταν η καρδιά μου φλεγεται ,δε το μπορουσα.Εχω δεί την δύναμη των ευχών απο καρδιάς και ειναι απ τα μεγαλύετρα θαύματα που μετά βίας φτάνει να νοήσει ο ανθρώπινος νους.Και εχω δει και τη δυναμη της καταρας και ειναι στ αληθεια τεράστια.Γιαυτό και τα παράτησα.Προτίμησα  να χάσω τις 50 μαζεμένες ζωές σε καλοτυχία και να ρισκαρω όλη μου τη ζωη για  λίγες ευχές -αν ειμαι τυχερός- απο καρδιάς.


Αρκετά σας ζάλισα.Ενα μόνο ακόμα να σας πω,ένα μυστικό και κρατάτε το καλά.Προτιμότερο είναι να μην εύχεσαι καν  ,αν δε ευχεσαι απο καρδιάς.Θα σε πουνε πολλά,αλλά αξίζει αν είναι οι ευχές σου να καταλήξουν στα σκουπίδια.Και γιαυτους που κ τωρα ακόμα στο τέλος ,επιμένουν να αναρωτιούνται»και τι κακο έχει οι ευχές να καταλήγουν στα σκουπίδια τελικά»,δε θα πω τίποτα,γιατι ετσι κ αλλοιως ,χαμένο θα πάει οτι πω.Θα τους δειξω τις μύγες μόνο που πάνε στα σκατά,και τις μέλλισες που πανε στα λουλούδια.Και θα τους δωσω μια "ευχη" απο καρδιάς:

«Να πα  να γαμηθείτε»

************************************************************************************

 

Τρίτη, 31 Ιουλίου 2012

"H τελευταία μέρα"


Η τελευταία μέρα του Ιούλη,σηκώθηκε  με το κρεβάτι κολλημένο  στην πλάτη της.Είπε πως το χρειαζόταν σε περίπτωση που κατέρεε,που λιποθυμούσε,η που θα πέθαινε ,προτου τελειώσουν οι 24 ώρες της.

Είπε ακόμα πως ηταν δικαιωμά της , πως δεν την βάραινε καμμιά υποχρέωση και πως αν ήταν στο χέρι της δεν θα εμφανιζόταν καν στο στερέωμα του χρόνου,γράφοντας στο μουνί της οτιδήποτε έχει σχέση με την αλληλουχία του αδιάλειπτου χρονικού γίγνεσθαι και των εποχών.Όλα αυτά τα ΄πε μονοκοπανιάς ,χωρις κανείς να τη ρωτήσει τίποτα,ρουφώντας  μ ενα πλαστικό σωλήνα  ένα κάποιο είδος παγωμένου  μείγματος καφέδων απο έναν κουβά, αποτελούμενο απο οτιδήποτε καφέ κυκλοφορούσε στην αγορά,γρανιρισμένο με κομμάτια απο τους παγετώνες των Ιμαλαίων.

Μετά βγήκε στο δρόμο και κλώτσαγε ότι έβρισκε στο δρόμο της.¨»Καλημέρα»,της ειπε ο διευθυντης Τραπέζης ,οταν μπήκε στην τραπεζά του.»Της μάνας σου»,του απάντησε και τον γέμισε κουμπότρυπες.»θα φυτέψουμε ένα δέντρο σήμερα?» την ρώτησε ο ευαισθητοποιημένος οικολογικά μακρυμάλλης.Ηταν το τελευταίο πράμα που ρώτησε στη ζωή του.Τον φύτεψε με το κεφαλι στο χώμα μεχρι τη μέση και μόνο τα πόδια του άφησε εξω απο το χώμα.»θα κανεις Like στην σελίδα ¨»ομορφιες της πατρίδας μας» την ρώτησε η μαγευτική παραλία κάποιου νησιού.»”Like, οχι, μόνο εμετό,» απάντησε και ξέρασε σ ολο το μήκος της παραλίας με τα γαλαζοπράσινα νερά.»»θα κοινοποποιήσεις στη σελίδα σου το μύνημα για τη διάσωση των καγκουρώ απο την ιλαρα» ?τη ρώτησε ο cyber φιλος της που γνώρισε τις προάλλες στη σελίδα των On line love & romance dating...Όλοι είδαν σε λίγο οn line στο Facebook την φάτσα του βουτηγμένη στο κώλο ενός τραβεστί καγκουρώ.¨Που θα πας διακοπές? Τη ρώτησε η καλύτερη της φίλη...Στην κόλαση της απάντησε κοφτά,και συμπλήρωσε «εκει θα παω αρκει να μη σε βλέπω μαλάκω»

 

Το μεσημέρι δεν έφαγε τίποτα,εκτός απο λίγα λυσακά της ανακατεμενα με μαρουλόφυλα κατεψυγμένα που είχαν κρυσταλλιάσει  και που τα χε φυλαγμένα στη κατάψυξη για μια δύσκολη ώρα ,οταν δε θα προλάβαινε να μαγειρέψει τίποτα.Ξάπλωσε εκεί στο όρθιο μιας και είχε εύκαιρο το κρεβάτι και άνοιξε τηλεόραση να δει της ειδήσεις.Τπτ πραγματικά καινούργιο.Οι διαπραγματέυσεις για τα νέα μέτρα συνεχιζόταν απρόσκοπτα τα τελευταία 140 χρόνια,τα νέα χαράτσια θα εβγαιναν σε φωσφοριζέ  χρώμα και με ραβδώσεις ,ενω στο νεο αθλημα  στις Ολυμπιάδες  το "μπάντι τζάμπιγκ σουισάιντ" ,η χώρα κατάπινε  τα χρυσά σαν να ταν στραγάλια...

Εκανε ακόμα έναν κουβαδίσιο καφέ,τον απογευματινό της ,έφτυσε μέσα και τον ήπιε.Μετά χτύπησε το κουδούνι της κ άνοιξε.Ηταν ένας αδυνατος τύπος με λίγα μαλλιά και βρώμικα ρούχα.»Γεια σας,ειμαι πτυχιουχος πολυτεχνείου,ειχα κάνει φυλακη,ειμαι τοξικομανής,έχω οικογένεια,τα παιδιά μου ειναι λεπρά,η γυνάικα μου κάνει βίζιτες αλλα δε παίρνει λεφτά,οι γονείς μου έχουν καρκίνο και γω δεν αισθάνομαι πολύ καλά σήμερα.Θα μπορούσατε να μου δώσετε ενα τεύχος της Βαβέλ ,γιατι όταν πάω τουαλέτα να χέσω δεν έχω τίποτα να διαβάσω?»Ηταν το μοναδικό πράμα που την συγκίνησε.Αλλά αντιστάθηκε.Του φυτεψε μια σφαίρα στο κεφάλι και εστειλε στην ιστορία του στον Edika μπας και την κάνει κόμικ...

Το βράδυ σα να χάρηκε κάπως,γιατί θα ψόφαγε και η ίδια και θα τέλειωνε το μαρτυριό της .Εγειρε την πλάτη της απο τις 22:00 και περίμενε.Ξυπνησε στις 00:10 .Hταν ακόμα ζωντανή.Πήγε στον καθρέπτη του μπάνιου,πήρε την ταμπέλα «1 Αυγούστου 2012» τη κόλησε στο μέτωπο και χωρίς να σκεφτεί τίποτα ,βγήκε στους δρόμους να πιεί μπύρες.....

**********************************************************************************

Σάββατο, 28 Ιουλίου 2012

"Το θέμα"           


Το "θέμα" αποφάσισε να αυτονομηθεί και να σταματήσει να χώνεται στα βρακιά της κάθε "κατάστασης",ακούγοντας καθε τρεις και λίγο ,καθε τύπου φωνές να δηλωνουν με κάθε τροπο την επιθυμία τους να το βρουν ,να το ανακαλύψουν και να το αναδείξουν η ακόμα να το καταγγείλουν,να το στηλιτεύσουν,η ακόμα χειροτερα να το σοδομίσουν,να το εξυγιάνουν,να το λυτρώσουν.Βαρεθηκε να κυνηγιέται απο τις χερούκλες τους οσο το ψάχνανε,βαρέθηκε να κυνηγιέται κ αυτό να κρύβεται,να παιζει θεατρο και να μεταμορφώνεται σε καποιο άλλο θέμα για να μπερδεψει τους διωκτες και τους "Indiana Jones" κυνηγούς του.Κουράστηκε  να ναι παντα το κυνηγημένο θυμα κ άλλοθι της κάθε πουτάνας κατάστασης και να πληρώνει τα δικα της γαμησιάτικα,στα οποια αυτη η πουτάνα  κατάσταση ενέδιδε, με ταχύτηα παρομοια  των οπτικων ινών.Απήυδησε στο καθε "τέλος" να το γραπώνουν απ τα κουνελίσια αυτιά του,να το τραβάνε επανω και να λένε" ΑΥΤΟ ειναι το ΄θεμα" λοιπον.Για να δουμε τι θα κάνουμε μ αυτό".


Ενα Σάββατο λοιπόν στα τέλη εκείνου του ζεματισμένου Ιούλη ,αποφάσισε να την κοπανήσει,να εξαφανιστεί.Ν αφήσει την κάθε κατάσταση ,ερμη,ορφανή,απροστάτευτη,άδεια τελείως ,γυμνή όπως τη γέννησε η μάνα της κ ο πατέρας της.Να την αφήσει χωρις το "θεμα" της.Ουτε τι θα απογίνουν σκέφτηκε,ουτε πως θα ζησουν  τωρα σκέφτηκε,ούτε τιποτα.Τιποτα απολύτως.

Εντάξει.Της πουτάνας έγινε.Ξυπνήσανε οι καταστάσεις εκείνο το πρωινό και ήταν σα να τις πάταγε ολη τη νύχτα ένα τραίνο.Το ιδιο τραινο να πηγαινε και να ερχοτανε και να τις πάταγε ξανα και ξανά.Χαλκομανία.Οι καταστασεις άντε και να πιανε εναν καφέ εκεινο το πρωι.Αντε δυο για να ξυπνησουνε.Μετά,στα καπακια,αρχίσανε  το ψαχτήρι,οπως καθε μερα..Λοιπόν,το "θέμα "μας σήμερα ,είναι το......ειναι το....ποιο ειναι το θέμα μας σήμερα???Ωχ!"Που ειναι το θέμα μου"?αρχισε ν αναρωτιεται η καθεμιά τους.Αλλά όπως είπαμε,"θέμα " πουθενά.Εξαφανιζόλ.Πλακώσανε τα τηλέφωνα η μια στην άλλη."Που να στα λέω φιλενάδα.Δεν εχω το "θέμα" μου.Ψαχνω παντού ,μα δε το βρίσκω πουθενά"."ΑΑΑ,κ εγω!! Κ εγω δεν εχω "θέμα"!,ελεγε η άλλη."Κορίτσιααααα...ουτε εγω,,ουρλιαζε μια άλλη."Αν ειναι δυνατόν....οργίστηκε μια παράλλη.Δε θα περάσει έτσι αυτό,δηλωνε με οργή μια παραπέρα.Κατι πρεπει να κάνουμε ,διέταζε μια παρακείθε.Και μετα ξαφνικά σιωπούσαν και κοιτουσαν η μια την άλλη,αφηρημενα,και τιποτα δε θυμόταν απο το κακό που τους βρήκε.Εμεις γιατι μιλάμε τωρα?Εσυ με πηρες τηλεφωνο? ελεγε η μια στην αλλη.Οχι! Εσυ με πηρες.Κατι θα θελα. Κατι θα θελες.Θα τα πουμε.Θα τα πουμε ναι.Θα σε παρω να τα πουμε.Σ εχω δει στο ονειρο μου.Δε σ ακουω καλα....Ναι?Ναι?...Σιωπή..

Το ίδιο το θέμα τωρα,εντάξει.Στ αρχίδια του.Του φτανε σε πρώτη φάση ,οτι δε θα το κυνηγήσουνε.Δε θα το ψάξουνε.Δε θα του ζαλίσουνε τον έρωτα.Θα ταν ελεύθερο να πάει οπου θέλει,οπου γουστάρει.Και που καλύτερα να πάει ,απο μια παραλία σκιερή,χαρη σ εναν απόκρημνο  βράχο που υψωνότανε απο πάνω της  και  που μπροστα της απλωνοτανε σκοτεινά αλλα καθάρια γαλαζια και μαυρα νερά με πράσινες αποχρωσεις.Εκει πηγε κ αραξε,κ αφου πρωτα έριξε μια βουτιά τελειως γυμνό ,βγηκε στη παραλια μετά,ξαπλωσε,εβγαλε τον καπνό του ,έστριψε τσιγάρο,είπε χαμηλόφωνα¨:" αυτααα ειναι κ αντε γαμηθείτεεε" κ εκλεισε τα μάτια του ακούγοντας  τον ραθυμο παφλασμό απο το υγρό χρωματισμένο αλάτι..

Πέρασαν πολλές ,ωρες.Η σκιά που χάριζε ο βράχος στην παραλία ,μεγάλωσε,επεκτάθηκε μέσα στη θάλασσα,σιγά σιγά έσβησαν οι αποχρώσεις των νερών ,ο ήλιος έδυσε,ο ουρανός γέμισε αστέρια.Το θέμα,ξύπνησε νοιώθωντας μια φαγούρα στ αρχίδια του,μια επιμονη φαγούρα σχεδόν βασανιστική.
Εβαλε το χέρι του να ξυθεί κ ανακάλυψε έντρομο οτι δεν ειχε πια αρχίδια.Τα γεννητικά του οργανα είχαν αλλάξει.Στη θέση τους υπήρχε κάτι σαν τρύπα,κατι σα σπηλιά,κάτι με χείλια,θέε μου σκέφτηκε.."τι γαμημένο όνειρο ειναι αυτό"?Εκανε ν ανασηκωθεί και να ψάξει για τον καπνό του.Ενα εκτυφλωτικο φως στραβωσε τα μάτια του.Μια φωνη απο ντουτντουκα εφτασε στα αυτιά του με ηχώ:"Aκινητη,μεινετε εκει που ειστε"....Ακινητη? "Ποια ειναι η ακινητη ρε πουστη μου?"σκεφτηκε το Θεμα και υψωσε τα χερια.Σε λιγα λεπτα ηταν περικυκλωμενο
απο μπάτσους.

"Τι γινεται ρε παιδια ?Τι συμβαίνει???"ρωτησε μην αναγνωριζοντας την ιδια του τη φωνη που του ακουστηκε ,γλυκια,ψιλοτσιριχτη σαν να ψευδιζε,που του ακουστηκε σαν ...γυναικεία φωνή,αναμφιβολα!!

"Εσυ να μας πεις τι συμβαινει",απαντησε μια αγριοφωνάρα πισω απο τον προβολέα.Καποια εξηγηση θα χεις να μας δωσεις για τα πτωματα γυρω σου.Πτωματα?Ποια πτωματα?Γυρισε και κοιταξε.Μαλάαακα,τι ηταν αυτο?Ενα μπουρδέλο αίματος .Ολη η παραλία ηταν τιγκα στα πτωματα.Διαμελισμενα πτωματα,κεφάλια,ποδια χερια,ανακατα,τα ιδια του τα χερια ηταν κατακκοκινα και βρωμαγαν αιματίλα....Κοιταζε με παγωμενα ματια ανικανο να πιστεψει οτι εβλεπε......

"Πολυ φοβάμαι Κυρια μου,οτι έχετε ένα "θέμα" και μάλιστα πολύ σοβαρό.".....αυτη ηταν η τελευαταια  ατακα που ακουσε ...

Μετα σα να δε μια κάφτρα απο ενα τσιγάρο,σα να μυρισε μια μυρουδιά απο κατι οικείο απο τα πολυ παιδικα του χρονια ,σαν ν ακουσε τον απομακρο ηχο μιας γνωστης μελωδιας και μετά σιωπή........
-********************************************************************************

Τρίτη, 12 Ιουνίου 2012

"καλοκαιρινά κλικ_1"

Αρχισε παραξενα εκεινο το καλοκαιρι.Ενα απομεσημερο απ τα πρωτα πολυ ζεστά,ξαπλωσε για λιγάκι,ετσι να κλεισει τα μάτια λιγο και να χαλαρωσει.Μολις ο υπνος κατάφερε και τον παρέσυρε,δε θα χαν περασει 5 η 10 λεπτά απ την ωρα που ειχε κλεισει τα μάτια του,αρχισε να χτυπάει επίμονα ο συναγερμός ενος μακρινου αυτοκινήτου.Ενα οξυς διαπεραστικός ήχος,που διαλαλούσε τον πληγωμένο του και απειλουμενο του εγωισμό ,με όλη τη δυναμη της μηχανικής ψυχής του.Ενοιωσε οτι του ανοιξαν με τη βια τα ματια και τον έφτυσαν στη μάπα.Ετσι ενοιωσε.Σηκωθηκε μες τη μαστουρα ,πηρε το ρόπαλο,ενα ποδι ενος τραπεζιού που στις ακρες του ειχε κομμενο παχυ γυαλί και ηταν δεμενο με ταινία.Κατέβηκε στο δρομο,με το φερμουαρ ανοχιτό,τη μαστουρα και το φτυσιμο στη μαπα,ψαχνοντας να βρει τ αμαξι,ακολουθωντας τον διαπεραστικο ήχο του συναγερμου.Το βρηκε 5 στενα παρακάτω.Ηταν ενα 4χ4 volvo,Σηκωσε το ροπαλο και αρχισε να σπαει τ αμαξι,Αρχισε να το βαράει με λύσσα.Με μισος .Με οργη.Χτυπηματα το ενα πανω στο αλλο,στα φαναρια,στο καπω στο παρμπριζ.Θρυψαλα ολα.Γειτονοι βγηκαν στα παραθυρα,καποιοι φωναζαν καποιες γναικες τσιριζαν.Αυτος στ αρχιδια του.Του γαμησε τη μανα τ αμαξιου.Μπηκε απ το σπασμενο παραθυρο μεσα και συνεχισε να το σπαει απο μεσα.ΟΤΙ ΕΒΡΙΣΚΕ.Δεν αφησε τπτ.Καποτε ο γαμοσυναγερμος σταματησε.Σταματησε κ αυτος να κανει οτι εκανε.Βγηκε εξω απο το σπασμενο αμαξι,την εβγαλε εξω κ το κατουρησε.Μετα ηρθα οι μπατσοι,και ειχε μαζευτει και κοσμος .Ηρθε και ο διοκτητης του αμαξιου.Κατι πηγε να πει.Προλαβε και του ρξε μια ροχαλα τιγκα στη νικοτινη και τη χλεμπα.Αρχιδι.Ψοφα γαμημενε.Μετα τον συνελαβαν οπι μπατσοι.Αλλα οκ...στ αρχιδια του ολα...Λιγο αργοτερα δυο κοριτσια περνουσαν απο το σημειο γλειφοντας παγωτα και χαζευοντας το διαλυμενο αμαξι....
**********************************************************************************

Τρίτη, 12 Ιουνίου 2012

"καλοκαιρινά κλικ_2"

Καφές.Μια καφε μαυρη απόλαυση που μπλέκεται στις συνήθειες των εποχών και αποκτά τα χαρακτηριστικά τους,μεταλλάσοντας την γεύση του σε νόημα και την ουσία του ,τωρα το καλοκαιρι,σε τετριμμένο πάγο.Καφες σε ξερά χορτάρια  και σε πεζούλια πολυκατοικιών.Καφες σε βεράντες και σε αυλές.Καφές στη δουλειά ,καφες στα νοσοκομεία ,καφές στα στρατοπεδα,καφες στην Εθνική ,και στα καράβια ,καφες να σε βλέπουν ,καφες να μη βλέπεις κανέναν.Καφές στον ίσκιο του καλοκαιριού κάτω απο τα ζεστά  αρχίδια του απογεύματος.Ζεστός και κρύος,φρέσκος και μπαγιάτικος,να θυμίζει και να μην θυμάται.Με μυρουδιά και αοσμος.Με φουσκάλες και αφρό ,χωρις φουσκάλες αλλα με κρέμα.Να τον φυσάει η αυρα ,ο μπατης αλλα και ο λίβας.Να τον φυσας και να μη κρυώνει.Να τον πινεις και να τον χυνεις.Στο τραπεζι με τα χαρτια,μεσα στο πληκτρολογιο,κατευθειαν στην μάπα του οποιου απέναντι.Να σου πει το μελλον σου,κοιτωντας σε μεσα απο τα ματοτσινορα που σταζουν καφεινη,και να του πεις τη μοιρα του ,αν συνεχίζει να σε κοτάει έτσι.Με τσιγάρο η τσιμπουκι.Με πιπα η με το δαχτυλο στο στομα ελείψη νικοτινης.Καφες δικαιολογιας ,καφες νοσταλγίας ,καφες του τιποτα και καφες του όλα η τιποτα.Να στον σερβιρουν η να τον φτιαχνεις .Για σενα η για τους αλλους.Με ευχαριστω η με λεφτά.Με φιλια η με γαμοσταυρίδια.Δίπλα σε βασιλικούς και σε αποτιστες γλαστρες .Αντι για νερό  και σαν δηλητηριο.Για φάρμακο η για αστείο.Σε κηδειες με προστυχα ανεκδοτα ,και σε γάμους με πουρνάρια.Σε ακριβα φλιτζανια,σε κολονάτα ποτήρια σε κρασοποτηρα αλλα και χυμα στο στομα ,με το σαλιο αντι για νερό.Σαν βρισιά που λεει σ αγαπω και σαν θυμηση που μπέδεψε το παρελθον με το μέλλον.Σαν υγρο που κυλαει και σχηματιζει προσκαιρα συνορα αναμεσα στο χτες το σημερα και το αυριο.Αναμεσα σε εποχες και ανθρωπους.Αναμεσα σε φιλους και εχθρους.Αναμεσα στην μνημη και την ληθη.Καφες .Ενα "Αι γαμησου" στη τελικη του μορφη,την υγρή του μορφή.....
**********************************************************************************

Τετάρτη, 4 Ιανουαρίου 2012

"Η ΣΑΧΑΡΑ "....ενα μεγαλειωδες εργο σε συνεχειες









Αμα πας στην Αφρική,δεν έχει δεύτερη σκέψη.Εφυγες για Σαχάρα.Ένα μέρος δλδ,χωρίς δέντρα.Μια γης έρημη,αγάμητη,να σαι απάνω της ,και να μη την πηδάς,παρά μόνο νεκρός.Αν σε θάψουν.Γιατί καραδοκούν και τα όρνια.Κουφάλες...πίσω ρε...πίσω ρε όρνια....

Ετσι...στην έρημη γης,την γεμάτη άμμο γης ,της Σαχάρας...

Οταν νύχτωσε έγινε η συνάντηση με τους άλλους δυο.Τον Χαλίμ και τον Ούντρα.Ο Χαλίμ ήταν ο καμηλιερης ,ο Ούντρα,ο εσκιμώος.Ο άλλος είμουν εγώ.Ανάψαμε φωτιά,και κάτσαμε ένα γύρο ολογυρά της.Είπε ο καθένας την ιστορία του ,κανείς όμως δεν συγκινηθηκε με την ιστορία του άλλου.Ο καθένας είπε,ακούγοντας την ιστορία  των αλλων "Ρε το νούμερο,τι μαλακίες λέει.."

Μόνο η καμήλα συγκινήθηκε κ έκλαιγε.Δάκρυ καμηλίσιο να δουν τα μάτια σου.Απαρηγόρητη.Ηταν μια καμήλα μ έντονα ψυχολογικά αδιέξοδα.Μήνες αργότερα,μάθαμε οτι βρσκόταν στο Περού,σε υψόμετρο 4.500 ποδιών,πάνω σένα βουνό,καπνίζοντας camel light.Όπως είπε σ ένα "πυροβολημένο" πουλί με πέντε κεφάλια ,είχε ερωτευτεί την καμήλα στο πακέτο.

Εκείνο δε,το πυροβολημένο πουλί με τα πέντε κεφάλια,ήταν μια τραγωδία.Το κάθε κεφάλι είχε δικό του μυαλό.Το κάθε μυαλό ,διαφορετικές σκέψεις ,διαφορετικές επιθυμίες.Όλα αυτά ,για ένα πουλί με δυο φτερούγες,ένα στομάχι και δυο πόδια ,ηταν μια καταστροφή χωρίς τέλος .Να φάει δε μπορούσε.Το ένα κεφάλι ήθελε,το άλλο ήταν χορτασμένο,το τρίτο χώνευε,το τέταρτο ήθελε να πιεί,το τελευταίο δε ήταν σίγουρο τι ήθελε.Ετσι,όταν έτρωγε ..ξέρναγε ,έχεζε και ξανάτρωγε ταυτόχρονα.Ούτε να πετάξει μπορούσε.Οταν βρισκόταν στον αέρα,το ένα κεφάλι ήθελε να πάει πιο  ψηλά,το άλλο πιο χαμηλά,,το τρίτο ήθελε να προσγειωθεί.το τέταρτο δεν έβλεπε καλά,το πέμπτο έπαιρνε ναρκωτικά.Φανταστείτε την πτήση......ΚΟΛΑΣΗ....

Σ αυτο λοιπό το πουλί,η καμήλα,εξομολογήθηκε τον ερωτά της για την καμήλα -μοντέλο,που ποζάρισε για τα camel  lights..

                              *****                ****                         ******                      
Το ένα κεφάλι την συμπονούσε ,το άλλο την κορόιδευε,το τρίτο της έλεγε τι πρέπει να κάνει ,το τέταρτο έπαιρνε ναρκωτικά,το πέμπτο είχε πάρει ήδη πάρει ναρκωτικά και ήθελε να την πηδήξει.Η καμήλα συμπονούσε αυτό το παράξενο πουλί,αλλά η πεποιθησή της ηταν  πως είχε ελάχιστη ζωή μπροστά του .Επίσης ,ομως, ήταν και πολυ νευριασμένη ,γιατι ένα τέτοιο παράξενο ον,ήταν το μόνο που βρέθηκε για να ακούσει το παραπονό της.


Τελικά ένα βράδυ ,που όλα τα κεφάλια είχαν πάρει ναρκωτικά ,ήθελαν όλα ένα πράγμα.Να πηδήξουν την καμήλα και μετά  "ας πέθαιναν ". Κ όντως έτσι έγινε.Πήδηξε το πουλί την καμήλα ,πέθανε μετά,όχι όλα τα κεφάλια , -το πέμπτο ήθελε κ άλλο-αλλά   "ποιος το γαμούσε το τελευταίο κεφάλι   "."  Το πήρε ο διάολος  " λοιπόν το πυροβολημένο  πουλί με τα πέντε κεφάλια  " και το σήκωσε "!


***************** **                   ****************             ***************


Tο σήκωσε πολύ ψηλά κ όπως το σήκωνε ,είδε ο διάολος,στην έρημο ,εμάς τους τρείς να καθόμαστε ακόμα εκέι,γύρω απο τη φωτιά.Είχνα περάσει μήνες απο τότε ,αλλά κανείς δεν είχε κουνηθεί διόλου.Ουτε τίς μέρες ούτε τις νύχτες.Ήρθε λοιπόν από πάνω μας και άφησε το πουλί να πέσει πάνω στη φωτιά που σιγόκαιγε.Τότε ο Χαλίμ ,είπε  : " ...αυτό είναι ένας οιωνός! " Μάλιστα ,του λέει ο Ούντρα.Και τι σημαίνει αυτός ο οιωνός ? Δεν,ξέρω ακόμα ,απάντησε ο Χαλίμ,αλλά θα μάθω και πήρε το πουλί και το ξεκοίλιασε  και του εξέτασε τα σπλάχνα.Τα δε σπλάχνα,ήταν σαφέστατα:


" Yπήρχε ,μια τεράστια ενέργεια ,που μας κρατούσε ακινητοποιημένους,τόσο καιρό,εκέι στην έρημο γυρω από τη φωτιά.Αυτή η ενέργεια ,προερχόταν απο την καμήλα,η οποια καμήλα,κάπνιζε αρειμανίως camel lighths ,στο Περού,σε ύψος 4,500 ποδιών.Επρεπε ,έλεγαν τα σπλάχνα ,να πάμε να την βρούμε.  " Τόσο σαφή ήταν τα σπλάχνα του πυροβολημένου πουλιού.


Ο Χαλίμ και ο Ούντρα,συμφώνησαν να πάνε στη Περού,να βρούνε την καμήλα.  " Εσύ θα ρθεις ?  " με ρώτησαν.
"Ξύστε τ αρχίδια σας ρε μαλάκες ,που θα ρθω,να  να γαμηθούνε όλα ,καμήλες,ανώμαλα πουλιά κ αηδίες.Θα κάτσω εδώ,και θα χέσω και τους οιωνούς σας και όλα   " 
"  Αντε γαμήσου ρε μαλάκα  ¨",είπε ο Ούντρα .
"     Εσύ να γαμηθείς,αρχίδι   " ,του είπα εγώ και έτσι φιλικά χωρίσαμε.....


Μ Ο Ν Ο Σ  Σ Τ Η Ν  Ε Ρ Η Μ Ο  

Πράγματι ,έμεινα μόνος μου. Την άλλη μέρα,ένας άλλος καμηλιέρης ,περνούσε απο εκεί. Ήταν έμπορος ναρκωτικών.Αγόρασα  είκοσι(20 )κιλά χασίσι ,χαρτάκια,κ έναν αναπτήρα κ άραξα...

Το χασίς  έχει κάτι περίεργες ιδιότητητες ,αλλά εκεί μου δώθηκε η ευκαιρία να δώ πόσο περίεργες ιδιότητες έχει.Ξαφνου δεν βρισκόμουν στην Ερημο,άλλά μέσα στο πέλαγος.Ναυαγός κολυμβητής που απλά ξανίχτηκε στη μέση του Ειρηνικού ωκεανού .Δεν φοβόμουν καθόλου,απλά κολυμπούσα κ όταν κουραζόμουνα γύρναγα ανάσκελα και ξεκουραζόμουνα.Έτσι ,ήρθε η νύχτα,το πρωί κ όταν ξυπνησα ,βρέθηκα κυκλωμένος απο πτερύγια -μάλλον-καρχαριών.Λοιπόν ,αυτοί οι καρχαρίες ήταν θυληκοί. Μου πιάσανε τη κουβέντα και γρήγορα κατάλαβα που το πηγαίνανε.Συμφώνησα κ έτσι επιδωθήκαμε σ ένα ανώμαλο όργιο στη μέση του Ειρηνικού με κάτι παράξενα πουλιά ,να μας παίρνουν μάτι και να τραβάνε μαλακία ,η οποία έπεφτε σαν βροχή στο κεφάλι μου,αφοού ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει απο τα δισεκατομμύρια πλήθη πουλιών που τραβούσαν μαλακία...


Δεν ξέρω...ήταν τόσο ζωντανή η φάση που όταν ξαναμύρισα τον αέρα της ερήμου ,μου φάνηκε πολύ παράξενος ,σχεδόν θαλασσινός ,αλλά αυτό δεν κράτησε παρα πολύ λίγο ,γιατί μετά βρέθηκα σ έναν υπόνομο στο Παρίσι.ήμουν λέει......ποντίκι!!!


Ένα ποντίκι,σ αποστολή.Μου είχαν αναθέσει στην αποστολή εκτέλεσης του Μαύρου Γάτου,της Δυτικης όχθης του Σηκουάνα.Ενας τρομερός μάυρος γάτος,που κάποτε ήταν σαλονάτος,αλλά επειδή τον ευνουχίσανε ,"   τα πηρε κρανίο  " κ αφού έσφαξε τ αφεντικά του,κυνηγοούσε ποντίκια ,τα σκότωνε και πήγαινε και τ άφηνε στον τάφο των αφεντικών του.Είναι ένας μύθος ,ένας ζωντανός   " Φρέντυ Κρούγκερ Γάτος  ,στο δρόμο των σκοτωμένων ποντικιών       ",κοντά στη Λεωφόρο του νεκροταφείου των Αφεντικών, δίπλα στην δυτική όχθη του Σηκουάνα.


Ο Μαύρος Γάτος,έγλειφε κάτι κοκκαλάκια απο  ποδαράκια νυχτερίδας.Ήταν άγρια μεσάνυχτα κ εγώ είμουν ένα αποφασισμένο έφηβο ποντίκι.

"      Ει, Μαύρε Γάτε     "   ούρλιαξα.....Αυτός δεν κουνήθηκε.
"         Ει Μαύρε Γάτε ,ούρλιαξα πάλι.Αυτός  δεν κουνήθηκε.
"          Ει ,γαμημένε Μαύρε Γάτε    "   ξαναούρλιαξα,προσθέτοντας :    "    Hρθε η ώρα σου !!!     "
Αυτός τότε κουνήθηκε.Έπεσε ανάσκελα.Ηταν νεκρός.Είχε πάθει καρδιακή προσβολή!!! 
Να γαμήσω..........τόση οργάνωση ,είχε πάει στράφι ,επειδή αυτός ο πούστης Μάυρος Γάτος βρήκε την ώρα να πεθάνει απο καρδιακή προσβολή........δε μπορούσα να το χωνέψω.......Αι σιχτίρ.....


Πήρα τον δρόμο της επιστροφής.....Ομως ,πάλι στην έρημο βρέθηκα κ απο εκεί ξανάφυγα,δεν υπήρχα σε μια υλική διάσταση μόνο,αλλά σε πολλές...
΄Ημουν ταυτόχρονα ένα κομμάτι ζωντανό κρέας στα δόντια της τίγρης στο ζωοολογικό κήπο της Βεγγαλης ,αλλά είμουν και η τίγρης μαζί.Ήμουνα μια φιλιπινέζα πουτάνα και ταυτόχρονα ένας μελαμψός  Πακιστανός.Μπερδέυτηκαν οι ιστορίες μου ,οι υπάρξεις μου,ήμουν και δεν είμουν ....πάλι χαλασμένο ήταν το χασίσι σκεφτηκα για ένα δευτερόλεπτο ,αλλά μήπως ήξερα και την έννοια του χρόνου πια?Πόσος καιρός είχε περάσει  απο τότε που κάπνιζα χασίσι στην έρημο??Ένας χρόνος? Δυο χρόνια? Τρία? Ούτε που ξέρω...Σώμα δεν είχα.όλα τα κανε το μυαλό μου ,που μεγάλωνε ...μεγάλωνε...έγινε σαν αυγό στρουθοκάμηλου...και μάλον στρουθοκάμηλου πρέπει να μουνα αυγό,γιατί μια μέρα μεσημεριάτικα κατα τις δέδεκα και είκοσι,περίπου, πέρασε μια στουθοκάμηλος  κ έκατσε να με κλωσήσει.


Δεν είμαστε καλά,σκέφτηκα.Αλλά τι μ ένοιαζε.....Έκατσα εκεί στη σκιά  κανά μήνα,μέχρι που βαρέθηκε αυτό το ηλίθιο πουλί κ έφυγε κλαίγοντας....


Ημουν πια,ένα είδος ζωντανού οργανισμού ,γεμάτο νευρικές απολήξεις ,που κάπνιζε χασίς όλη μέρα ,όλη νύχταΜέρα νύχτα....


Μια νύχτα ,βρέθηκα και γω στο Περού.Συνάντησα τους παλιούς μου φίλους και τη βλαμμένη καμήλα .καθώς κ ένα άλλο περίεργο όν,που είχε φτερά αλλά έμοιαζε στη καμήλα,είχε και ουρά,είχε δε και τρία κεφάλια ,που έφερναν το ένα σε κότα,το αλλο σε καμήλα,το άλλο σε κουκουβάγια.Η καμήλα,-η βλαμμένη καμήλα-,δε ηταν πλέον ερωτευμένη με την καμήλα-μοντέλο του πακέτου,αλλα με το πυροβολημένο πουλί με τα πέντε κεφάλια που είχε αποδημήσει εις Κύριον.Το δε όν,ήταν ο καρπός του ερωτά τους.

Μια πέραντη σιχασιά ο κόσμος,αλλά εγώ ερωτεύτηκα αυτό το ον το οποίο με ερωτευτηκε και αυτό  αποφασίσαμε να παντρευτούμε.Κουμπάροι ήταν ο Χαλίμ και ο Ούντρα ,οι οποίοι κ αυτοί αγαπήθηκαν στο εντωμεταξύ και παντρευτήκανε ......


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ....
************************************************************************************
 

Τρίτη, 20 Σεπτεμβρίου 2011

Η "καμμένη" ιστορία ενος τύπου, που η δουλειά του ήταν, να κρατάει με τις πλάτες του τον τοιχο μιας πολυκατοικίας

Λοιπόν,αυτή είναι η  σύντομη και θλιβερή ιστορία ενός τύπου,που η δουλειά του ήταν να κρατάει με την πλάτη του μια μεγάλη πολυκατοικία.Ο τύπος αυτός ηταν και καιρόφιλος ,του άρεσε δλδ να παρατηρεί τον ουρανό,τα σύννεφα,τις βροχές και τις καταιγίδες.Τελευταία είχε δυο προβλήματα.Το ένα ήταν ότι είχε κουραστεί τόσο η πλάτη του να κρατάει την πολυκατοικία  που συνεχώς έσκυβε όλο και πιο πολύ το κεφάλι ,με αποτέλεσμα να του είναι δύσκολο να παρακολουθεί τον ουρανό και το δεύτερο προβλημά του ήταν ότι είχαν σταματήσει οι καταγίδες,δεν είχε καν συννεφα, και έτσι ούτε όταν τέλειωνε τη δουλειά του ,είχε να παρατηρήσει τίποτα στον ουρανό .

Ο καιρός πέρναγε και τα πράγματα γιαυτόν πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο.Μέρα με τη μέρα έσκυβε όλο και πιο πολύ ενώ ταυτόχρονα κομματια από σοβάδες και μπετόν ξεκολούσαν από την πλάτη της πολυκατοικίας και του έρχονταν στο κεφάλι.Καθε μερα που περνούσε,πήγαινε σπίτι του μετα τη δουλειά και συλλογιζόταν πως θα έβγαζε την επόμενη μέρα σώος.Για τις καταιγίδες φυσικά ούτε λόγος.Τις είχε σχεδόν ξεχάσει.Οι στάλες της βροχής είχαν αντικαταστήσει οι σοβάδες και οι πέτρες.

Μια μέρα,ήταν η τελευταία του μέρα σ αυτόν τον κόσμο.Η πολυκατοικία κατέρρευσε στην πλάτη του συνθλιβοντας τον εντελώς.Χαλκομανία έγινε ο τύπος,όπως το κογιότ που έπεφτε στη παγίδα του μπιμμ -μπιπππ.Πέθανε λοιπόν και η ψυχή του ξεκίνησε το μακρύ της ταξίδι στο επέκεινα.Ενας άγγελος προτου τον πάει στον Αδη,τον πηγε μια βόλτα να δει τον παράδεισο και την κόλαση πρωτα ,ετσι να παρει μια ιδεα για το που θα πήγαινε τελικα μετα τη κρίση της από τον  Θεο.

Φτασανε στον Παράδεισο και ο τύπος θαύμασε κ αγαλίασε.Ηρεμία ,καλωσύνη,ωραίο αεράκι,γαλαζιος ουρανός ,πρασινάδα.Πολύ όμορφα είναι εδώ λέει του Αγγγέλου του.Μια ερώτηση μόνο."Καταιγίδες.εχει εδώ?" Ότι εισαι νεκρός ,είναι γεγονός του απάντησε ο Αγγελος,αλλα ακομα και νεκρός δεν είσαι καθόλου καλά.Ειναι δυνατόν να έχει καταιγίδες ο παράδεισος???Καταιγίδες θύελλες παγωνιά και αφόρητη ζέστη έχει μόνο η κόλαση."Να πάμε να δω και τη κόλαση τότε?ειπε ο τύπος που η εξυπνάδα του μετα το θανατό του είχε αυξηθεί εντυπωσιακά."Να παμε " του είπεο Αγγελος,έτσι κ αλλιώς θα πηγαίναμε."

Πάνε λοιπόν στη Κόλαση ,τι να δει ο       τύπος.Χαμό.Αστραπές,κερυανοί,θύελλες,τυφωνες,χαλάζια,χιόνια,παγάκια,αέρηδες τρομεροί,κατάμαυρα σύννεφα .Όπα.λέει ενθουσιαμένος.Εδω μ αρέσει ,εδώ θα μείνω,λεει του Αγγέλου.Ο Αγγελος τον κοιτάει καλα καλα," ε ,δε το χεις " του πε.Δε πας καθόλου καλά.Πρώτη φορά ακούω άνθρωπο να θέλει να μείνει εδώ.Εχε υπόψιν σου ,του λέει,πως εδώ στη κόλαση,έχει μόνο αυτά.Ηλιος δε βγαίνει ποτέ,κάλμα δεν γνωρίζει ο τόπος.Και φυσικά ,δεν έχω ιδεά τι δουλειά θα σου δώσουν να κάνεις.Ο τυπος δεν άκουγε τιποτα.Επέμενε.Εγώ θα μείνω εδώ,έλεγε και ξαναλεγε.Καλά ,απάντησε ο Αγγελος,πάμε στο θεό και αυτος θ αποφασίσει.

Τελικά έφτασαν μπροστά στον θεό.Αυτός τα ξερε όλα.Δε χρειάστηκε να γίνει κανένας διάλογος.Περίλυπος είπε στον τύπο:" αφου θες τοσο πολύ να πας στη κόλαση ,πήγαινε".

Ο τύπος πήγε στη κόλαση ,κ έκατσε να χαζεύει τα φαινόμενα.Μεχρι που ενας δαίμονας τον πλησιάζει και του λεει…"ε ψιτ μεγάλε.."εδώ δε καθόμαστε ,εχει δουλεια!! Τι δουλειά ,απάντησε  ο τύπος.Να λέει,ο δαίμονας,βλέπεις αυτό τον τοίχο?Εχουμε μεγάλο πρόβλημα,οι κεραυνοί κέθε 3 κ λίγο τον ρίχνουν κάτω.Τραβα και βάλε πλάτη να τον κρατας!! Όχι ρε φίλε,του λεει το τύπος.Μεχρι ποτε??Μέχρι πάντα ,του απαντά ο διάολος.

Αυτή ηταν η θλιβερή και καμμένη ιστορία του τύπου αυτού.Ακόμα είναι στη κόλαση και βλαστημάει τους κεραυνούς που ρίχνουν τον τοίχο στη πλάτη του αιώνια…
*************************************************************************************
.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Αρρωστο κρύο και ωχρός ήλιος

  Είναι ένα άρρωστο κρύο αυτό που σέρνεται μήνα και βάλε. Όταν θα λήξει θα μπούμε και στην Άνοιξη. Κ όσο δε λήγει τόσο είναι πιθανή μια νέ...